Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα κριτική. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα κριτική. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2022

Μεγάλη Απόδραση - Ύμνος για την πραγματική ελευθερία του Ανθρώπου | EDITORIAL

Η παράγραφος 175 ήταν νόμος του Γερμανικού Ποινικού Κώδικα από το 1871 έως το 1994! Σύμφωνα με αυτόν τον νόμο οι ομοφυλοφιλικές πράξεις μεταξύ ανδρών συνιστούσαν έγκλημα. Ο νόμος τροποποιήθηκε πολλές φορές με αποκορύφωμα τους Ναζί που διεύρυναν τον νόμο το 1935 και μετέτρεψαν τις ποινές από φυλάκιση σε καταναγκαστικά έργα και θάνατο.
Μεταξύ 1933 και 1945, αφού αποκηρύχτηκαν ως «αντικοινωνικά παράσιτα» και ως «εχθροί του κράτους», περισσότεροι από 100.000 άνδρες συνελήφθησαν. Οι περισσότεροι από τους 50.000 άνδρες που καταδικάστηκαν από τα δικαστήρια εξέτισαν την ποινή τους σε κανονικές φυλακές, ενώ 5.000 έως 15.000 φυλακίστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπου πολλοί εξ αυτών δολοφονήθηκαν ή πέθαναν από την πείνα, τους ξυλοδαρμούς και την εξάντληση.
Οι έγκλειστοι ομοφυλόφιλοι είχαν ιδιαίτερα σκληρή μεταχείριση από το προσωπικό των στρατοπέδων. Η συμπεριφορά προς αυτούς με το ροζ τρίγωνο ήταν κτηνώδης, ενώ οι φύλακες ενθάρρυναν τέτοια συμπεριφορά προς τους "ροζ" και από άλλες κατηγορίες κρατουμένων. Τους κρατούσαν απομονωμένους γιατί θεωρούσαν ότι η ασθένεια της ομοφυλοφιλίας τους ήταν άκρως επικίνδυνη και μεταδοτική.Και βέβαια αμαύρωναν την Άρια φυλή. Έπρεπε λοιπόν ή να εξοντωθούν ή να αναμορφωθούν. Μέσα σε όλα τα βασανιστήριά τους, λοιπόν οι ομοφυλόφιλοι κρατούμενοι είχαν να αντιμετωπίσουν και το δυσβάσταχτο μαρτύριο της μοναξιάς τους και του βαθύτατου ρατσισμού. 
Μετά το 1945 λοιπόν και σε αυτές τις συνθήκες, συναντάμε τον Χανς ο οποίος αφού έχει εκτίσει μέρος της ποινής του στο στρατόπεδο συγκέντρωσης όταν έρχεται η πολυπόθητη απελευθέρωση , εκείνος όπως και όλοι οι ομοφυλόφιλοι που είχαν καταφέρει να μείνουν ζωντανοί περνώντας μέσα από την κόλαση των στρατοπέδων, δεν γιορτάζουν την απελευθέρωσή τους όπως όλος ο κόσμος, αλλά εξακολουθούν να εκτίουν την ποινή τους μεταφερόμενοι από τα στρατόπεδα στις φυλακές! Και η αναζήτηση της ελευθερίας του ξεκινά ή μάλλον συνεχίζεται. Γιατί ο Χανς δεν υποκύπτει εύκολα ούτε στους κατάπτυστους νόμους ούτε στη βάναυση συμπεριφορά των σωφρονιστικών υπάλληλων αλλά και των κρατουμένων. Υπομένει σιωπηλά όλα τα βασανιστήρια που δέχεται από τους σωφρονιστικούς υπαλλήλους αλλά και από τους κρατούμενους , υπομένει τις ατελείωτες μέρες, νύχτες απομόνωσής του στα σκοτεινά κρύα κελιά, γυμνός με μόνη συντροφιά την ελάχιστης διάρκειας φλόγα ενός αναμμένου σπίρτου που είναι ικανή όμως μέσα από το λιγοστό φως της να τον κάνει να δει καθαρά το τι ακριβώς συμβαίνει στη ζωή του , με ποιο τρόπο προσπαθούν να τον τσακίσουν , να τον ισοπεδώσουν και κυρίως να δει αν μπορεί , αν αντέχει να ξεφύγει από αυτούς να αποδεσμευτεί, ζώντας ελεύθερος στον δικό του κόσμο που συμπεριλαμβάνει τις δικές του ανάγκες, τις δικές του προτεραιότητες, τους δικούς του ανθρώπους.
Και μέσα στην κόλαση των φυλακών που όχι μόνο του στερούν τα πάντα αλλά στοχεύουν και στην οριστική διάλυση της προσωπικότητάς του, ο Χανς ανακαλύπτει την πληρότητά του, καταφέρνοντας να υποκαταστήσει τις βασικές έννοιες που συνιστούν αυτή. Καταφέρνει να μετατρέψει σε υποκατάστατα την αξιοπρέπεια, την σωματική του ακεραιότητα που βρίσκεται σε έναν διαρκή κίνδυνο και κυρίως καταφέρνει να μετατρέψει σε υποκατάστατο την ανησυχία του για το τι θα συμβεί μετά. Στη θέση όλων αυτών υπάρχει η μοναδική έννοια και η σκέψη του να μην χάσει την ανθρώπινη επαφή.Μια επαφή που στον κόσμο των φυλακών υπάρχουν άλλοι κώδικες επικοινωνίας που μπορούν να την εξασφαλίσουν. 
Είναι οι σιωπές , είναι τα βλέμματα, είναι οι πράξεις που εκδηλώνονται την κατάλληλη στιγμή. Να μην χάσει την επικοινωνία του με τους ανθρώπους. Να μην αποκτηνωθεί. «Πες μου έναν άνθρωπο που να τον νοιάζει αν παίρνω ναρκωτικά» τον ρωτάει σε μία σκηνή της ταινίας ο Βίκτωρ. «Εγώ» του απαντά ο Χανς. Και είναι αυτό το «εγώ» που είναι απαλλαγμένο από όλα τα εγωκεντρικά στοιχεία που θα το καθιστούσαν απρόσιτο και θα συνέβαλλαν και αυτά στην αποκτήνωσή του. Είναι αυτό το «εγώ» της ύπαρξης που νοηματοδοτεί και δίνει το πραγματικό περιεχόμενο στις λέξεις αξιοπρέπεια, ακεραιότητα, ανθρωπιά. Αυτά που αναγκάζεται σε πολλές στιγμές της ζωής του ο Χανς να υποκαταστήσει, όχι ακριβώς για να τοποθετήσει στη θέση τους άλλα, αλλά για να ανακαλύψει ο ίδιος το πραγματικό τους νόημα την πραγματική τους αξία που έγκειται στην ουσιαστική τους συμβολή στη διατήρηση της πληρότητάς του. Μία πληρότητα που εμπεριέχει όλα τα παραπάνω αλλά με το νόημα που ο ίδιος τους αποδίδει. Προβαίνοντας σε πράξεις που μπορεί να θεωρούνται αναξιοπρεπείς, υπομένοντας ταπεινώσεις που θα μπορούσαν να τον διαλύσουν, αλλά που τίποτα από αυτά δεν αφήνει να του συμβούν γιατί μένει πιστός στις αλήθειες της ύπαρξής του και προχωρεί προσδιορίζοντας τα πάντα γύρω του, σύμφωνα με αυτές. 

Ο Χανς υπομένει τα πάντα γιατί η αναγκαιότητα του να υπάρξει ελεύθερος , να ερωτευτεί, να αγαπήσει , δεν σκοντάφτει στην αδυνατότητα που υποτίθεται ότι θα εξασφάλιζε ο εγκλεισμός του στις φυλακές . Δεν σκοντάφτει πάνω στη μανία των βασανιστών του να τον αναμορφώσουν να διώξουν από πάνω του την «αρρώστια» της ομοφυλοφιλίας. Καταφέρνει, και την αδυνατότητα τη μετατρέπει σε πηγή δύναμης από όπου αντλεί. Και όχι μόνο αντλεί αλλά αναθεωρεί, επαναπροσδιορίζει τις σχέσεις του, βελτιώνεται, ωριμάζει, γίνεται περισσότερο σκεφτικός, λιγότερο αυθόρμητος, ξέρει μέχρι πού μπορεί να προχωρήσει μία σχέση προκειμένου να τη διαφυλάξει και να την κάνει να είναι λειτουργική και αποτελεσματική. Να κρατάει μέσα της το βασικό της. Την ανθρωπιά της. Και μέσα σε όλη αυτή τη διαδρομή επιβίωσης αλλά και αυτοεπίγνωσης και αυτοπροσδιορισμού, πανταχού παρούσα η σχέση του Χανς με τον Βίκτορα, έναν ναρκομανή βαρυποινίτη ο οποίος αρχικά ούτε που θέλει να τον δει στα μάτια του, έχοντας εσωτερικεύσει και αυτός τον φόβο των άλλων και θεωρώντας τον μίασμα και άκρως επικίνδυνο , μία σχέση όμως που εξελίσσεται και αλλάζει εντελώς. Μία αλλαγή που την παρατηρούν οι άμεσα εμπλεκόμενοι, ο Χανς και ο Βίκτωρ και που εξαπατά αυτούς που θέλουν να τους βλέπουν πάντα ίδιους. «Ανώμαλο» τον έναν ,"σκουπίδι" , "τελειωμένο" τον άλλον, αλλά που καθόλου δεν τους επηρεάζει αυτό γιατί μέσα από την εξέλιξη της σχέσης τους έχουν μάθει και ξέρουν ο καθένας τι σημαίνει για τον άλλον αλλά και ποιος τελικά είναι ο καθένας τους. 
Μία σχέση που περνάει από τα χίλια κύματα για να εξελιχθεί σε μία βαθιά ουσιαστική φιλία. Γιατί για να μπορέσει το άτομο να κερδίσει την ελευθερία του να μπορεί να εκδηλώνει τις ανάγκες του απαλλαγμένο από τον φόβο που έχει εγκαθιδρυθεί με πολλούς τρόπους μέσα του, ένα πολύ βασικό βήμα προς την απόκτηση αυτής, είναι να καταφέρει να βρει τους ανθρώπους εκείνους ή τον άνθρωπο εκείνο που θα τον εμπιστευθεί και θα του δώσει να καταλάβει το πόσο μοναδικός είναι ο ένας για τον άλλον. Όχι πόσο χρήσιμος, αλλά πόσο μοναδικός! Εκεί στη βαθιά αγάπη βρίσκεται και ο πυρήνας της πραγματικής απελευθέρωσης. Της μεγάλης απόδρασης! 
Η αφήγηση του Σεμπάστιαν Μέιζε δεν είναι γραμμική. Ξεκινά από το 1968 , μας πηγαίνει στο 1945 από εκεί στο 1957 και καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας μας πηγαινοφέρνει ανάμεσα στις δεκαετίες ’50 και ’60 και ’70 αποδεσμεύοντας κατά κάποιο τρόπο την ταινία από τον χρόνο και δίνοντας έμφαση στη διαχρονικότητα ενός φαινομένου που έχει να κάνει με την αιώνια αναζήτηση της πραγματικής ελευθερίας του ατόμου, στο πέρασμα των χρόνων , των αιώνων σε κάθε εποχή σε κάθε ιστορική περίοδο. Αποσπώντας εξαιρετικές ερμηνείες από τους πρωταγωνιστές του , τον Φραντς Ρογκόφσκι- μια μεγάλη ανερχόμενη κινηματογραφική μορφή-και τον υπέροχο Γκέοργκ Φρίντριχ, με την εξαιρετική του κινηματογραφική του ματιά, ο Σεμπάστιαν Μέιζε μας καλεί να απολαύσουμε την επίσημη κινηματογραφική πρόταση της Αυστρίας για το Όσκαρ Διεθνούς Ταινίας.
Ταινία - Ύμνος για την πραγματική ελευθερία του Ανθρώπου!

Δείτε το στο Cine "Πετρούπολις" >>

--------------------------------

Καλλίτσα Βλάχου
Μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης Πετρούπολης. Είναι εκπαιδευτικός. Τον ελεύθερο χρόνο της, διαβάζει, βλέπει ταινίες, και παρακολουθεί τα τεκταινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Τον υπόλοιπο ελάχιστο ελεύθερο χρόνο της, απλά προσπαθεί να διατηρεί την ψυχραιμία της…


Τρίτη 28 Ιουνίου 2022

Full Time - Όσο και να “φουλάρουμε”, η ζωή είναι αλλού… | EDITORIAL

"Oι πελάτες του ξενοδοχείου εμάς τις καμαριέρες μας θέλουν αόρατες", λέει η Ζουλί η κεντρική ηρωίδα της ταινίας, στη νέα καμαριέρα που έχει έρθει στο πεντάστερο ξενοδοχείο, που βρίσκεται στο κέντρο του Παρισιού και έχει αναλάβει την εκπαίδευσή της. Βέβαια, η ελίτ αυτής της κοινωνίας, η άρχουσα τάξη, δεν είναι μόνο που τις θέλει αόρατες, αφού αυτό που την ενδιαφέρει είναι να απολαμβάνει τις υπηρεσίες που εξασφαλίζει μέσω της υπερεκμετάλλευσης της εργασίας αυτών των γυναικών, αλλά είναι και που έχει καταφέρει να τις μετατρέψει σε αόρατες με το μαγικό ραβδάκι που ακούει στο όνομα πλουτοκρατία. Μέσα στο πεντάστερο καμία οπτική επαφή δεν υπάρχει, ανάμεσα στους πελάτες και το προσωπικό καθαριότητας, που φροντίζει να εξαφανίζεται φυσικά όταν εμφανίζονται οι πρώτοι.
Αυτό όμως που η Ζουλί δεν έχει συνειδητοποιήσει παρόλο που το βιώνει στην καθημερινότητά της , είναι το ότι και η ίδια έχει εξαφανίσει τον εαυτό της από τους γύρω της. Εδώ το μαγικό ραβδί λέγεται εξαντλητικοί ρυθμοί εργασίας ή αλλιώς full time ωράριο εργασίας. Βλέπει ελάχιστα τα παιδιά της που σχεδόν όλη τη μέρα τους την περνούν με την ηλικιωμένη γειτόνισσα που τα φροντίζει, είναι απούσα από τον ίδιο της τον εαυτό, αφού οι προσωπικές της ανάγκες είναι βαθιά καταχωνιασμένες, είναι απούσα από τους κοινωνικούς αγώνες. Και είναι απούσα γιατί τρέχει διαρκώς για να προλάβει. Και μαζί της τρέχουμε και εμείς συναισθανόμενοι την αγωνία της να φτάσει εγκαίρως εκεί που πρέπει. Μόνο που μέσα σε αυτούς τους καταιγιστικούς ρυθμούς τρεξίματος χάνουμε τον ουσιαστικό προορισμό. Ή, για την ακρίβεια, όταν τον βρει εκείνη και μαζί της και εμείς, δεν ξέρουμε αν πρέπει να χαρούμε ή να λυπηθούμε γιατί τελικά δεν ξέρουμε αν μέσα σε όλον αυτό τον πανικό ήταν τελικά αυτός που η ίδια ήθελε να φτάσει.
Με φόντο τις μεγάλες απεργιακές κινητοποιήσεις εκατομμυρίων εργαζομένων από όλους τους κλάδους, ανάμεσά τους και των κίτρινων γιλέκων στο κέντρο του Παρισιού, που προκαλούσαν παράλυση στη γαλλική πρωτεύουσα για μεγάλο χρονικό διάστημα, με μεγάλες ματαιώσεις δρομολογίων μετρό και λεωφορείων από και προς το κέντρο, η Ζουλί δίνει καθημερινά τον δικό της αγώνα δρόμου (κυριολεκτικά αγώνα δρόμου) για να βρίσκεται εγκαίρως στην εργασία της. Και την έχει μεγάλη ανάγκη αυτή την εργασία γιατί μεγαλώνει μόνη της τα δύο ανήλικα παιδιά της και γιατί ο πρώην σύζυγός της δεν είναι συνεπής στη διατροφή που οφείλει προς την οικογένειά του.
Υπομονετικά, ταυτόχρονα όμως και με έναν έντονο θυμό που υποβόσκει, αλλά φουντώνει όλο και πιο πολύ, η Ζουλί ανέχεται τις δυσκολίες της καθημερινότητάς της (κατοικεί σε ένα χωριό μακριά από το κέντρο γιατί δεν θέλει όπως λέει η ίδια τα παιδιά της να ζουν σε «κλουβιά» και εδώ τίθεται το ερώτημα: και είναι καλύτερα να μεγαλώνουν με τη μητέρα τους απούσα σχεδόν από τη ζωή τους; Αλλά ούτε και αυτό προλαβαίνει να σκεφτεί η Ζουλί). Αναγκάζεται λοιπόν να διανύει καθημερινά μια πολύ μεγάλη απόσταση με τα ΜΜΜ όταν και όποτε τα βρίσκει, αλλά ταυτόχρονα ελπίζει ότι θα βρει μια πολύ καλύτερη δουλειά με δεδομένο ότι έχει σπουδάσει οικονομικά και σαφώς επιθυμεί μια δουλειά που σχετίζεται με τις σπουδές της.
Ξημερώματα φεύγει η Ζουλί από το σπίτι της, με τη δύση του ηλίου επιστρέφει. Με αποτέλεσμα να μην έχει χρόνο να ασχοληθεί με τίποτα πέραν της εργασίας της και της διαδρομής της από και προς αυτήν. Κοινωνικά αποκομμένη από όλους και όλα, με μοναδική επαφή το ραδιόφωνο που την ενημερώνει για την κατάσταση που επικρατεί στο κέντρο εξαιτίας των απεργιών. «Κοιτάζω κυρίως πώς θα αποφύγω τις απεργίες και όχι πως θα συμμετέχω σε αυτές» λέει σε μία σκηνή της ταινίας σε έναν γείτονά της που τη ρωτά αν έχει σκεφτεί ποτέ να κατέβει και η ίδια σε απεργία. Αδιανόητη για τη Ζουλί η συμμετοχή της στα κοινωνικά δρώμενα. Πουθενά δεν μετέχει, με κανέναν δεν αλληλεπιδρά. Η μόνη της συνάντηση και επαφή είναι με τους εφιάλτες της που έρχονται να της υπενθυμίσουν, να την τσιγκλίσουν, να την ταρακουνήσουν μήπως και κάνει μία στάση σε αυτό το ανελέητο τρέξιμο και τις προσπάθειες  που καταβάλλει διαρκώς για να τα προλάβει όλα.
Μόνο που το σύστημα έχει φροντίσει να την προλαβαίνει, να βρίσκεται πάντα μπροστά από εκείνη και να της προσφέρει πάντα εκείνα τα μαξιλαράκια της ψευδαίσθησης, της υπεροχής που νομίζει ότι έχει κατακτήσει προκειμένου να δικαιολογήσει την απουσία της από τους πάντες και τα πάντα. Και να δικαιολογήσει πολλές φορές και το ότι χρησιμοποιεί τελικά τον περίγυρό της τους ανθρώπους – αυτούς που θεωρεί κατώτερους- γιατί πάντα πιστεύεις ότι υπάρχουν και πιο κάτω από εσένα τάξεις, “πατώματα” τα έλεγε ο Μπρεχτ – που έχουν τη διάθεση να την βοηθήσουν προκειμένου να ξεφύγει από όλο αυτό και να βρεθεί κάπου που νομίζει (αλλά μάλλον αυταπατάται) ότι θα είναι καλύτερα.
Τα εργασιακά καθεστώτα της σύγχρονης εποχής μας ή τα εργασιακά κάτεργα θα μπορούσαμε πλέον να πούμε, έχουν περιγραφεί έξοχα από πολλούς σκηνοθέτες, ανάμεσά τους (ο Στεφάν Μπριζέ στον «Νόμο της αγοράς» ο Κεν Λόουτς στο «Δυστυχώς Απουσιάζατε», οι αδελφοί Νταρντέν στο «Δύο ημέρες, μία νύχτα»). Και τώρα έρχεται και ο Ερίκ Γκραβέλ να προσθέσει τη δική του φωνή μέσα από την ηρωίδα του την εξαιρετική Λορ Καλαμί, να μας υπενθυμίσει για μια ακόμη φορά ότι όλο το σύστημα είναι λάθος, ότι όλο το τρέξιμο σε ένα λάθος σύστημα είναι μάταιο, ότι ο άνθρωπος δεν γίνεται να ζει αποκομμένος από τον κοινωνικό του περίγυρο χωρίς ταξική συνείδηση, χωρίς ενεργή συμμετοχή στους αγώνες, γιατί ζώντας έτσι, το μόνο που θα καταφέρνει θα είναι να «φουλάρει» με άχρηστο υλικό τον χρόνο του, αποκομμένος από το προϊόν της εργασίας του. Η ζωή του όμως θα παραμένει άδεια. Κενή. Η πραγματική θα βρίσκεται πάντα κάπου αλλού…

Δείτε το στο Cine "Πετρούπολις" >>

--------------------------------

Καλλίτσα Βλάχου
Μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης Πετρούπολης. Είναι εκπαιδευτικός. Τον ελεύθερο χρόνο της, διαβάζει, βλέπει ταινίες, και παρακολουθεί τα τεκταινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Τον υπόλοιπο ελάχιστο ελεύθερο χρόνο της, απλά προσπαθεί να διατηρεί την ψυχραιμία της…


Δείτε ακόμη:

Δευτέρα 20 Ιουνίου 2022

"Για Πάντα Κοντά σου" | EDITORIAL

Σκηνοθεσία: Ουμπέρτο Παζολίνι, με τους  Τζέιμς Νόρτον, Ντάνιελ Λάμοντ
Μία ταινία που δίνει περιεχόμενο στο «πουθενά» του θανάτου μετατρέποντάς το «για πάντα κοντά σου». Μία ταινία που το special που αναζητούμε στο σύντομο πέρασμά μας από τη ζωή το κατακερματίζει, αναδεικνύοντας με πολύ απλό και ρεαλιστικό τρόπο ότι το ιδιαίτερο και το ξεχωριστό είναι αυτό που φωλιάζει μέσα μας, στα αληθινά συναισθήματά μας που τα αγνοούμε, που οι εξωτερικές συνθήκες δεν μας αφήνουν να τα ξεδιπλώσουμε να τα αποκαλύψουμε, να τα προσφέρουμε αφιλτράριστα σε αυτούς που αγαπάμε. Και είναι αυτά που αφήνοντάς τα να εκδηλωθούν γνήσια και ανεμπόδιστα, καθοδηγούν και τις πράξεις μας και δίνουν λύσεις στα μεγάλα διλήμματα, στα μεγάλα προβλήματα που προβάλλουν εμπρός μας. 
Ο Τζον είναι ένας 35χρονος χήρος, καθαριστής τζαμιών, ο οποίος πάσχει από μία ασθένεια που του αφήνει μονάχα λίγους μήνες ζωής. Ο τρίχρονος γιος του δεν γνωρίζει κάτι για την κατάσταση του μπαμπά του, και ο Τζον προσπαθεί να βρει την ιδανική οικογένεια για να υιοθετήσει τον μικρό του γιο. 
Ο Τζον όπως και κάθε μελλοθάνατος έχει επίγνωση της θνητότητάς του, κάτι που αποφεύγεται συστηματικά και ηθελημένα από τους υπόλοιπους ανθρώπους. Και νιώθει αυτό το συναίσθημα που νιώθουν όλοι οι μελλοθάνατοι. Πλήρη αδυναμία να αντιμετωπίσει το αναπόφευκτο. Δεν αφήνεται όμως να καταβληθεί από αυτή την αδυναμία γιατί λίγο πριν το τέλος, έχει να εκπληρώσει μία πολύ σημαντική «δουλειά». Να εξασφαλίσει μια καλή οικογένεια που θα αναλάβει την υιοθεσία του τρίχρονου γιου του και με τη σειρά της θα του εξασφαλίσει ένα καλό μέλλον. Και εδώ προκύπτουν και τα τεράστια διλήμματα για τον Τζον. Ποια είναι η κατάλληλη οικογένεια για τον μικρό του γιο; Πόσο καλά γνωρίζει ο ίδιος το μικρό του αγόρι; Πώς είναι δυνατό να γνωρίζει τις μελλοντικές του αντιδράσεις σε μια οικογένεια που και ο ίδιος ελάχιστα γνωρίζει για αυτήν και που δεν θα βρίσκεται στη ζωή να παρακολουθεί την πορεία των σχέσεων που θα αναπτυχθούν ανάμεσα σε αυτήν και τον γιό του; Ο Τζον καλείται να πάρει αποφάσεις μέσα σε ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα που υπό κανονικές συνθήκες θα ήθελε πολλές ζωές για να μπορέσει να τις πάρει. Και αυτή η ασφυκτική πίεση του χρόνου μέσα στην τραγική κατάσταση που βιώνει ο ίδιος είναι αυτή που τον βοηθά να ξεκαθαρίσει να αποβάλλει όλα τα περιττά που στέκουν εμπόδια στην καθημερινότητά του και να συγκεντρωθεί στην αποκλειστικότητα της σχέσης του με το παιδί του. Και εκεί να διαπιστώσει αυτό που εύκολα μπορεί να ειπωθεί αλλά τρομερά δύσκολα να εφαρμοστεί: Φεύγοντας από τη ζωή να έχει αφήσει κάτι πολύ δυνατό στον γιο του πάνω στο οποίο θα μπορεί ο δεύτερος να χτίσει. Ποιο είναι όμως αυτό το «δυνατό», αυτή η βάση πάνω στην οποία θα οικοδομηθεί στέρεα η ζωή του γιου του; Ποια είναι εκείνα τα εφόδια που θα χρειαστεί; Και σε ποια οικογένεια θα τα αναζητήσει; Είναι μία εκπαίδευση σε ακριβά ιδιωτικά σχολεία; Είναι μία πλούσια σε υλικά αγαθά ζωή; Και τι παρακαταθήκη θα έχει να αφήσει ο ίδιος στον γιο του; 
Όταν από τους ψυχολόγους ζητείται από τον Τζον να αφήσει ένα κουτί αναμνήσεων στον μικρό Μάικλ, που ο μικρός μεγαλώνοντας θα ανατρέχει σε αυτό για να θυμάται τον μπαμπά του, ο Τζον έρχεται αντιμέτωπος με το μεγάλο θέμα του απολογισμού της 34χρονης ζωής του. Με αυτό που ο Τολστόι στη νουβέλα του «Ο θάνατος του Ιβάν Ίλιτς» περιγράφει διεξοδικότατα. Εκεί η αρρώστια του Ιβάν Ίλιτς τον αναγκάζει να κοιτάξει κατάματα την προηγούμενη ζωή του και τις επιλογές του και να διαπιστώσει πικρά ότι έχασε πολύ χρόνο σε ανούσια πράγματα, ξόδεψε πολύ ψυχικό απόθεμα σε καταστάσεις που δεν του πρόσφεραν καμία πληρότητα καμία ουσιαστική χαρά. Γι αυτό και έχει να θυμάται ελάχιστα. Και τα περισσότερα από την παιδική του ηλικία. Ακριβώς αντιμέτωπος και με μία τέτοια κατάσταση, βρίσκεται και ο Τζον. Θεωρεί και πιστεύει ότι τίποτα δεν έχει να βάλει μέσα στο κουτί των αναμνήσεων ενοχοποιώντας τον εαυτό του για το ότι τα μόνα που έχει να αφήσει πίσω του είναι η επιλογή μιας συζύγου που εγκατέλειψε το παιδί της, μια οικογένεια που έφερε στον κόσμο ένα παιδί και ταυτόχρονα του την πήρε πίσω, αφήνοντάς το στο έλεος μιας σκληρής κοινωνίας και ενός πατέρα που το μόνο που κατάφερε στη ζωή του είναι να γίνει καθαριστής τζαμιών.
Όμως οι λύσεις στα προβλήματα δεν δίνονται ερήμην των ανθρώπων που είναι πρωταγωνιστές αυτών. Αλλά μέσα από το πλησίασμα, μέσα από την προσέγγιση και μέσα από την εκδήλωση των συναισθημάτων. Είναι εκεί που το ξεδίπλωμα των συναισθημάτων, απλά, αβίαστα χωρίς τα «πρέπει» και τα «δεν πρέπει» που αλλοιώνουν την αυθεντικότητα αυτών, έρχεται σιγά σιγά να ξεμπλέξει το κουβάρι. Έρχεται να τονώσει την αυτοπεποίθηση του Τζον και να τον κάνει να δει με διαφορετική ματιά την κατάσταση που βρίσκεται. Και είναι και ο Μάικλ επίσης που βοηθά πολύ σε αυτό. Το τρίχρονο αγοράκι βοηθά τον πατέρα του να συνειδητοποιήσει πως η ουσία και το βάθος της σχέσης τους που αναδύεται μέσα από την συναισθηματική έκφραση, είναι τελικά η παρακαταθήκη του πατέρα του. Γιατί ο Μάικλ εκδηλώνει όπως και κάθε παιδί, αβίαστα την αγάπη του, τη λατρεία του, την εξάρτησή του από τον πατέρα του. Περιμένει τα πάντα από εκείνον και ο μελλοθάνατος πατέρας παίρνει δύναμη από αυτή την περίσσεια αγάπης και την ανταποδίδει. Και ξέρει ότι αυτή η ανταπόδοση θα μείνει για πάντα φωλιασμένη στην ψυχή αυτού του παιδιού. Και με αυτή την περίσσεια αγάπη βρίσκει το κουράγιο και το θάρρος να γεμίσει το κουτί των αναμνήσεων. Και την αδυναμία του να την μετατρέψει σε δύναμη. Και να μην νιώθει άσχημα που κατάφερε να γίνει καθαριστής τζαμιών γιατί διαπιστώνει στα μάτια του γιου του ότι ο γιος του τον θαυμάζει που είναι καθαριστής τζαμιών. Και είναι κατόρθωμα να σε θαυμάζουν τα πιο αγαπημένα σου πρόσωπα για αυτό που είσαι. Μέσα από το προπέτασμα των τζαμιών, των θολών τζαμιών της καθημερινότητάς του, ο Τζον καταφέρνει να τα καθαρίσει και να αντικρίσει πίσω από τα καθαρά πλέον τζάμια, την ψυχή του παιδιού του. Και να συναντηθούνε. Μέσα από τα βλέμματά τους, μέσα από τον συντονισμό των βημάτων τους, μέσα από το ζεστό κράτημα των χεριών τους, μέσα από το διάβασμα των παραμυθιών τους, μέσα από τις απλές κουβέντες τους που δίνουν τη δυνατότητα στον πατέρα χωρίς ιδιαίτερες βιασύνες και απαλλαγμένος πλέον από το άγχος του «πώς θα το πω στο παιδί μου», να προετοιμάσει τον Μάικλ για το αναπόφευκτο.
Εντάσσοντας την ιστορία του -το σενάριο βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα- μέσα στο κοινωνικό πλαίσιο της Βρετανίας, αναδεικνύοντας τις τεράστιες διαφορές που θέλουν την εργατική τάξη να μοχθεί για μία αξιοπρεπή διαβίωση -μέχρι τις τελευταίες στιγμές της ζωής του ο Τζον αναγκάζεται να ανεβαίνει σκάλες για να καθαρίσει τζάμια- και από την άλλη, την τάξη των πλουσίων που ζουν τη χλιδάτη ανούσια ζωή τους χωρίς να έχουν καμία επαφή, για την ακρίβεια χωρίς να τους ενδιαφέρει να έχουν καμία επαφή με τους ανθρώπους του μόχθου και της καθημερινότητας, ο Ουμπέρτο Παζολίνι (καμία σχέση με τον Πιερ Πάολο Παζολίνι, αλλά ανιψιός του Βισκόντι) δημιουργεί μια ταινία που μας φέρνει αντιμέτωπους με τις βαθιές υπαρξιακές μας αγωνίες αλλά και με τον τρόπο που ο καθένας μας αξιολογεί την κάθε μέρα που περνά. Μαθημένοι να προνοούμε για το μέλλον, το δικό μας, των παιδιών μας και των αγαπημένων μας, αλλά αφήνοντας ταυτόχρονα τον χρόνο να ισοπεδώνει τις καθημερινές μας στιγμές που θα μπορούσαμε να απολαύσουμε να αξιοποιήσουμε, εμβαθύνοντας στο παρόν των σχέσεων μας που θα μας κάνει πιο πλούσιους πιο ανθεκτικούς. 
Δείτε απλά την ταινία! Απολαύστε τον εξαιρετικό μικρούλη Ντάνιελ Λάμοντ καθώς και τον επίσης εξαιρετικό Τζέιμς Νόρτον, στον ρόλο του πατέρα. 
Και μην φοβηθείτε να κλάψετε. Αφεθείτε, όχι στο μελόδραμα – αυτό είναι ανύπαρκτο στην ταινία – αλλά στην ευαισθησία της που μας αγγίζει όχι γιατί έχουμε βρεθεί στη θέση του μελλοθάνατου, αλλά γιατί από την αρχή μέχρι το τέλος της ταινίας, νιώθουμε ότι μπορεί και να βρεθούμε. Δεν το κατανοούμε απλά. Το νιώθουμε! Κι από εκεί και μετά κάνουμε και εμείς τους δικούς μας απολογισμούς...

Δείτε το στο Cine "Πετρούπολις" >>

--------------------------------

Καλλίτσα Βλάχου
Μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης Πετρούπολης. Είναι εκπαιδευτικός. Τον ελεύθερο χρόνο της, διαβάζει, βλέπει ταινίες, και παρακολουθεί τα τεκταινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Τον υπόλοιπο ελάχιστο ελεύθερο χρόνο της, απλά προσπαθεί να διατηρεί την ψυχραιμία της…


Δείτε ακόμη:

Παρασκευή 10 Ιουνίου 2022

Κριτική ταινίας: Το Γεγονός/ L’Événement | EDITORIAL



Σκηνοθεσία: Οντρέ Ντιγουάν,  με την Αναμαρία Βαρτολομέι

"Ήθελα να σεβαστώ το βιβλίο, αλλά και να βρω τη δική μου θέση σε αυτό. Αρχικά, περάσαμε μια μέρα μαζί με την συγγραφέα Ανί Ερνό, (πάνω στο βιβλίο της οποίας είναι βασισμένο το σενάριο της ταινίας) κατά τη διάρκεια της οποίας η Ανί συμφώνησε να με πάει πίσω σε αυτές τις τρεις μέρες και να ρίξει φως σε ορισμένα «τυφλά» σημεία του κειμένου. Αυτό με βοήθησε να έχω μια πιο ξεκάθαρη εικόνα του πολιτικού πλαισίου και να καταλάβω τον φόβο που καταλάμβανε τις γυναίκες από τη στιγμή που έπαιρναν την απόφασή τους. Έπειτα της ζήτησα να διαβάσει το σενάριο σε διάφορα στάδια. Με βοήθησε να βρω την πιο ειλικρινή προσέγγιση. Τέλος, λίγο πριν το γύρισμα, μου έστειλε μια φράση του Τσέχωφ: «Να είσαι ακριβής, τα υπόλοιπα θα έρθουν εν ευθέτω χρόνω". – Οντρέ Ντιγουά (Σκηνοθέτιδα της ταινίας «Το γεγονός»)

Και η Ντιγουά ακολούθησε κατά γράμμα αυτή την ακρίβεια. Αυτή την ακρίβεια που χαρακτηρίζει το βιβλίο της Ερνό, «Το γεγονός» . Ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί γιατί δεν καταγράφει απλά το γεγονός που συνέβη στην ίδια την συγγραφέα (είναι αυτοβιογραφικό) αλλά περιγράφει με ένα ιδιαίτερο λογοτεχνικό ύφος, χρησιμοποιώντας πολλά μέσα, όπως την αναζήτηση και την παρατήρηση της λεπτομέρειας, τη χρήση ενός περιγραφικού παρελθόντος, την ανάλυση των γεγονότων, εκφράζοντας όπως γράφει η ίδια στο βιβλίο της, την αφόρητη βραδύτητα ενός χρόνου ο οποίος μεγάλωνε δίχως να προχωρά, ακριβώς όπως ο χρόνος των ονείρων. 

Στην ταινία, παρακολουθούμε την Αν (Αναμαρία Βαρτολομέι) μια έξυπνη και επιμελή νεαρή φοιτήτρια, να της συμβαίνει αυτό που όλα τα κορίτσια εκείνης της εποχής φοβόντουσαν περισσότερο. Πάσχει «από εκείνη την ασθένεια που πλήττει μόνο γυναίκες και τις μεταμορφώνει σε νοικοκυρές» όπως αναφέρει χαρακτηριστικά στον καθηγητή της , όταν εκείνος παρατηρώντας τη μειωμένη απόδοση της στα μαθήματα του Πανεπιστημίου τη ρωτά τι της συμβαίνει. Οι σπουδές και το μέλλον της Αν απειλούνται από μια ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη. Στη Γαλλία του 1963 ωστόσο, η άμβλωση είναι παράνομη, επικίνδυνη και επώδυνη, και κανείς δεν βοηθά την φοβισμένη Αν να διακόψει την εγκυμοσύνη της. Στο άκουσμα και μόνο της λέξης «έγκυος» οι φίλες και οι φίλοι της, τρομοκρατούνται. Και στην προκειμένη το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται η Αν, είναι ο φόβος των άλλων. Της αρκεί ο δικός της. Στα βλέμματα άλλων, συναντά την απαξίωση, την προσβολή, ενδεχομένως και τη ζήλια. Γιατί η Αν κινείται σύμφωνα με τις επιθυμίες της, τις επιθυμίες του σώματος και της ψυχής αψηφώντας τους νόμους που μπαίνουν εμπόδιο σε αυτές τις επιθυμίες και αυτό προκαλεί τον φθόνο. 

Η Αν προέρχεται από μία φτωχή οικογένεια που κάνει τα πάντα προκειμένου το παιδί τους να ξεφύγει από τη φτώχεια και να μην καταλήξει να δουλεύει στο εργοστάσιο της περιοχής. Στην χαρισματική Αν βλέπουν τις δικές τους επιθυμίες και όνειρα να πραγματώνονται. Όμως και η ίδια η Αν θέλει πολύ μέσα της να ασχοληθεί με την λογοτεχνία που τόσο αγαπά και να γίνει κάποια στιγμή συγγραφέας. Νιώθοντας αποκλεισμένη από όλους και όλα αποφασίζει να πάρει τη ζωή της στα χέρια της και με κάθε ρίσκο να οδηγηθεί προς την απόφασή της που στην πραγματικότητα έχει να κάνει με την αυτοδιάθεση του σώματός της και την προσωπική της απελευθέρωση.

Αποφεύγοντας τους λυρισμούς της οργής και της οδύνης, των προσβολών, της μοναξιάς, της απαξίωσης, της ταξικής διάκρισης που βιώνει έντονα η ηρωίδα μας, η Ντιγουά παραμένοντας πιστή στο βιβλίο της Ερνό, καταγράφει σκληρά και λιτά τον αγώνα της Αν να φέρει σε πέρας την εξαρχής ειλημμένη απόφαση της, να ξεφορτωθεί τη ζωή που κυοφορεί και που θα της στερήσει τη δική της ζωή, τα δικά της όνειρα, τη δική της ελευθερία. Και σήμερα που η έκτρωση δεν είναι πια κάτι το απαγορευμένο, αποτυπώνεται στον κινηματογράφο το γεγονός της απόφασης της έκτρωσης σε μια εποχή που ήταν παράνομη, προκειμένου να αναδειχθεί διαχρονικά το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης και ο αγώνας που κάθε φορά δίνεται από το άτομο σε όλες τις εποχές, σχετικά με το πώς μπορείς να διεκδικήσεις την ελευθερία σου μέσα σε περιβάλλοντα που πάντα ο νόμος βρίσκεται εκεί για να σου την στερεί. Γιατί πάντα σε όλες τις κοινωνίες ανακύπτουν παρόμοια ζητήματα που έχουν να κάνουν με την διαχείριση του σώματός μας, την ηθική, τη ζωή, τον θάνατο, το απαγορευμένο, τον νόμο. Τον νόμο που διαχρονικά, όπως επισημαίνει η συγγραφέας στο βιβλίο της, οι άνθρωποι κρίνουν σύμφωνα με αυτόν, αλλά αποφεύγουν να κρίνουν αυτόν. Και πάντα ανακύπτει το ζήτημα του κατά πόσο η στάση μας απέναντι σε όλα αυτά φιλτράρεται μέσα από το σώμα μας, τις αισθήσεις μας, τις προσωπικές μας ανάγκες και σκέψεις και κατά πόσο οι αποφάσεις που τελικά παίρνουμε λαμβάνουν υπόψη όλα αυτά ή τελικά ενδίδουμε στις επιταγές των εκάστοτε κανόνων και φορμών. 

Και βιβλίο και ταινία διεισδύουν στο βάθος της ανθρώπινης ψυχής με έναν οικουμενικό, θαρραλέο και σκληρό συνάμα τρόπο. Η δεύτερη δε, σκηνοθετείται με απόλυτο σεβασμό προς το πρώτο. Η ταινία απέσπασε το Χρυσό Λιοντάρι και το βραβείο των κριτικών στο Φεστιβάλ Βενετίας. 

Και τα δύο, ταινία (προβάλλεται στους κινηματογράφους) και βιβλίο τα συνιστώ ανεπιφύλακτα!

Δείτε το στο Cine "Πετρούπολις" >>

--------------------------------

Καλλίτσα Βλάχου
Μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης Πετρούπολης. Είναι εκπαιδευτικός. Τον ελεύθερο χρόνο της διαβάζει, βλέπει ταινίες, και παρακολουθεί τα τεκταινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Τον υπόλοιπο ελάχιστο ελεύθερο χρόνο της, απλά προσπαθεί να διατηρεί την ψυχραιμία της…


Δείτε ακόμη:

Πέμπτη 20 Ιανουαρίου 2022

Μετά την Αγάπη (After Love) | EDITORIAL

Ηνωμένο Βασίλειο (2020) του Αλίμ Καν

Ο κόσμος της εξηντάχρονης Μέρι, που ζει στο Ντόβερ της Αγγλίας, καταρρέει όταν χάνει ξαφνικά τον αγαπημένο της σύζυγο, τον Αχμέντ, αυτόν που εξαιτίας του έγινε μουσουλμάνα γιατί τον αγάπησε πολύ και η αγάπη της προς αυτόν ξεπερνούσε κάθε εμπόδιο που προέβαλλε εμπρός τους. Ούτε οι διαφορετικές θρησκείες, ούτε οι ατέλειωτες ώρες μοναξιάς (ο σύζυγός της ήταν ναυτικός) ούτε οι διαφορετικές συνήθειες και παραδόσεις της οικογένειας του Αχμέντ ούτε η επιτακτική ανάγκη να προσαρμοστεί η ίδια σε αυτές για να μπορεί να ζήσει δίπλα στον αγαπημένο της, την έκαναν να λυγίσει. Έζησε μαζί του απόλυτα ικανοποιημένη και εναρμονισμένη με τον κόσμο του Αχμέντ γιατί πολύ απλά τον αγαπούσε. Και γιατί πολύ απλά την αγαπούσε και εκείνος και δεν έπαυε στιγμή να της εκφράζει αυτή του την αγάπη. Μέσα από τα καθημερινά ηχογραφημένα μηνύματα που της στέλνει από τα μακρινά του ταξίδια. Μηνύματα γεμάτα στοργή, ενσυναίσθηση, τρυφερότητα. Μηνύματα που υπερκαλύπτουν την απουσία του. 
Ο κόσμος όμως της Μέρι, λυγίζει όταν ο Αχμέντ ξαφνικά πεθαίνει. Και ο ισορροπημένος κόσμος της Μέρι συντρίβεται και καταρρέει συθέμελα όταν ανακαλύπτει ότι ο σύζυγός της είχε δημιουργήσει ταυτόχρονα και άλλη οικογένεια στην απέναντι μεριά των Λευκών γκρεμών του Ντόβερ , στο Καλαί της Γαλλίας. Η Μέρι είναι πλέον αντιμέτωπη όχι μόνο με τη μοναξιά, αλλά και με την απάτη του συζύγου της. 
Την απώλεια μπορείς να την ξεπεράσεις όταν έχεις αγαπήσει βαθιά κάποιον. Οι αναμνήσεις, τα ηχογραφημένα ζεστά μηνύματα, είναι το βάλσαμο που αντισταθμίζει τον τεράστιο πόνο της απώλειας. Την απάτη όμως; Πώς την αντιμετωπίζεις; Τη διπλή ζωή του αγαπημένου σου , πώς την ερμηνεύεις; Πώς την εντάσσεις στον κόσμο που νόμιζες ότι οι μόνοι πρωταγωνιστές ήσουν εσύ, ο σύντροφός σου και η αγάπη σας; 
Το βάθος και η ποιότητα αυτής της αγάπης είναι τα μοναδικά στοιχεία που δίνουν τη δύναμη στη Μέρι να μην αφεθεί, να μην αφήσει τον εαυτό της να εγκαταλειφθεί στην απόλυτη μοναξιά και την απογοήτευση, να μην αφήσει τα συντρίμμια να θάψουν την ίδια και την προηγούμενη ζωή της στην κατάθλιψη και την απόλυτη ματαίωση. Ψάχνει να ανακαλύψει τα αίτια της απάτης, ερχόμενη σε επαφή με την άλλη οικογένεια του Αχμέντ με την Γαλλίδα σύντροφό του και τον έφηβο γιο τους. Δεν αφήνει τη ζήλια, την εκδίκηση, τον θυμό να εισχωρήσουν στο παραμελημένο κορμί της, ένα κορμί που δόθηκε κυριολεκτικά εσωτερικά και εξωτερικά στον αγαπημένο της σύντροφο. Ένα κορμί που στερήθηκε τη μητρότητα ένα κορμί που τόσο το αγαπάμε, όταν μέσα από την κάμερα του Αλίμ Καν – που δεν υπογράφει μόνο τη σκηνοθεσία αλλά και το σενάριο-το αντικρίζουμε γυμνό στον καθρέφτη με την Μέρι να ψηλαφεί σπιθαμή προς σπιθαμή τις ραγάδες της, το στήθος της, ψάχνοντας να ανακαλύψει τι ήταν αυτό που έκανε τον Αχμέντ να αναζητήσει τη σωματική επαφή σε ένα άλλο κορμί , τι ήταν αυτό που τον έκανε να ξαπλώνει με μια άλλη γυναίκα, να μοιράζεται τη ζωή του εξίσου με μια άλλη γυναίκα, αλλά και πόσα άλλα θα ήθελε να γευτεί αυτό το κορμί πόσα του στερήθηκαν που θα ήθελε να τα ζήσει αλλά δεν....
Οι εσωτερικές διαδρομές που ακολουθεί ο κάθε άνθρωπος προκειμένου να ανακαλύψει τις πικρές αλήθειες που κρύβονται στη ζωή του, δεν θα μπορούσαν να αποδοθούν σκηνοθετικά με καλύτερο τρόπο κατά τη γνώμη μου. Η Μέρι -εξαιρετικότατη ερμηνεία από την Τζοάνα Σκάνλαν- δεν μιλάει πολύ. Βιώνει βουβά με απόλυτη ψυχραιμία και μία εσωτερική αξιοπρέπεια όλο της το δράμα. Ο τρόπος της όμως αυτός την οδηγεί στο να γνωρίσει πραγματικά τον άλλον κόσμο του Αχμέντ και να μπορέσει έτσι να ξεδιαλύνει το θολό τοπίο της ζωής του αγαπημένου της κατανοώντας τον. Το πένθος, η απώλεια, η απογοήτευση δίνουν τη θέση τους στην κατανόηση που με τη σειρά της ενώνει τους διαφορετικούς κόσμους του Αχμέντ αναδεικνύοντας την ουσιαστική αγάπη, ως εκείνη την κινητήρια δύναμη που πραγματικά κανένα εμπόδιο δεν μπορεί να σταθεί εμπρός της.
Δεν είναι οι εσωτερικές διαδρομές που μας καθηλώνουν παρακολουθώντας την Μέρι σε αυτές. Είναι που μέσα από αυτές τις διαδρομές, μέσα από τη χαμηλότονη ,αλλά και γεμάτη ένταση ταυτόχρονα αφήγηση του Αλίμ Καν, παρακολουθούμε και τις δικές μας εσωτερικές διαδρομές ,αναζητούμε τις δικές μας αλήθειες, γιατί η Μέρι μας παίρνει από το χέρι και μας ανοίγει δρόμους. Δρόμους που μας βοηθούν να κατανοήσουμε τις δικές μας απώλειες, τις δικές μας ματαιώσεις, τις δικές μας απάτες, στις δικές μας σιωπηλές ζωές. 
Η ταινία θριάμβευσε στα βραβεία του ανεξάρτητου βρετανικού σινεμά και προβάλλεται αυτές τις μέρες στους κινηματογράφους.
--------------------------------
Καλλίτσα Βλάχου
Μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης Πετρούπολης. Είναι εκπαιδευτικός. Τον ελεύθερο χρόνο της, διαβάζει, βλέπει ταινίες, και παρακολουθεί τα τεκταινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Τον υπόλοιπο ελάχιστο ελεύθερο χρόνο της, απλά προσπαθεί να διατηρεί την ψυχραιμία της...


Τετάρτη 5 Ιανουαρίου 2022

Η Νύμφη του Νερού (Undine) | EDITORIAL

Γερμανογαλλική ταινία (2020), σκηνοθεσία Κρίστιαν Πέτζολντ με τους: Πάουλα Μπέερ, Φραντς Ρογκόφσκι, 

Ο ακριβοθώρητος έρωτας των παραμυθιών, η παραμυθένια διάσταση της αγάπης που μπορεί με τη δύναμή της να συνενώσει δύο ανθρώπους και να τους κάνει ένα , να ζει ο ένας μέσα από τον άλλο , να αναπνέει μέσα από τον άλλον, να αφουγκράζεται τους ήχους της καρδιάς του και να συντονίζει τους παλμούς της δικής του καρδιάς με τους παλμούς του συντρόφου του, να καταλαβαίνει μέσα από το βλέμμα την αλήθεια και το ψέμα του άλλου, αναβιώνει μέσα από τον μύθο της Ουντίνε . Της νύμφης του νερού που στον μύθο είναι η προδομένη γυναίκα του νερού. Σύμφωνα με αυτόν, ζει στον βυθό μιας λίμνης, και σκοτώνει τον άνδρα που τον αγάπησε και την αγάπησε σε έναν απέλπιδο έρωτα παίρνοντας την εκδίκησή της για την προδοσία του έρωτά της, αφού ο άντρας δεν τήρησε την απαράβατη συνθήκη της αγάπης τους και άφησε την Ουντίνε προκειμένου να παντρευτεί την πρώτη του αγάπη. Η Ουντίνε η νεράιδα του νερού στον μύθο πνίγει τον αγαπημένο της γιατί ως νεράιδα θέλει να τον κρατά για πάντα δέσμιο εγκλωβισμένο στο παρελθόν της δικής τους αγάπης του δικού τους έρωτα που είναι ένας και μοναδικός και δεν μπορεί να ξαναδημιουργηθεί σε καμία άλλη συνθήκη με κανένα άλλο πρόσωπο σε καμία άλλη εποχή. Είναι αυτός ο έρωτας των παραμυθιών όπου μέσα στον μύθο ο έρωτας βιώνεται ως μία υπαρξιακή κατάσταση που εκδηλώνεται μέσω ενεργειών επιλογής,απώθησης αλληλενέργειας, αποκλειστικότητας όπου ο χώρος και ο χρόνος δεν αποτελούν κανένα εμπόδιο στην εκδήλωση των ακραίων πράξεων της εκδήλωσης των αρχέγονων συναισθημάτων της αγάπης, της ζήλιας της εκδίκησης ως μιας έμφυτης τάσης του ανθρώπου να φέρει σε αρμονία τη διατάραξη της συμπαντικής ισορροπίας.

Η δική μας Ουντίνε στην ταινία του Κρίστιαν Πέτζολντ αναβιώνει αυτό τον μύθο προσδίδοντας του όμως νέα στοιχεία προσαρμόζοντάς τον στη σύγχρονη πραγματικότητα, σε μια προσπάθεια της να διατηρήσει και η ίδια αυτή την αρμονία που απειλείται πλέον από τις ενέργειες του σύγχρονου ανθρώπου. Η δική μας ηρωίδα ζει το παρόν στην πόλη του πρώην ανατολικού Βερολίνου δουλεύοντας ως ιστορικός πόλεων και κάνοντας ξεναγήσεις για τη Διεύθυνση Αστικής Ανάπτυξης της Γερουσίας. Σε αυτές τις ξεναγήσεις της η Ουντίνε παρουσιάζει στους επισκέπτες τις δύο διαφορετικές μακέτες της πόλης του πριν και του μετά. Τη μακέτα της πόλης πριν την πτώση του τείχους και τη μακέτα του σήμερα. Οπότε εμείς παρακολουθούμε μια σύγχρονη νεράιδα που ακροβατεί στην πόλη του χθες και του σήμερα. Και ως θεατές αναζητούμε τον συνδετικό κρίκο ανάμεσα στον μύθο και την πραγματικότητα μιας πόλης που αλλιώς ξεκίνησε και αλλιώς κατέληξε. Στην πόλη που προέκυψε μετά την ενοποίηση μας ξεναγεί η Ουντίνε και κατά τη διάρκεια της ξενάγησης, ζει τον δικό της μύθο που τοποθετείται χωροχρονικά στη σύγχρονη πραγματικότητα αλλά που υποδηλώνει την απέλπιδη προσπάθειά της να φύγει από έναν κόσμο που η σύγχρονη δυτική αστυακή ανάπτυξη κατέστησε αφιλόξενο αφού η απροσωπία και τα δεινά αυτής είναι η απτή απόδειξη των καταστροφικών συνεπειών του βιομηχανικού πολιτισμού. Μια απροσωπία που αποτυπώνεται στις σύγχρονες μακέτες, όσο και ωραιοποιημένων να φαίνονται, που δηλώνεται επίσης με τη σύγχρονη άποψη της μοντέρνας αρχιτεκτονικής ότι ο σχεδιασμός ενός κτιρίου μπορεί να προκύψει από την καλύτερη δυνατή προσέγγιση της προβλεπόμενης χρήσης του. Η εμφάνιση αποτελεί συνεπακόλουθο της χρήσης. Και παρατηρούμε και την αντίφαση που παρατηρείται και σε αυτό που κτίρια όπως το ανάκτορο του Βερολίνου που είχε καταστραφεί,να ξαναχτίζεται πάλι με τη μορφή που του είχαν δώσει οι ηγεμόνες του 18ου αιώνα για να χρησιμέψει ως ένα σύγχρονο μουσείο. 
Είναι άραγε μια ένδειξη αποστροφής προς τη σύγχρονη πραγματικότητα των κλειστών αστικών πόλεων όπου ο δημόσιος χώρος και οι δημόσιες συναθροίσεις πλέον καταργούνται και μια έντονη διάθεση νοσταλγίας και επιστροφής στη ρομαντική φυγή από την πραγματικότητα μέσα από την αναβίωση μύθων όπου το ακραίο των συναισθημάτων και των ενεργειών που απορρέουν μέσα από αυτά αντισταθμίζει κατά κάποιο τρόπο τον φόβο της απροσωπίας που βιώνει σήμερα ο άνθρωπος και που με τη σειρά του ο φόβος αυτός ενθαρρύνει τις φαντασιώσεις του; Μπορεί... 
Μέσα από την έμπειρη σκηνοθετική και διεισδυτική ματιά του ο Κρίστιαν Πέτζολντ που προσωπικά τον λάτρεψα από «Το τραγούδι του Φοίνικα», κάμπτουμε τις όποιες αντιστάσεις μας στο μεταφυσικό και αφηνόμαστε στη μαγεία της ξενάγησής μας στον μύθο που ζωντανεύει τα συναισθήματα των ανθρώπων που οι μακέτες των σύγχρονων μεγαλουπόλεων κρατούν εγκλωβισμένα στα χρηστικά κτίρια -όπου όμως η χρήση αυτών βρίσκεται μακριά από την εκδήλωση ειλικρινών συγκινησιακών σχέσεων- όπου η φαντασίωση αποδεσμεύεται από τη σύγχρονη τάση που θέλει τη δομή των κινήτρων του κάθε ατόμου να είναι κοινή και να υπάγεται στην ίδια ενορμητική ζωή. 
Ο παραμυθένιος έρωτας που αποδίδεται εξαιρετικά από τους ήρωές μας Πάουλα Μπέερ και Φραντς Ρογκόφσκι, σηματοδοτεί μέσα μας έντονες συναισθηματικές καταστάσεις που καλώς η κακώς (μάλλον το δεύτερο) κρατάμε φοβικά εγκλωβισμένες μέσα μας φοβούμενοι την ανατροπή της κανονικότητάς μας που πάντα και διαχρονικά προβάλλει εμπόδια στο ολοκληρωτικό βίωμα μιας πλήρους απελευθερωτικής κατάστασης στην οποία μπορεί να οδηγήσει η συνύπαρξη και ολοκληρωτική συνένωση δυο ανθρώπων. Μίας κατάστασης που αποδεσμεύει το άτομο από τον χώρο και τον χρόνο και το κάνει να νικήσει την επερχόμενη φθορά που ξεκινά από τη στιγμή που γεννιέται και έρχεται από την πρώτη μέρα κιόλας της ζωής του αντιμέτωπο με την υπέρτατη υπαρξιακή του μοναξιά... 
Η ταινία απέσπασε τόσο την Αργυρή Άρκτο στο Φεστιβάλ Βερολίνου όσο και το Ευρωπαϊκό Βραβείο για την ερμηνεία της Πάουλα Μπέερ.

--------------------------------
Καλλίτσα Βλάχου
Μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης Πετρούπολης. Είναι εκπαιδευτικός. Τον ελεύθερο χρόνο της, διαβάζει, βλέπει ταινίες, και παρακολουθεί τα τεκταινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Τον υπόλοιπο ελάχιστο ελεύθερο χρόνο της, απλά προσπαθεί να διατηρεί την ψυχραιμία της...

Δείτε ακόμη:

Ετικέτες

Κινηματογραφική Λέσχη Πετρούπολης dimos petroupolis petroupoli.gov.gr pkdp.gr σινέ πετρούπολις Δήμος Πετρούπολης Θερινός Κινηματογράφος Πετρούπολης δημοτικός κινηματογράφος πετρούπολης Θερινό Σινεμά Πετρούπολης Πνευματικό Κέντρο Πετρούπολης πολιτιστικό κέντρο πετρούπολης πρόγραμμα 2017 Κινηματοθέατρο Πετρούπολις editorial άρθρα Ελεύθερη είσοδος παιδική ταινία πρόγραμμα 2018 όσκαρ πρόγραμμα 2019 ελληνική ταινία cinelesxi_petroupolis Petroupoli Πετρούπολη καλοκαίρι 2022 Ταινίες Ινστιτούτο Θερβάντες Σινεμά Πετρούπολη καλοκαίρι 2018 πρόγραμμα 2020 καλοκαίρι 2019 καλοκαίρι 2021 Ισπανική πρεσβεία καλοκαίρι 2020 καλοκαίρι 2023 κωμωδία Πρεσβεία Αργεντινής γαλλική ταινία Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης ισπανική ταινία πρεσβεία βενεζουέλας Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών ιταλική ταινία χειμώνας 2019-2020 Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο Φεστιβάλ ταινιών μικρού μήκους Δράμας ιρανική πρεσβεία Πρεσβεία Νορβηγίας ιρανική ταινία Απρίλιος 2019 Ιούνιος 2023 πρόγραμμα 2021 Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης Πρεσβεία Ουρουγουάης πρεσβεία Ισημερινού