Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα editorial. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα editorial. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 3 Δεκεμβρίου 2021

Τρυφερούδι / Softie 62ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης | EDITORIAL


"Δεν κάνετε τίποτα για να βγείτε από τον κόσμο σας" αναφέρει σε ένα ξέσπασμα ο δεκάχρονος Τζόνι που έχει αναλάβει πολλούς ρόλους και πολλές ευθύνες μέσα σε μια οικογένεια όπου η μητέρα του και ο εξαφανισμένος πατέρας του αδυνατούν να φέρουν εις πέρας τους δικούς τους ρόλους και να ανταποκριθούν στις ευθύνες που τους αναλογούν όταν επέλεξαν τη δημιουργία αυτής. Και ο κόσμος του Τζόνι αλλά και της οικογένειάς του είναι ένα διαμέρισμα σε μια εργατική πολυκατοικία σε μια άγρια γειτονιά στην Ανατολική Γαλλία. 

Μόνο που ο Τζόνι δεν έχει αποδεχτεί τον κόσμο αυτόν δεν έχει αποδεχτεί την περιθωριοποίηση που υπάρχει και επιβάλλεται από τις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες, αλλά παρατηρεί αυτόν τον κόσμο μέσα από μια οξυδερκή ματιά διαποτισμένη από τα χαρακτηριστικά αυτής της ηλικίας. Αθωότητα, κυρίαρχη αίσθηση του δικαίου, όραμα και ελπίδα για καλύτερη ζωή, πρώιμα εφηβικά ερωτικά σκιρτήματα αναζήτησης της θέσης και της ταυτότητας του, έντονες ψυχολογικές μεταπτώσεις που συνοδεύουν τη ματαιότητα και την απόρριψη των "θέλω του". 

Και μέσα σε αυτόν τον κόσμο της αναζήτησής του η παρουσία ενός νέου δασκάλου στο σχολείο του Τζόνι έρχεται να φωτίσει, να προσθέσει στον κόσμο του Τζόνι ανοίγοντας του άλλους ορίζοντες άλλες προοπτικές. Και ενώ ο Τζόνι κάνει από τη μεριά του τεράστιες προσπάθειες προσέγγισης του δασκάλου του που θαυμάζει και που θεωρεί σανίδα σωτηρίας του από τον περιθωριοποιημένο κόσμο που του έχουν επιβάλλει να ζει, ο δάσκαλος σε όλο αυτό αποδεικνύεται "λίγος". "Λίγος" γιατί δεν έχει συνειδητοποιήσει και ο ίδιος ότι έχει αποδεχτεί τα όρια αυτά. Όρια που τον αποστασιοποιούν από τα πραγματικά προβλήματα των παιδιών που ζουν στις κακόφημες περιοχές. Γιατί μέσα και σε αυτές τις γειτονιές υπάρχουν οι διαχωριστικές γραμμές. Μέσα στην ίδια γειτονιά υπάρχουν οι φτωχές εργατικές πολυκατοικίες που ζει ο Τζόνι και ταυτόχρονα υπάρχουν τα πλούσια προάστια όπου ζει ο διορισμένος δάσκαλος. Ο οποίος εικάζει για τον εαυτό του ότι έχει έρθει σε ένα υποβαθμισμένο σχολείο για να προσφέρει βοήθεια στους φτωχούς και παραμελημένους από το κράτος και τις οικογένειές τους μαθητές. Σε ένα σχολείο που βρίσκεται στον τροχό της κατηγοριοποίησης αφού θεωρείται κακόφημο και κατώτερο των άλλων σχολείων της πόλης και αφού δεν δίνει προοπτικές ανέλιξης των μαθητών που φοιτούν σε αυτό με δεδομένο ότι δεν μπορούν να ανταγωνιστούν τους μαθητές των άλλων «καλών» σχολείων μεταθέτοντας το βάρος της ευθύνης όχι στο σύστημα αλλά στην ατομική ευθύνη του κάθε μαθητή που πρέπει να κυνηγήσει την υποτροφία για να ξεφύγει. Και μέσα σε όλο αυτό ο δάσκαλος που αρνείται να παραβιάσει τα όρια που του θέτει το σύστημα καλλιεργώντας για τον εαυτό του την ψευδαίσθηση ότι κάνει ό,τι μπορεί, ο δάσκαλός που δεν μπαίνει στον κόσμο του μαθητή του αρνούμενος να καταλάβει το τι σημαίνει παιδαγωγικός έρωτας, αρνούμενος να αφήσει το συναίσθημά του να ακουμπήσει πάνω στο δεκάχρονο παιδί που τόσο το έχει ανάγκη γιατί φοβάται μήπως κατηγορηθεί ότι ξεπερνάει τα όρια εκείνα που θέλουν αποστασιοποιημένο τον δάσκαλο από τον μαθητή, αρνούμενος να υποδείξει τις σωστές κατευθύνσεις στον Τζόνι που σε ένα παραλήρημα του παιδικού του μυαλού προβαίνει σε απονενοημένες κινήσεις. Πουθενά δεν βρίσκεται ο δάσκαλος μέσα στον κόσμο του Τζόνι του μαθητή που τόσο θαυμάζει τον δάσκαλό του. 

Και όμως προς τα έξω αλλά και προς τον ίδιο του τον εαυτό ο δάσκαλος αυτός, καλλιεργεί την εικόνα, ότι είναι εκεί για να βοηθήσει τους αδύναμους και κατατρεγμένους μαθητές αυτού του συστήματος. Αποδεικνύεται όμως ότι δεν έχει καμία διάθεση να αλλάξει αυτό το σύστημα. Και αυτό το αντιλαμβάνεται ο Τζόνι. Αντιλαμβάνεται πολύ καλά ότι όταν θες πραγματικά να αλλάξεις ένα σύστημα δεν κάθεσαι με σταυρωμένα τα χέρια αλλά πρώτα και κύρια αποφασίζεις να σπάσεις τα όρια. Τα ορατά και τα αόρατα. 

Μία ταινία που προχωράει πολύ πέρα από το "φαίνεσθαι" πολύ πιο βαθιά από την εξιδανίκευση των δασκάλων και μαθητών μη έχοντας στόχο την επίρριψη ευθυνών αλλά την ουσιαστική αναζήτηση αιτίων που χρόνια τώρα οδηγούν στη δημιουργία διαχωριστικών γραμμών που αυξάνονται και πληθύνονται. 

Μία ταινία που δικαίως κατά τη γνώμη μου απέσπασε το Βραβείο Καλύτερης Ταινίας - Χρυσός Αλέξανδρος "Θόδωρος Αγγελόπουλος" στο 62ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, όχι τόσο για το βραβείο αλλά για την ανάδειξή της μέσα από αυτό το βραβείο. 

Και για την ανάδειξη ενός μηνύματος που δεν χαϊδεύει καθόλου αυτιά. Για την ανάδειξη μιας προσπάθειας να σου πει όχι το βολικό ότι για όλα φταίει ο καπιταλισμός, αλλά ότι για όλα φταίει αυτό που και εμείς οι ίδιοι αρνούμαστε σθεναρά να δούμε: Φταίει ο ύπουλος τρόπος με τον οποίο ο καπιταλισμός επηρεάζει τις συνειδήσεις μας παρέχοντάς μας την ψευδαίσθηση ότι κάνουμε ό,τι μπορούμε για να αποτρέψουμε την καταστροφική του λαίλαπα.

-------------------------------

Καλλίτσα Βλάχου
Μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης Πετρούπολης. Είναι εκπαιδευτικός. Τον ελεύθερο χρόνο της, διαβάζει, βλέπει ταινίες, και παρακολουθεί τα τεκταινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Τον υπόλοιπο ελάχιστο ελεύθερο χρόνο της, απλά προσπαθεί να διατηρεί την ψυχραιμία της…


Δείτε ακόμη:

 


Δευτέρα 29 Νοεμβρίου 2021

Τι είδαμε στο 62ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης | EDITORIAL


Το 62ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης ολοκληρώθηκε την Κυριακή 14/11/2021, με τις περισσότερες ταινίες να είναι διαθέσιμες και online στην πλατφόρμα του Φεστιβάλ. Το μεγάλο Βραβείο Καλύτερης Ταινίας-Χρυσός Αλέξανδρος "Θόδωρος Αγγελόπουλος" απέσπασε η ταινία "ΤΡΥΦΕΡΟΥΔΙ/SOFTIE" του Σαμουέλ Τεΐς, το Ειδικό Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής-Αργυρός Αλέξανδρος, η ταινία "Η ΚΛΑΡΑ ΜΟΝΗ/CLARA SOLA" της Νάταλι Άλβαρες Μεσέν, μια συμπαραγωγή Σουηδίας, Κόστα Ρίκα, Βελγίου και Γερμανίας και το Ειδικό βραβείο της Κριτικής Επιτροπής για Καλύτερη Σκηνοθεσία-Χάλκινος Αλέξανδρος, η ταινία "ΤΟ ΚΟΥΤΙ/THE BOX", που είναι επίσης συμπαραγωγή Μεξικό- ΗΠΑ. 
Η παρουσία μας στο Φεστιβάλ ήταν διαδικτυακή, καθώς δεν είχαμε τη δυνατότητα να παραβρεθούμε στις αγαπημένες μας αίθουσες. 
Ξεκινήσαμε με την ταινία Φλέβα χρυσού / Mother Lode. Μια ταινία του Ματέο Τορτόνε που κέρδισε το βραβείο Eurimages Lab Award (Αγορά Work In Progress, Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης 2019), και μας άρεσε πολύ. Ο Χόρχε εγκαταλείπει την επιχείρηση μοτο-ταξί που διατηρεί στα προάστια της Λίμα μαζί με την οικογένεια του, για να αναζητήσει την τύχη του ως μεταλλωρύχος στο ψηλότερο και πιο επικίνδυνο χρυσωρυχείο των Άνδεων στο Περού. Αφήνει πίσω του την οικογένεια του ψάχνοντας να βρει μια ευκαιρια για να μπορέσει να μεγαλώσει την κόρη του. Κυνηγάει το όνειρο για μια καλύτερη ζωή οπως και άλλοι Περουβιανοί οι οποίοι δεν εγκαταλείπουν τα όνειρα τους. Θαμμένη κάτω από έναν παγετώνα στο βουνό, η Λα Ρινκονάδα είναι η "πιο κοντινή πόλη στον ουρανό". Φιλοξενεί χιλιάδες εποχιακούς εργάτες όπως ο Χόρχε, που αναζητούν μια ευκαιρία και μια καλύτερη ζωή. Εδώ ξεκινά ένα ταξίδι γεμάτο οιωνούς, κατά το οποίο η πραγματικότητα εμπλέκεται με τη μαγεία και ο μύθος του πλούτου βασίζεται σε μια θυσία: κάθε τόσο, εργάτες του ορυχείου εξαφανίζονται μυστηριωδώς. "Ο χρυσός ανήκει στον Διάβολο. Το μαθαίνεις στα 13 όταν πας στο ορυχείο για πρώτη φορά..Λένε ότι ο Διάβολος είναι ένας ανθρωπάκος ντυμένος μεταλλωρύχος, που περιφέρεται στο ορυχείο με τη λάμπα και την αξίνα του, έχει λευκό μούσι και το χλωμό πρόσωπο ενός γκρίνγκο". Όταν η φλέβα του χρυσού λεπταίνει, ο Ελ Τίο ντε λα Μίνα απαιτεί θυσίες και ο Διάβολος θα δείξει την ευγνωμοσύνη του. 
Δεν πρόκειται για μία μόνο ιστορία, αλλά για πολλές. Οι ιστορίες δε μιλούν για κανέναν, αλλά θα μπορούσαν να μιλούν για οποιονδήποτε. Είναι ιστορίες που μιλούν για την τιμή του χρήματος και τις συνέπειές του και δεν έχουν τέλος,γιατί στο σκοτάδι ενός τούνελ τα ονόματα ξεχνιούνται και οι αναμνήσεις των ανθρώπων εξαφανιζονται στο χιόνι και το κρύο. 
Το κουτί / La Caja. Μια ταινία του Λορένσο Βίγας που βραβεύτηκε με το Χάλκινο Αλέξανδρο και κέρδισε το Golden Lion Καλύτερης Ταινίας στο 72ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας. Ο έφηβος Ατζίν καταφθάνει στην μέση του πουθενά να παραλάβει το κουτί με τα απομεινάρια του πατέρα του. Ομως κάτι δεν πάει καλά. Αυτός ο εργοδηγός που συναντά τυχαία, μοιάζει στον μπαμπά του, δεν μπορεί να τον γελούν τα μάτια του. Κι αν τον έχει ξεγελάσει ο μπαμπάς του; Άλλαξε όνομα, εργασιακή ηθική, ζωή. Και τι είναι καλύτερο τελικά; Που τον βρήκε ζωντανό κι έχει μια ελπίδα να κερδίσει την αγάπη και τη σχέση του μαζί του; Ή να έπαιρνε το κουτί, να έβαζε και μέσα την καρδιά και την αθωότητα του και να έφευγε; Οι αποφάσεις που έπρεπε να πάρει σε μια ηλικία που όλα θα τον στιγματίσουν πολλές και όλες βασισμένες σε μια ωριμότητα που δεν έχει προλάβει να αναπτύξει. Γυρισμένο στη συνοριακή πόλη Σιουδάδ Oυάρες, αποκαλύπτει το παζλ της απίστευτης βιαιότητας και τα εκβιαστικά δίκτυα εγκληματικής διακίνησης που εκμεταλλεύονται τα όνειρα των μεταναστών στα εργοστάσια του Μεξικού, τοποθετώντας τους ανθρώπους σε άψυχα αντικείμενα χωρίς καμία οντότητα αλλά μόνο σαν ένα γραναζι της μηχανής του καπιταλισμού και του καταναλωτισμού.  Ταυτόχρονα αποτελεί ένα δράμα ενηλικίωσης και μια σπαρακτική μελέτη σχετικά με τους τεταμένους οικογενειακούς δεσμούς.
Saison Morte. Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του Θανάση Τότσικα στην οποία πρωταγωνιστούν οι Δημήτρης Λάλος, Τζένη Θεωνά, Ορέστης Τζιόβας, Τόνια Σωτηροπούλου, Θανάσης Ταταύλαλης. Όταν ξεκινά μια σειρά από βίαιες δολοφονίες, ο Χρήστος είναι ο μόνος που μπορεί να εξηγήσει τι συνέβη. Ξεκινάει να αφηγείται σε δύο αστυνομικούς μια ιστορία στην οποία κανένας δεν είναι αυτό που φαίνεται και όλα ή όλοι αλλάζουν ρόλους και θέσεις μέχρι την τελική ανατροπή. Όλοι έχουν τους δικούς του εγωιστικους σκοπους και δεν θα σταματήσουν πουθενά για την επίτευξη τους. Μια ιστορία για την εξαπάτηση, για την αφήγηση που χειραγωγεί και κατευθύνει τον θεατή μέχρι το τελευταίο της λεπτό.  Κλασική, ατμοσφαιρική αφήγηση που εκμεταλλεύεται με ουσιαστικό τρόπο το φυσικό σκηνικό της Μήλου, και μας ξετυλίγει ένα μυστήριο γεμάτο απληστία, έρωτα, προδοσία και θυμό.

Διαγράφοντας τον Φρανκ / Eltörölni Frankot. 1983, πίσω από το Σιδηρούν Παραπέτασμα της Ανατολικής Ευρώπης στη Βουδαπέστη: Ο Φρανκ είναι ο χαρισματικός τραγουδιστής ενός παράνομου πανκ συγκροτήματος που ενσαρκώνει τη φωνή της γενιάς του ενάντια στο απολυταρχικό καθεστώς. Σε μια εποχή που το καλό και το κακό, το σωστό και το λάθος ήταν έννοιες προκαθορισμένες, η πανκ μουσική και η διαφορετικότητα θεωρουνταν ενάντια στην ηθική που το ίδιο ανήθικο καθεστώς είχε ορίσει. Όταν η αστυνομία τον οδηγεί σε μια ψυχιατρική κλινική με σκοπό την απομόνωση και τη σιωπή του, ο Φρανκ θα θυσιάσει τα πάντα για να αντισταθεί. Μια κλινική με μόνο σκοπό την αφαίρεση οποιασδήποτε ιδεολογίας και της ταυτότητας των τροφίμων της. Μια εναλλακτική μορφή ντοκιμαντέρ και κοινωνικού δράματος, που αφήνει περιθώριο στο κοινό του να βιώσει μια ακατέργαστη εμπειρία εντός μιας απάνθρωπης οργουελιανής πραγματικότητας. Ο αφανισμος παίρνει τη μορφή της διαγραφής της ταυτότητας του επαναστάτη, με ένα διφορούμενο τέλος και την κριτική του σκηνοθέτη για την πολιτική ψυχιατρική.

---------------------------------
Αφροδίτη Παπαδάκη
Μένει στην Πετρούπολη και είναι μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης από το 2011. 
Ασχολείται με τα οικονομικά και το χορό. 
Στον ελεύθερο χρόνο της κάνει γιόγκα, διαβάζει βιβλία και βλέπει πολλές ταινίες και ξένες σειρές.
Instagram: @aphrobooky

Δείτε ακόμη:
                            



Σάββατο 27 Νοεμβρίου 2021

Ένας Ήσυχος Άνθρωπος | EDITORIAL

Ένας Ήσυχος Άνθρωπος του Τάσου Γερακίνη
«Στους "ήσυχους ανθρώπους" θα έλεγα να αμφισβητούν καθημερινά τις βεβαιότητές τους και να φέρνουν στην επιφάνεια την ανήσυχη πλευρά τους...» αναφέρει μεταξύ άλλων σε συνέντευξή του, ο σκηνοθέτης της ταινίας « Ένας ήσυχος άνθρωπος» Τάσος Γερακίνης.
Και αυτό κάνει ο ήρωας του ο Μάκης. Μόνο που οι βεβαιότητές του, πριν προλάβει καν να τις αμφισβητήσει ο ίδιος, καταρρέουν σαν χάρτινος πύργος. Και βέβαια μπρος σε αυτήν την κατάρρευση όχι μόνο τις αμφισβητεί, όχι μόνο τις αποδομεί αλλά καταφέρνει μέσα από τα συντρίμμια τους να σώσει την τελευταία στιγμή ό,τι μπορεί να σωθεί. Και αυτό που έχει πλέον πιθανότητες να σωθεί είναι ό,τι περιέχει μέσα του αλήθεια. Αυτή την αλήθεια που ούτε και ο ίδιος ο Μάκης δεχόταν να δει εξαιτίας της ασφυκτικής και αποπνικτικής ατμόσφαιρας της επαρχίας που ζει. Μιας επαρχίας που κάτω από τη φαινομενική της ησυχία βράζει. Βράζει μέσα στα στερεότυπά της μέσα στην πατριαρχία της μέσα μέσα στα απωθημένα που δημιουργούνται εξαιτίας της φοβερής καταπίεσης. Μιας επαρχίας που πίσω από τη φαινομενική της ησυχία βιώνονται ανθρώπινα δράματα που δύσκολα έρχονται στο φως για να μην διασαλευτεί αυτή η ησυχία. Μιας επαρχίας που ταυτίζει την έννοια της ησυχίας με την υποταγή. 
Ο ήσυχος Μάκης που μέχρι τώρα δεν είχε απασχολήσει την κλειστή κοινωνία του ακριτικού νησιού, μετατρέπεται σε έναν δυναμικό πατέρα όταν αντιλαμβάνεται και διαπιστώνει ότι πίσω από την επιβεβλημένη ησυχία μέσα στην οποία είχε οριοθετήσει τη ζωή του, καταδίκαζε σε θάνατο (μεταφορικά) όχι μόνο τον εαυτό του αλλά και τα αγαπημένα του πρόσωπα. Όταν διαπιστώνει πως χρόνια τώρα υπέτασσε τις ανάγκες, τις επιθυμίες του, τα όνειρά του, την ελευθερία του την ίδια στο παράλογο μιας κλειστής κοινωνίας που δέχεται αξιωματικά τις αρχέτυπες καταβολές που θέλουν τον "πατέρα αφέντη" να επιβάλλει και να καθορίζει ο ίδιος τις ζωές των μελών της οικογένειάς του. Πολλές φορές μέσα στην ταινία αναφέρονται φράσεις του τύπου: «τι πατέρας είσαι εσύ;» ή «τέτοιος που ήσουν τι να περιμένουμε από την κόρη σου...» ή «το μήλο κάτω από τη μηλιά...» που προσδίδουν στον πατέρα αυτή την υπέρμετρη εξουσία της καταδυνάστευσης και της παντοδυναμίας και βέβαια της απόδοσης εξ ολοκλήρου της ευθύνης που δεν κατάφερε να ανταποκριθεί στον ρόλο αυτό. Λόγια που δεν ειπώνονται παρά μόνο πίσω από τις πλάτες ή σε μη ελεγχόμενες καταστάσεις , λόγια που τροφοδοτούνται από το συσσωρευμένο δηλητήριο των ανικανοποίητων παθών των άσβεστων πόθων, των απραγματοποίητων ονείρων που όλα μαζί αποτελούν ένα εκρηκτικό μείγμα απωθημένων που το ξέσπασμά του δεν αργεί να εκδηλωθεί και να ταράξει τα λιμνάζοντα νερά του νησιού, που η φυσική του ομορφιά δεν καταφέρνει να φέρει την εσωτερική γαλήνη αφού αυτή διαταράσσεται από την άγρια κοινωνία των ανθρώπων.
Παρακολουθούμε έναν εξαιρετικό Τάκη Σακελλαρίου που υποδύεται τον φιλήσυχο οινοποιό, τον Μάκη που ζει απομονωμένος σ’ ένα ακριτικό νησί μαζί με την κόρη του, ο οποίος πέφτει θύμα ομηρίας από έναν επικίνδυνο δραπέτη που παγιδεύεται στο χωριό κοντά στα σύνορα, προσπαθώντας να φύγει στη γειτονική χώρα. Ο Μάκης δεν βρίσκεται αντιμέτωπος μόνο με την προσωπική του ομηρία αλλά και αντιμέτωπος με τον κίνδυνο η κόρη του να συνάψει σχέσεις με τον δραπέτη και να μετατραπεί σε υποχείριο αυτού. Παρουσιάζει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον ο τρόπος με τον οποίο οι ήρωες προκειμένου να ξεφύγουν από τη μια μορφή καταπίεσης, πολύ εύκολα υποκύπτουν σε μια άλλη, αναπαράγοντας τον φαύλο κύκλο της στέρησης της ελευθερίας τους. Αποδίδεται με πολύ ωραίο ο τρόπο η δημιουργία σχέσεων εξάρτησης που παραχαράζουν την ταυτότητα του κάθε ατόμου και που έγκειται πλέον στο θάρρος του καθενός να αντικρίσει κατάματα την αλήθεια του. Τα λάθη του παρελθόντος με τα οποία αναγκάστηκε να συμβιβαστεί, το κακό που άθελά του μπορεί να προξένησε στους αγαπημένους του, και στον ίδιο του τον εαυτό. Ο ρόλος του δραπέτη δρα καταλυτικά στην περίπτωση του Μάκη.Τον βοηθά να συνειδητοποιήσει όλα τα παραπάνω καθόλου ανώδυνα . Καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας παρακολουθούμε την πορεία αυτογνωσίας του μέσα από έναν βουβό πόνο που ζωγραφίζεται στο κουρασμένο, λυπημένο και απογοητευμένο από τις πολλές ματαιώσεις και απανωτά λάθη πρόσωπό του. Μια πορεία όμως που τον οδηγεί τελικά στο να πάρει την κατάσταση στα χέρια του και να δράσει. Από θύμα να μετατραπεί σε ενεργό υποκείμενο. Και εδώ αυτό πλέον που έχει σημασία δεν είναι αν πράττει το σωστό ή το λάθος, αλλά το ότι σπάει τα δεσμά της υποταγής του, σπάει τις αλυσίδες του φόβου και γίνεται αυτό που νιώθει, αυτό που είναι μέσα του, προκειμένου να φέρει εις πέρας τον πραγματικό ρόλο του πατέρα. Που δεν είναι άλλος από το να προστατέψει το παιδί του. Έναν ρόλο που καμία σχέση δεν έχει με τα πατριαρχικά στερεότυπα της κλειστής κοινωνίας που ζει. 
Μια ταινία που παρακολουθείται με αμείωτο ενδιαφέρον (εμπεριέχει έντονα τα στοιχεία του ψυχολογικού θρίλερ) μία ταινία που έρχεται να αναδείξει και τις δικές μας βεβαιότητες που τελικά δεν είναι και τόσο δεδομένες και που εύκολα σε κάποια φάση της ζωής μας μπορούν να ανατραπούν, μια ταινία που έρχεται να μας πει ότι η μοναδική βεβαιότητα βρίσκεται στη διαρκή μας ανησυχία του να προσπαθούμε να ανακαλύψουμε πίσω από κάθε πράξη μας την αλήθεια που βρίσκεται σε αυτή. Και για την ακρίβεια, του πόσο στον προσδιορισμό αυτής της αλήθειας συμμετέχουμε εμείς και πόσο οι αντιλήψεις των άλλων. «Ο ήσυχος άνθρωπος» προβλήθηκε πέρυσι στο 61ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και αποτελεί το κινηματογραφικό ντεμπούτο ενός πολλά υποσχόμενου, κατά τη γνώμη μου, σκηνοθέτη του Τάσου Γερακίνη.Προβάλλεται αποκλειστικά από τις 25 Νοεμβρίου στον κινηματογράφο Άστυ.
--------------------------------
Καλλίτσα Βλάχου
Μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης Πετρούπολης. Είναι εκπαιδευτικός. Τον ελεύθερο χρόνο της, διαβάζει, βλέπει ταινίες, και παρακολουθεί τα τεκταινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Τον υπόλοιπο ελάχιστο ελεύθερο χρόνο της, απλά προσπαθεί να διατηρεί την ψυχραιμία της...

Δείτε ακόμη:

Πέμπτη 7 Οκτωβρίου 2021

"Ζούσε τη ζωή της" (Vivre sa Vie) του Ζαν-Λικ Γκοντάρ

"Ζούσε τη ζωή της" του Ζαν-Λυκ Γκοντάρ με τους: Ανα Καρίνα, Αντρέ Λαμπάρτ, Σαντί Ρεμπό, Ζεράρ Οφμάν, Γκιλέν Σλουμπεργκέρ

Όταν επιλέγεις την αντικειμενική ομορφιά (Άννα Καρίνα) όχι για να προβάλλεις το φυσικό κάλλος που αδιαμφισβήτητα εκπέμπεται από αυτήν αλλά για να την τοποθετήσεις μέσα σε μίζερα καταθλιπτικά δωμάτια φτηνών ξενοδοχείων, αναδεικνύοντας πρωτίστως την εσωτερική σύγκρουση του ωραίου που υπάρχει σε όλους μέσα μας, απέναντι σε μία κοινωνία που έχει πάψει πλέον να το βλέπει, μια κοινωνία που βουλιάζει καθημερινά στον βούρκο της οικονομικής και ιδεολογικής της κατάρρευσης,
...όταν δεν επιδιώκεις να αναδείξεις την πορεία μιας ζωής τοποθετημένης και στοιβαγμένης σε κατευθυνόμενες και προσανατολισμένες κινήσεις, αλλά επιλέγεις στιγμιότυπα μιας ζωής που καθορίζουν και καθορίζονται όχι μόνο από το τυχαίο, αλλά κυρίως από το συνειδητά επιλεγμένο στον δρόμο των υπαρξιακών σου αναζητήσεων, 
...όταν με την άψογη κινηματογράφηση του προσώπου της ηρωίδας σου, καταφέρνεις να «πεις» στον θεατή σου (γιατί έχεις καταφέρει να τον κάνεις να αντικρίζει τα πάντα πλέον μέσα από τα μάτια της ηρωίδας σου) ότι οι σιωπές μας είναι καμιά φορά ο πιο δυνατός τρόπος επικοινωνίας μας, γιατί εμπεριέχουν την ωριμότητα και τη σοφία της αποστασιοποίησης και γιατί πολλές φορές συμβαίνει οι λέξεις να μην μπορούν να εκφράσουν...
όταν σώζεις τις λέξεις από τον ευτελισμό τους, αλλά και την ίδια σου τη σκέψη από τον ευτελισμό αυτό, αφού οι λέξεις είναι τα εργαλεία αποκωδικοποίησης αυτής,
...όταν προσφέρεις πολλά κομμάτια του εαυτού σου, ίσως και πολλούς εαυτούς σου σε μία κοινωνία που αδιαφορεί περιχαρακωμένη στην ηττοπάθεια και τον ναρκισσισμό της, 
...όταν προσφέρεις σε αυτήν όχι για να λάβεις αλλά για να ανακαλύψεις στο τέλος το κομμάτι εκείνο του εαυτού σου που δεν θέλεις να το δώσεις, αυτό που είναι το πολυτιμότερο για εσένα και με αυτό θα πορευτείς για να αντέξεις, για να μπορείς να είσαι καλά και με αυτό πλέον θα ζήσεις τη ζωή σου... 
Τότε φτιάχνεις το αριστούργημα που λέγεται «Ζούσε τη ζωή της» όπου η Άννα Καρίνα, καθ' όλη τη διάρκεια της κινηματογραφικής αφήγησης με το βλέμμα της, τις εκφράσεις της, τις σιωπές της, τις απογοητεύσεις της, τα αδιέξοδά της, τις προσποιήσεις της, την προκλητικότητά της, το θάρρος της, την αφέλειά της, νοηματοδοτεί τις λέξεις «Ζωή» και «Ζω», αποδίδοντας τους την πραγματική τους σημασία.
Και τότε βέβαια, δικαίως σου αποδίδεται ο τίτλος του ΜΕΓΑΛΟΥ σκηνοθέτη που ακούει στο όνομα Ζαν Λυκ Γκοντάρ.
Γιατί είναι πολύ μεγάλη υπόθεση, όπως γράφει και ο αξέχαστος Β. Ραφαηλίδης αναφερόμενος σε αυτόν τον σκηνοθέτη, να κάνεις ένα σινεμά που δεν έχει το ελατήριο της μυθοπλασίας εντός του μύθου αλλά εντός της κεφαλής του δημιουργού. Εντός μιας εσωτερικής αναγκαιότητας που αγγίζει όλους μας.

--------------------------------
Καλλίτσα Βλάχου
Μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης Πετρούπολης. Είναι εκπαιδευτικός. Τον ελεύθερο χρόνο της, διαβάζει, βλέπει ταινίες, και παρακολουθεί τα τεκταινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Τον υπόλοιπο ελάχιστο ελεύθερο χρόνο της, απλά προσπαθεί να διατηρεί την ψυχραιμία της...



Κυριακή 19 Σεπτεμβρίου 2021

Land | EDITORIAL

Land της Ρόμπιν Ράιτ
-Γιατί με βοηθάς; 
-Γιατί είσαι στον δρόμο μου. 
Συνηθίσαμε το απλό να το κάνουμε περίπλοκο. Οι καχυποψίες μας, οι φόβοι μας, οι εμμονές μας, οι ματαιοδοξίες μας, οι ναρκισσισμοί μας δεν μας επιτρέπουν να κατανοήσουμε το αυτονόητο . Ότι η βοήθεια από άνθρωπο προς άνθρωπο παρέχεται έτσι απλά. Επειδή μπορεί να βρεθεί στο δρόμο μας και επειδή μπορεί να καταλάβουμε άμεσα -γιατί αυτή η συναισθηματική μας νοημοσύνη είναι που μας ξεχωρίζει από τα άλλα είδη- την ανάγκη του για βοήθεια. 
Η Ίντι απευθύνει την ερώτησή της σε έναν άνθρωπο που μέχρι πριν λίγες μέρες δεν γνώριζε καν. Και εκείνος της απαντά αφοπλιστικά, ειλικρινά και με τη μεγαλύτερη απλότητα και φυσικότητα που μπορεί να αποδοθεί σε μια μεγαλειώδη πράξη βοήθειας και συμπαράστασης προς το άλλον άνθρωπο. Την βοηθά έτσι... γιατί απλά βρέθηκε στον δρόμο της...
Η Ίντι επιλέγει να εγκαταλείψει τη ζωή στην πόλη μετά την ξαφνική απώλεια των δύο πιο αγαπημένων προσώπων της ζωής της. Του μικρού της γιου και του συζύγου της. Αποφασίζει να ζήσει εντελώς απομονωμένη σε μια καλύβα στο βουνό, χωρίς τηλέφωνο, χωρίς αυτοκίνητο παίρνοντας μαζί της μόνο κάποιες φωτογραφίες κλεισμένες σε ένα κουτί, και κάποιες λιγοστές προμήθειες. Η κολοσσιαία ερημιά που νιώθει εξαιτίας της απώλειας, ανατρέπει την αίσθηση της κλίμακας στην οποία έχει εθιστεί στην προηγούμενη ζωή της από τις καθημερινές προοπτικές των δωματίων και των δρόμων, όλα ξένα και απόμακρα της φαίνονται πλέον και επιχειρεί να δώσει τη δική της πάλη ενάντια στην απώλεια επιλέγοντας να έρθει αντιμέτωπη με το ίδιο το ένστιχτο της αυτοσυντήρησης, απομακρυνόμενη από τους ανθρώπους, από κάθε καταφύγιο, ζεστασιά και βοήθεια.Η Ίντι προσπαθώντας να αντιμετωπίσει τους εσωτερικούς της δαίμονες τα δικά της εσωτερικά θηρία επιλέγει να έρθει αντιμέτωπη με τα θηρία της φύσης για να πάψει να βασανίζεται από τις αναμνήσεις των αγαπημένων της προσώπων που ξέρει ότι δεν θα ξαναδεί.
Περιπλανιέται στα άγρια τοπία του βουνού αλλά και μέσα στην καλύβα της σαν ένα είδος ανθρωπολόγου της ίδιας της της ύπαρξης.Προτιμά τον εξωτερικό πόνο, τις κακουχίες της απομονωμένης ζωής στο βουνό, την πείνα, την παγωνιά προκειμένου να ανταπεξέλθει σε εκείνη τη δυσβάσταχτη εσωτερική παγωνιά, προκειμένου να αντέξει την ίδια της την ύπαρξη, προκειμένου να βρει μια γη μια πατρίδα που να χωρά σε αυτήν το δυσβάσταχτο φορτίο της. Πατρίδα μας όμως αληθινή και γη που ανήκουμε είναι οι άνθρωποι. Και όσο και η Ίντι προσπαθεί να απομακρυνθεί από αυτούς, εκείνοι , οι άνθρωποι, ο Άνθρωπος τη βρίσκει. Είναι ο Μιγκέλ, απλός, ανεπιτήδευτος που γνωρίζει το πιο βασικό της ανθρώπινης επικοινωνίας. Ότι ο καθένας μας χρειάζεται τον χρόνο του και ότι μέσα στον χρόνο που του δίνουμε για να βρει τα πατήματά του σεβόμαστε την κάθε επιθυμία του και είμαστε εκεί για να τον βοηθήσουμε να την υλοποιήσει χωρίς να κρίνουμε , χωρίς να συμβουλεύουμε διδακτικά χωρίς να τον αντιμετωπίζουμε αφ' υψηλού.Ο Μιγκέλ γνωρίζει πολύ καλά ότι ο πλέον σίγουρος τρόπος για να κάνεις κάποιον να απομακρυνθεί από κοντά σου είναι να τον εμποδίσεις να κάνει αυτά που επιθυμεί γιατί ο ίδιος τα θεωρείς ανοησίες. Ο Μιγκέλ, δίνει πολλά στην Ίντι. Όμως όσο κι αν φαινομενικά μας δίνει την εντύπωση ότι μόνο δίνει, εισπράττει και ο ίδιος πολλά ταυτόχρονα. Γιατί στην ουσιαστική επικοινωνία των ανθρώπων αυτά τα δύο πάνε μαζί. 
Μια πολύ ζεστή πολύ ανθρώπινη, συγκρατημένη ταινία, χωρίς εξάρσεις, χωρίς φτηνούς μελοδραματισμούς, με εξαιρετικές ερμηνείες και από την πρωταγωνίστρια τη Ρόμπιν Ράιτ που έχει αναλάβει και τη σκηνοθεσία αλλά και τον συμπρωταγωνιστή της τον Ντέμιαν Μπισίρ που μας καθηλώνουν και οι δύο με την ερμηνεία τους αφού με πολύ ήσυχο και απλό τρόπο καταφέρνουν να αποδώσουν την εσωτερικότητα του ρόλου τους. 
Μία ταινία για τη μοναξιά μας και την επικοινωνία μας...
Γιατί ο καθένας μας ψάχνει τη δική του χώρα που να χωρά και τα δυο... 
--------------------------------
Καλλίτσα Βλάχου
Μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης Πετρούπολης. Είναι εκπαιδευτικός. Τον ελεύθερο χρόνο της, διαβάζει, βλέπει ταινίες, και παρακολουθεί τα τεκταινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Τον υπόλοιπο ελάχιστο ελεύθερο χρόνο της, απλά προσπαθεί να διατηρεί την ψυχραιμία της...

Δείτε ακόμη:


Τρίτη 27 Ιουλίου 2021

Digger | EDITORIAL

Digger του Τζώρτζη Γρηγοράκη
Σε μία συνέντευξή του , ο σκηνοθέτης της ταινίας Τζώρτζης Γρηγοράκης είπε το εξής: «Ρώτησα κάποτε τον σκηνοθέτη Μάικλ Τσιμίνο, πώς σκηνοθετείς ένα δάσος και εκείνος μου απάντησε: Το δάσος δεν το σκηνοθετείς εσύ, απλά περιμένεις. Δίνεις χρόνο, και κάποια στιγμή το δάσος σού κάνει ένα δώρο».
Και πάνω ακριβώς σε αυτή την απάντηση δομείται σκηνοθετικά και δραματουργικά όλη η ταινία. Γιατί το δάσος δεν βρίσκεται σε δεύτερη μοίρα. Συμπρωταγωνιστεί με τους ήρωες, μετέχοντας στο προσωπικό τους δράμα μέσα στο οποίο έχει παίξει και τον δικό του ρόλο. Παρατηρεί, ανέχεται και περιμένει. Και άλλοτε δωρίζει, άλλοτε εκδικείται… Και φυσικά και οι ήρωές μας μετέχουν στο δράμα του δάσους. Ενός δάσους που καταστρέφεται. Και μέσα από αυτή την αλληλεπίδραση διαπιστώνεται ότι ο χρόνος και η υπομονή, η περίσκεψη και η επαφή με αυτό που μας περιβάλλει και που μας γαληνεύει είτε λέγεται φύση, είτε αναμνήσεις, είτε μοναχικός μας εαυτός…είναι τα μόνα μας γιατρικά. 
Ο ήρωάς μας, ο Νικήτας, τα έχει καταλάβει όλα αυτά. Βιώνει από την ώρα που γεννιέται το πόσο σκληρές και πόσο αντίξοες είναι οι συνθήκες του να ζεις στη φύση και να εργάζεσαι σε αυτήν με όσο το δυνατό πιο απλά μέσα διαθέτεις για να την προστατεύεις ταυτόχρονα. Γνωρίζει όμως και αυτό που δεν γνωρίζουν οι περισσότεροι . Τα δώρα της που επίσης τα έχει γευτεί και που ξέρει από πρώτο χέρι ότι απαιτούν μεγάλη υπομονή, καθόλου βιάση, για να σου προσφερθούν και να τα απολαύσεις. Και τα ανεκτίμητα δώρα που έχει λάβει είναι που έχει μάθει να «βλέπει» με τα αυτιά του. Να αφουγκράζεται τον κάθε ήχο του δάσους. Να γνωρίζει τον επόμενο που ακολουθεί μετά από κάποιον συγκεκριμένο. Να παρατηρεί τις κινήσεις του σκίουρου και όλων των ζωντανών, να τις θαυμάζει και να τις επεξεργάζεται εν συνεχεία στη σκέψη του δημιουργώντας έτσι και μέσα του τον θαυμαστό κόσμο της τέλειας αρμονίας και ισορροπίας που υπάρχει εκεί και που δημιουργεί και την δική του ψυχική ισορροπία, τη δική του αρμονία. Αυτό τον κόσμο λοιπόν ο Νικήτας προσπαθεί με νύχια και με δόντια να διαφυλάξει, να προστατεύσει όταν απειλείται από την επιθετική επέκταση μιας βιομηχανικής μονάδας. Είναι μόνος του, και αυτό τον κάνει να νιώθει ότι το δάσος που κινδυνεύει τον χρειάζεται ακόμα περισσότερο και αυτό τον κάνει να το αγαπάει διπλά και τριπλά και να εμμένει όλο και πιο πολύ στην προάσπιση αυτού. Και η πλοκή ξεκινά όταν εμφανίζεται ο γιος του που έχει πολλά χρόνια να τον δει, με σκοπό να διεκδικήσει το μερίδιο του κτήματος που κληρονόμησε από τη μητέρα του.
Το «Digger» είναι ένα σύγχρονο γουέστερν, όπου οι δύο άνδρες, πατέρας (εξαιρετικός ο Βαγγέλης Μουρίκης στο ρόλο του Νικήτα) και γιος (επίσης καταπληκτικός ο Αργύρης Πανταζάρας στον ρόλο του γιου ενός ιδιαίτερα απαιτητικού και δύσκολου ρόλου), συγκρούονται μετωπικά, με τη φύση υπομονετικά να τους παρατηρεί και να επεμβαίνει, ενίοτε. Μία σύγκρουση δύο αντίθετων κόσμων που εκπροσωπεί καθένας από τους δύο ήρωές μας. Φαινομενικά όμως αντίθετων. Γιατί ανάμεσά τους υπάρχουν πολλά ανεξερεύνητα σημεία που αναζητούν τη δική τους προσέγγιση, τη δική τους ανασκαφή και ανάδυση, προκειμένου να ανασυσταθούν και να φέρουν αυτούς τους δύο ανθρώπους κοντά. Γιατί η απομάκρυνσή τους η έλλειψη της φυσικής παρουσίας του πατέρα δεν ήταν ικανή να τους απομακρύνει και συναισθηματικά. Πρέπει όμως να έρθουν στην επιφάνεια αυτά τα καταχωνιασμένα συναισθήματα που η χρόνια μη εκδήλωσή τους είχε ως αποτέλεσμα την δημιουργία παραπλανητικών εικόνων του ενός προς τον άλλον και κυρίως του γιου προς τον πατέρα. Και εδώ το δάσος δρα καταλυτικά στο χτίσιμο και στην εδραίωση αυτής της σχέσης.
Ο Νικήτας, αποδεικνύει στον γιο του ότι δεν είναι ο γραφικός τύπος που παραμένει στις ρίζες του εμμονικά, κυριαρχικά, κατακτητικά, εγωιστικά. Αποδεικνύει ότι είναι ένας σύγχρονος αγωνιστής που προσπαθεί να σώσει το δάσος αφού το δάσος είναι ένα με αυτόν. Άρα προσπαθεί να σώσει την ανθρώπινη υπόστασή του που δεν νοείται έξω από την φύση. Ο ίδιος δεν έχει αφήσει κανένα στοιχείο του τεχνολογικού πολιτισμού και της προόδου να τον αλλοτριώσει. Κατά συνέπεια τα μοναδικά του όπλα στον εμφύλιο που μαίνεται γύρω του ( το πιο επικίνδυνο θηρίο του δάσους είναι ο άνθρωπος, αναφέρει χαρακτηριστικά σε μία σκηνή) είναι η βαθιά του σχέση με αυτό. Το ίδιο το δάσος στην πραγματικότητα. 
Το προσωπικό δράμα των δύο ηρώων προκαθορίζεται από το χρονικό παρόν, εκτυλίσσεται μέσα σε αυτό και με έναν υπέροχο σκηνοθετικό τρόπο ο Γρηγοράκης καταφέρνει να πετύχει τη σύζευξη του μικρού δράματος των ηρώων με το μεγάλο ιστορικό –πολιτικό –κοινωνικό που βιώνει η ανθρωπότητα σήμερα που έχει να κάνει με την καταστροφή του περιβάλλοντος. Άνθρωποι παγιδευμένοι , στην φάκα του καπιταλισμού, διατηρώντας τα προσχήματα μιας ψεύτικης ελπίδας παρελαύνουν στην ταινία εμφανιζόμενοι σαν να ζουν μια κανονικότητα ζωής που όμως όταν τα πλάνα ανοίγουν και αντικρίζουμε το φαγωμένο και ανελέητα σκαμμένο από τις μπουλντόζες των ορυχείων βουνό ,αντιλαμβανόμαστε ότι πρόκειται για μια νοσηρή κανονικότητα που απέχει παρασάγγας από την κανονικότητα του Νικήτα που στο απομονωμένο και μισοκατεστραμμένο από τις φθορές του χρόνου και τη δυσκολία της συντήρησής του από έναν και μόνο άνθρωπο, σπιτικό του, βιώνει εκείνη την κανονικότητα που χρειάζεται πραγματικά ο άνθρωπος . Αυτή της ζεστασιάς της φλόγας του ξύλου που καίγεται και του ζεσταίνει την ψυχή , το γνήσιο τσίπουρο που μαζί με τους στίχους του Βαμβακάρη «Τα ματόκλαδα σου λάμπουν βρε σαν τα λούλουδα του κάμπου…» ταξιδεύουν το μυαλό αγαλλιάζουν την ψυχή ενδυναμώνουν το «είναι» για να μπορεί να αντέξει…
Σε κάποια σκηνή της ταινίας ακούγεται το πολύ όμορφο τραγούδι του Άσιμου «Θα ’ρθω να σε βρω».  Μέσα στους στίχους του μεγάλου αυτού τραγουδοποιού, «συναντούμε» και αυτούς που ταιριάζουν απόλυτα στην ιδιοσυγκρασία του Νικήτα, σε αυτό το «είναι» που προσπαθεί να διαφυλάξει και να περισώσει. Λένε λοιπόν οι στίχοι: «Μέσα απ’ τα σκοτάδια κι απ’ το φως /είμαι εγώ ο γιος του καθ’ ενός/ με τη λευτεριά μου έχω γίνει ένα/ και δεν είμαι πιόνι κανενός».
Αυτό συμβαίνει στον πρωταγωνιστή μας, αυτό συμβαίνει σε όλους τους ήρωες της καθημερινότητάς μας. Όποιoς γίνεται ένα με την ελευθερία του, ποτέ δεν γίνεται πιόνι κανενός…
Η ταινία Digger, γυρισμένη στα μαγευτικά και άγρια τοπία του όρους Χολομώντα στη Χαλκιδική, που σάρωσε τα βραβεία Ίρις , που απέσπασε πέντε βραβεία στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, είναι μια εξαιρετική ταινία που θα σας αποζημιώσει και με το παραπάνω η θέασή της…
--------------------------------
Καλλίτσα Βλάχου
Μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης Πετρούπολης. Είναι εκπαιδευτικός. Τον ελεύθερο χρόνο της, διαβάζει, βλέπει ταινίες, και παρακολουθεί τα τεκταινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Τον υπόλοιπο ελάχιστο ελεύθερο χρόνο της, απλά προσπαθεί να διατηρεί την ψυχραιμία της...

Δείτε ακόμη:


Ετικέτες

Κινηματογραφική Λέσχη Πετρούπολης dimos petroupolis petroupoli.gov.gr pkdp.gr σινέ πετρούπολις Δήμος Πετρούπολης Θερινός Κινηματογράφος Πετρούπολης δημοτικός κινηματογράφος πετρούπολης Θερινό Σινεμά Πετρούπολης Πνευματικό Κέντρο Πετρούπολης πολιτιστικό κέντρο πετρούπολης πρόγραμμα 2017 Κινηματοθέατρο Πετρούπολις editorial άρθρα Ελεύθερη είσοδος παιδική ταινία πρόγραμμα 2018 όσκαρ πρόγραμμα 2019 ελληνική ταινία cinelesxi_petroupolis Petroupoli Πετρούπολη καλοκαίρι 2022 Ταινίες Ινστιτούτο Θερβάντες Σινεμά Πετρούπολη καλοκαίρι 2018 πρόγραμμα 2020 καλοκαίρι 2019 καλοκαίρι 2021 Ισπανική πρεσβεία καλοκαίρι 2020 καλοκαίρι 2023 κωμωδία Πρεσβεία Αργεντινής γαλλική ταινία Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης ισπανική ταινία πρεσβεία βενεζουέλας Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών ιταλική ταινία χειμώνας 2019-2020 Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο Φεστιβάλ ταινιών μικρού μήκους Δράμας ιρανική πρεσβεία Πρεσβεία Νορβηγίας ιρανική ταινία Απρίλιος 2019 Ιούνιος 2023 πρόγραμμα 2021 Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης Πρεσβεία Ουρουγουάης πρεσβεία Ισημερινού