87’ του Ζο Σολ Ο Χοσέ είναι οδηγός ταξί κι έτσι οι μέρες του περνούν διατρέχοντας τους δρόμους της Βαρκελώνης. Η ζωή του θα ήταν όμοια με οποιουδήποτε άλλου 52χρονου ταξιτζή, εάν τα ταξί που οδηγούσε δεν ήταν κλεμμένα. Ο Χοσέ, όμως, κλέβει για να μπορέσει να ζήσει. Πώς είναι δυνατόν να βρίσκεται κανείς σε μια τόσο παράλογη κατάσταση; Πρόκειται για κάποιον τρελό ή απλώς για έναν άνεργο τον οποίο το σύστημα έχει οδηγήσει σε μια τόσο παράδοξη όσο και αδιέξοδη κατάσταση.
Η ζωή του Μεχμέτ ξύνει τον πάτο της κοινωνικής πυραμίδας. Ζει σε ένα εξαθλιωμένο ορεινό χαμόσπιτο στην Τραπεζούντα, συντροφιά με την γριά μάνα του, την εξουθενωμένη και απελπισμένη σύζυγό του και τα δυο παιδιά του. Τα λιγοστά ζωντανά που εκτρέφουν για αναπαραγωγή, δεν τους παρέχουν παρά ελάχιστα. Το λογικό θα ήταν να έβρισκε κάποια δουλειά στο κοντινό ορυχείο όπως τον πιέζει η οικογένειά του για να πληρώσουν τα αμέτρητα χρέη τους, αλλά ο Μεχμέτ γυρνάει τα βουνά μόνος του αναζητώντας με μανία, εκείνη την χρυσοφόρο φλέβα που θα τους λύσει τα προβλήματα μια για πάντα. H φανταστική φωτογραφία του φιλμ αποτυπώνει την περιοχή ανά τις εποχές καταφέρνοντας να μεταφέρει στη μεγάλη οθόνη την αυστηρότητα του τοπίου, το μεγαλείο της φύσης, τον μυστικισμό της εναλλαγής των εποχών, τον σχεδόν πνευματισμό της ομίχλης που δείχνει να καταπίνει τα πάντα. Η διαύγεια με την οποία καταγράφει τα πάντα ο Καρά δείχνει μια αφηγηματική σιγουριά που γνωρίζει πολύ καλά πού θέλει να κατευθυνθεί και ποια διαδρομή θα ακολουθήσει. Το τέλος όμως αποζημιώνει και με την αναμφισβήτητη ομορφιά του αλλά και από τον πηγαίο του συναισθηματισμό, ο οποίος προκύπτει λογικά και πηγαία. Σαν να ήταν κι αυτός κομμάτι της φύσης που τόσο ευλαβικά αποτυπώνει εξαρχής το «Κρύο της Τραπεζούντας».
Ελληνική ταινία, σκηνοθεσία Παντελής Βούλγαρης με τους: Αντρέα Κωνσταντίνου, Αντρέ Χένικε, Βασίλη Κουκαλάνι, Μελία Κράιλινγκ, Τάσο Δήμα
Ο Παντελής Βούλγαρης επιστρέφει στην πολύπαθη σύγχρονη ελληνική ιστορία για να αποδείξει για άλλη μια φορά, την ειλικρίνεια των προθέσεών του και την εξαιρετική του ικανότητα να επικοινωνεί άμεσα με το κοινό.
Η εκτέλεση των 200 κομμουνιστών την Πρωτομαγιά του 1944, η μαζικότερη που έγινε ποτέ στην Ελλάδα, απασχολεί τον Παντελή Βούλγαρη στο Τελευταίο Σημείωμα. Το επίκεντρο είναι ο Ναπολέων Σουκατζίδης (δωρικός, πειστικός ο Ανδρέας Κωνσταντίνου), νέος, αγωνιστής, διερμηνέας του ναζί διοικητή στο Μπλοκ 15 στο Χαϊδάρι, το διαβόητο στρατόπεδο συγκέντρωσης – ευθέως ανάλογο με τα κολαστήρια στη Γερμανία και στην Πολωνία την ίδια περίοδο. Ο Σουκατζίδης δέχτηκε το πόστο αναγκαστικά, απρόθυμα, και λόγω χαρακτήρα όχι αδιαμαρτύρητα, και έπαιξε έναν διπλό ρόλο, ειδοποιώντας τους κρατούμενους συντρόφους του όποτε μπορούσε να αποσπάσει πληροφορίες, την ίδια στιγμή που έκανε τη δουλειά του όσο πιο υπεύθυνα του ζητούσαν οι Γερμανοί. Η σχέση του με τη Χαρά (Μελία Κράϊλινγκ), μια νοσοκόμα που με καρτερία και περηφάνια τον επισκεπτόταν στη φυλακή, λειτουργεί ως υπενθύμιση αλλά και φαντασιακό παράθυρο σε μια ζωή που ίσως ανθούσε κάτω από καλύτερες συνθήκες και ο Βούλγαρης την τοποθετεί ανάμεσα στις προσωπικές συγκρούσεις του ήρωα, το κουράγιο που δεχόταν και έδινε στους συναγωνιστές του αλλά και τη δυσπιστία που αντιμετώπιζε από έναν καλό του φίλο, ο οποίος, δικαίως, δεν έβλεπε με καλό μάτι την ιδιαίτερη μεταχείριση της οποίας έτυχε από τον διοικητή (Αντρέ Χένικε). Ανάμεσα στον Σουκατζίδη και στον άτυπο προϊστάμενό του αναπτύσσεται η πιο ενδιαφέρουσα πτυχή της ταινίας, ένα παιχνίδι επιβολής και ανθεκτικότητας, που συμπυκνώνει το παράλογο του πολέμου, μια άσκηση βαρβαρότητας με ανθρώπινες ανάσες. Επιπλέον, η ματιά του Σίμου Σαρκετζή και η μουσική με τους ήχους του The Boy προσδίδουν μια σύγχρονη στόφα σε ένα κλασικό στόρι που δεξιοτεχνικά ξεφεύγει από το μελό και τον διδακτισμό, με ήρεμη δύναμη και πίστη στους χαρακτήρες.
Ο Κρίστοφερ Νόλαν ζωντανεύει μια αιματηρή σελίδα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, σε μια ταινία ήδη κλασική. Η ταινία «Δουνκέρκη» ξεκινά, ενώ εκατοντάδες χιλιάδες στρατιώτες των Βρετανών και των Συμμάχων είναι περικυκλωμένοι από δυνάμεις του εχθρού. Παγιδευμένοι στην παραλία, με τις πλάτες τους στην θάλασσα έρχονται αντιμέτωποι με μια ανέφικτη κατάσταση, καθώς ο εχθρός πλησιάζει. Η ιστορία ξεδιπλώνεται στη στεριά, στη θάλασσα και στον αέρα. Αεροπλάνα spitfires της RAF (Βασιλικής Πολεμικής Αεροπορίας της Μεγάλης Βρετανίας) έρχονται αντιμέτωπα με τον εχθρό πάνω από το Κανάλι προσπαθώντας να προστατεύσουν τους ανυπεράσπιστους άνδρες στην στεριά. Την ίδια στιγμή, εκατοντάδες μικρές βάρκες επανδρωμένες με απλούς πολίτες και στρατιώτες κάνουν μια απέλπιδα προσπάθεια, με κίνδυνο της ζωής τους, σε μια μάχη ενάντια στο χρόνο, προσπαθώντας να σώσουν έστω και ένα μέρος του στρατού τους. Η ιστορία της Δουνκέρκης ήταν μια πύρρειος «νίκη», ένα προκαθορισμένα χαμένο παιχνίδι για τους συμμάχους, που ωστόσο αναπτέρωσε το ηθικό για τη συνέχεια, λόγω της ενεργής και απρόσμενης εμπλοκής των πολιτών. Αυτή την ψυχική κινητοποίηση, τη χείρα βοηθείας ως αντίδοτο στον φόβο, ο Νόλαν την κατανόησε και την απογείωσε στην ταινία με όλες τις σκηνές του Μαρκ Ράιλανς στο ιδιωτικό του πλοιάριο, που με τον γιο του και ένα ακόμη νέο παιδί σώζουν έναν σοκαρισμένο στρατιώτη και προστρέχουν στις δυσκολίες επιβίβασης στα σκάφη του ναυτικού που είχαν καθυστερήσει να φτάσουν.
Κινηματογραφική Λέσχη Πετρούπολης σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Θερβάντες και την πρεσβεία της Αργεντινής
Κοινωνική 2002, 104 ́, του Marcelo Piña.
Στα δύσκολα χρόνια της δικτατορίας στην Αργεντινή, ο Χάρι είναι ένα δεκάχρονο αγόρι που το μόνο που θέλει είναι να παίξει και να κάνει φασαρίες με τον μικρό αδελφό του. Ωστόσο , το 1976 , όταν η οικογένειά του διώκεται από τη δικτατορία, αναγκάζεται να κρυφτεί στην εξοχή, ξεκινώντας μια νέα ζωή που θα βάλει τέλος στην παιδική του ηλικία.
Κινηματογραφική Λέσχη Πετρούπολης σε συνεργασία με την πρεσβεία της Βενεζουέλας
El Manzano Azul
106’, του Haik Gazarian
Η μπλε μηλιά είναι μια Βενεζουελάνικη ταινία με πρωταγωνιστή τον Ντιέγκο, έναν νεαρό 11 ετών που χαρακτηρίζεται από σοβαρή συναισθηματική στέρηση, ο οποίος αναγκάζεται να περάσει τις διακοπές με τον παππού του Φρανσίσκο, ο οποίος γνωρίζει ελάχιστα, σε μια μικρή φάρμα στα βουνά της Βενεζουέλας. Βραβείο καλύτερης ταινίας μεγάλου μήκους ντοκιμαντέρ και βραβείο Κοινού στο V Festival της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής Margarita - Βενεζουέλα το 2012.
Η Κινηματογραφική Λέσχη του Δήμου Πετρούπολης είναι μία ομάδα εθελοντών, που δραστηριοποιείται από το 1989, με σκοπό την διοργάνωση κινηματογραφικών προβολών και τη διαμόρφωση του προγράμματος των ταινιών που προβάλλονται κάθε χρόνο στο Θερινό και τον Χειμερινό Κινηματογράφο του Δήμου Πετρούπολης. Προγραμματίζονται προβολές με γνώμονα την πιο αντιπροσωπευτική και πληρέστερη παρουσίαση ταινιών από το σύγχρονο Ελληνικό και Ευρωπαϊκό και Αμερικανικό Κινηματογράφο, τα νέα ρεύματα της παγκόσμιας κινηματογραφικής τέχνης και τις βραβευμένες ταινίες από τα διεθνή φεστιβάλ.