Ο Χρόνης είναι ένας σαρανταπεντάχρονος οδηγός νταλίκας. Του αρέσει να φεύγει, να ταξιδεύει μόνος. Η Ελευθερία θέλει έναν άντρα να τον αγαπά και να την αγαπά, να κάνουν ένα παιδί. Θα προλάβει; Είναι κοντά στα 40. Η Βάλλια θέλει να φύγει από την επαρχιακή κωμόπολη που ζει και να έρθει στην Αθήνα. Θέλουν κάτι, το θέλουν πολύ. Κοινός παρoνομαστής η μοναξιά τους.
Ελευθερία, Χρόνης, Βάλλια. Αγαπούν, προδίδουν, προδίδονται. Χρειάζονται χρόνο κι αγάπη. Κάποιοι από αυτούς θα τα καταφέρουν, ακόμα κι από λάθος δρόμο, θα φανούν γενναιόδωροι. Τρία πρόσωπα που οι πορείες της ζωής τους μπλέκουν σ' ένα ταξίδι λύτρωσης και σπαραγμού.
Ο Περικλής Χούρσογλου («Λευτέρης Δημακόπουλος...1993», «Ο κύριος με τα γκρι 1997»), κάνει την τρίτη του ταινία και φτιάχνει μια ιστορία τριών καθημερινών προσώπων.
Στο τέλος της προβολής θα ακολουθήσει συζήτηση με το σκηνοθέτη.
Ελληνική ταινία, σκηνοθεσία Παντελής Βούλγαρης με τους: Αντρέα Κωνσταντίνου, Αντρέ Χένικε, Βασίλη Κουκαλάνι, Μελία Κράιλινγκ, Τάσο Δήμα
Ο Παντελής Βούλγαρης επιστρέφει στην πολύπαθη σύγχρονη ελληνική ιστορία για να αποδείξει για άλλη μια φορά, την ειλικρίνεια των προθέσεών του και την εξαιρετική του ικανότητα να επικοινωνεί άμεσα με το κοινό.
Η εκτέλεση των 200 κομμουνιστών την Πρωτομαγιά του 1944, η μαζικότερη που έγινε ποτέ στην Ελλάδα, απασχολεί τον Παντελή Βούλγαρη στο Τελευταίο Σημείωμα. Το επίκεντρο είναι ο Ναπολέων Σουκατζίδης (δωρικός, πειστικός ο Ανδρέας Κωνσταντίνου), νέος, αγωνιστής, διερμηνέας του ναζί διοικητή στο Μπλοκ 15 στο Χαϊδάρι, το διαβόητο στρατόπεδο συγκέντρωσης – ευθέως ανάλογο με τα κολαστήρια στη Γερμανία και στην Πολωνία την ίδια περίοδο. Ο Σουκατζίδης δέχτηκε το πόστο αναγκαστικά, απρόθυμα, και λόγω χαρακτήρα όχι αδιαμαρτύρητα, και έπαιξε έναν διπλό ρόλο, ειδοποιώντας τους κρατούμενους συντρόφους του όποτε μπορούσε να αποσπάσει πληροφορίες, την ίδια στιγμή που έκανε τη δουλειά του όσο πιο υπεύθυνα του ζητούσαν οι Γερμανοί. Η σχέση του με τη Χαρά (Μελία Κράϊλινγκ), μια νοσοκόμα που με καρτερία και περηφάνια τον επισκεπτόταν στη φυλακή, λειτουργεί ως υπενθύμιση αλλά και φαντασιακό παράθυρο σε μια ζωή που ίσως ανθούσε κάτω από καλύτερες συνθήκες και ο Βούλγαρης την τοποθετεί ανάμεσα στις προσωπικές συγκρούσεις του ήρωα, το κουράγιο που δεχόταν και έδινε στους συναγωνιστές του αλλά και τη δυσπιστία που αντιμετώπιζε από έναν καλό του φίλο, ο οποίος, δικαίως, δεν έβλεπε με καλό μάτι την ιδιαίτερη μεταχείριση της οποίας έτυχε από τον διοικητή (Αντρέ Χένικε). Ανάμεσα στον Σουκατζίδη και στον άτυπο προϊστάμενό του αναπτύσσεται η πιο ενδιαφέρουσα πτυχή της ταινίας, ένα παιχνίδι επιβολής και ανθεκτικότητας, που συμπυκνώνει το παράλογο του πολέμου, μια άσκηση βαρβαρότητας με ανθρώπινες ανάσες. Επιπλέον, η ματιά του Σίμου Σαρκετζή και η μουσική με τους ήχους του The Boy προσδίδουν μια σύγχρονη στόφα σε ένα κλασικό στόρι που δεξιοτεχνικά ξεφεύγει από το μελό και τον διδακτισμό, με ήρεμη δύναμη και πίστη στους χαρακτήρες.
Στην αρχή του ντοκιμαντέρ ο ζωγράφος μας ξεναγεί στο εργαστήρι του. Εκεί αποκαλύπτεται ένας χώρος σχεδόν θρησκευτικός, αφιερωμένος στο χρώμα και στο ξύλο (ο Καστρίτσης ασχολείται και με την ξυλογλυπτική). Ο Κουτσιαμπασάκος χρησιμοποιεί μονοπλάνα για να μας μεταδώσει την μυσταγωγική ατμόσφαιρα που επικρατεί σε συνδυασμό με πλάνα αρχείου από τα οποία βλέπουμε ότι μια φορά κάθε χρόνο, το εργαστήρι του Καστρίτση φιλοξενεί τους καλούς του φίλους, παίζουν ρεμπέτικη μουσική, τραγουδούν και χορεύουν. Εν συνεχεία η ταινία μας μεταφέρει στη γενέτειρα του ζωγράφου, σε ένα μικρό ορεινό χωριό, όπου ο Καστρίτσης βρίσκει το καταφύγιό του από την πρωτεύουσα.
Θα ακολουθήσει συζήτηση με το σκηνοθέτη Δημήτρη Κουτσιαμπασάκο.
Ελληνική ταινία, σκηνοθεσία Παντελής Βούλγαρης με τους: Αντρέα Κωνσταντίνου, Αντρέ Χένικε, Βασίλη Κουκαλάνι, Μελία Κράιλινγκ, Τάσο Δήμα
Ο Παντελής Βούλγαρης επιστρέφει στην πολύπαθη σύγχρονη ελληνική ιστορία για να αποδείξει για άλλη μια φορά, την ειλικρίνεια των προθέσεών του και την εξαιρετική του ικανότητα να επικοινωνεί άμεσα με το κοινό.
Η εκτέλεση των 200 κομμουνιστών την Πρωτομαγιά του 1944, η μαζικότερη που έγινε ποτέ στην Ελλάδα, απασχολεί τον Παντελή Βούλγαρη στο Τελευταίο Σημείωμα. Το επίκεντρο είναι ο Ναπολέων Σουκατζίδης (δωρικός, πειστικός ο Ανδρέας Κωνσταντίνου), νέος, αγωνιστής, διερμηνέας του ναζί διοικητή στο Μπλοκ 15 στο Χαϊδάρι, το διαβόητο στρατόπεδο συγκέντρωσης – ευθέως ανάλογο με τα κολαστήρια στη Γερμανία και στην Πολωνία την ίδια περίοδο. Ο Σουκατζίδης δέχτηκε το πόστο αναγκαστικά, απρόθυμα, και λόγω χαρακτήρα όχι αδιαμαρτύρητα, και έπαιξε έναν διπλό ρόλο, ειδοποιώντας τους κρατούμενους συντρόφους του όποτε μπορούσε να αποσπάσει πληροφορίες, την ίδια στιγμή που έκανε τη δουλειά του όσο πιο υπεύθυνα του ζητούσαν οι Γερμανοί. Η σχέση του με τη Χαρά (Μελία Κράϊλινγκ), μια νοσοκόμα που με καρτερία και περηφάνια τον επισκεπτόταν στη φυλακή, λειτουργεί ως υπενθύμιση αλλά και φαντασιακό παράθυρο σε μια ζωή που ίσως ανθούσε κάτω από καλύτερες συνθήκες και ο Βούλγαρης την τοποθετεί ανάμεσα στις προσωπικές συγκρούσεις του ήρωα, το κουράγιο που δεχόταν και έδινε στους συναγωνιστές του αλλά και τη δυσπιστία που αντιμετώπιζε από έναν καλό του φίλο, ο οποίος, δικαίως, δεν έβλεπε με καλό μάτι την ιδιαίτερη μεταχείριση της οποίας έτυχε από τον διοικητή (Αντρέ Χένικε). Ανάμεσα στον Σουκατζίδη και στον άτυπο προϊστάμενό του αναπτύσσεται η πιο ενδιαφέρουσα πτυχή της ταινίας, ένα παιχνίδι επιβολής και ανθεκτικότητας, που συμπυκνώνει το παράλογο του πολέμου, μια άσκηση βαρβαρότητας με ανθρώπινες ανάσες. Επιπλέον, η ματιά του Σίμου Σαρκετζή και η μουσική με τους ήχους του The Boy προσδίδουν μια σύγχρονη στόφα σε ένα κλασικό στόρι που δεξιοτεχνικά ξεφεύγει από το μελό και τον διδακτισμό, με ήρεμη δύναμη και πίστη στους χαρακτήρες.
Ο Μπίλι και ο Νάκος είναι φίλοι από παιδιά, όμως έχουν εξελιχθεί σε δύο διαμετρικά αντίθετους χαρακτήρες. Ο Νάκος, ζει ακόμα με τους γονείς του, μισεί τους ξένους που έχουν κατακλύσει το μόνο πράγμα που του δίνει ταυτότητα, τη γειτονιά του. Εκεί, ο Μπίλι, ένας rock n’ roll σαραντάρης με το δικό του μπαρ και το παράνομο tattoo studio στο πατάρι, παρατηρεί τις αλλαγές στο τοπίο μέχρι που μια αναπάντεχη ερωτική ιστορία βομβαρδίζει τον μικρόκοσμο του. Η Τερέζα, μια μπλεγμένη στα δίχτυα της μαφίας Αφρικανή τραγουδίστρια, θέλει να καλύψει ένα παλιό tattoo και η χημεία μεταξύ τους είναι ακαριαία. Παράλληλα, ο Τάρεκ, ένας απελπισμένος πρόσφυγας από τη Συρία με τη 10χρονη κόρη του, απευθύνεται όπου μπορεί για να φύγει από τη χώρα. Όσο ο Νάκος καταστρώνει σχέδιο εξολόθρευσης μεταναστών, η τύχη υφαίνει τη δική της πλοκή και φέρνει τις μοίρες των ανθρώπων κοντά, όσο μακριά κι αν γεννήθηκαν.
Αυτή είναι η δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία που σκηνοθετεί ο Γιάννης Σακαρίδης, μετά το Wild Duck (2013). Η ταινία έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα της στο περασμένο φεστιβάλ της Μπουσάν. Ακολούθησε η παρουσία της στο φεστιβάλ του Σικάγου. Κατόπιν, ήταν η μία από τις τρεις ελληνικές ταινίες που έλαβαν μέρος στο διαγωνιστικό τμήμα του περασμένου φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, όπου τιμήθηκε με Ειδική Μνεία για την ερμηνεία του Βασίλη Κουκαλάνι, αλλά και με το βραβείο Καλύτερης Ελληνικής Ταινίας από την FIPRESCI. Πήρε μέρος και στο φεστιβάλ της Τεργέστης και η φεστιβαλική της πορεία συνεχίζεται.
Παρασκευή 8/9 - Σάββατο 9/9 - Κυριακή 10/9/2017
Ώρα προβολής 22:30
Γενική Είσοδος 5€
Δημοτικός Θερινός Κινηματογράφος "Σινέ Πετρούπολις" 25ης Μαρτίου 168, Πετρούπολη
Η Κινηματογραφική Λέσχη του Δήμου Πετρούπολης είναι μία ομάδα εθελοντών, που δραστηριοποιείται από το 1989, με σκοπό την διοργάνωση κινηματογραφικών προβολών και τη διαμόρφωση του προγράμματος των ταινιών που προβάλλονται κάθε χρόνο στο Θερινό και τον Χειμερινό Κινηματογράφο του Δήμου Πετρούπολης. Προγραμματίζονται προβολές με γνώμονα την πιο αντιπροσωπευτική και πληρέστερη παρουσίαση ταινιών από το σύγχρονο Ελληνικό και Ευρωπαϊκό και Αμερικανικό Κινηματογράφο, τα νέα ρεύματα της παγκόσμιας κινηματογραφικής τέχνης και τις βραβευμένες ταινίες από τα διεθνή φεστιβάλ.