Σε ένα χωριό της Καρδίτσας τον Ηλιά , οι λιγοστοί του κάτοικοι, δίνουν τον αγώνα τους να αξιοποιήσουν τα προϊόντα που τους δίνει η γη τους, με απόλυτο σεβασμό και αγάπη προς αυτή, ενώ ταυτόχρονα προσπαθούν να διατηρήσουν και να διασώσουν τις συνθήκες μιας αξιοπρεπούς ζωής. Της δικής τους ζωής φυσικά. Με τον Αλέξανδρο, να αναλαμβάνει το πόνημα ενός δύσκολου εγχειρήματος που συνοψίζεται στα λόγια του ίδιου:
«Είναι ειρωνικό, αλλά ο Χριστόφορος Κολόμβος έφερε πρώτους τους σπόρους ντομάτας στην Ευρώπη και, 500 χρόνια μετά, ένα ελληνικό χωριό χρειάζεται να ξαναστείλει στην Αμερική πραγματικές ντομάτες..»
Έτσι μαζί με τους λιγοστούς συγγενείς του και γείτονες του, αναλαμβάνουν να πακετάρουν σάλτσες ντομάτας, αλλά και άλλες συνταγές που έχουν βάση τη ντομάτα, την αυθεντική όμως ντομάτα και όχι τα μεταλλαγμένα υβρίδια αυτής, και να τα εξάγουν στον κόσμο.
Από την Καρδίτσα λοιπόν που δε φαίνεται καν στον παγκόσμιο χάρτη, οι ντομάτες, επιστρέφουν μετά από 500 χρόνια στον τόπο απ’ όπου προήλθαν , στην Αμερική και όχι μόνο…
Δεν προβάλλονται ιδανικές καταστάσεις… Αντίθετα προβάλλονται όλα τα προβλήματα της ελληνικής επαρχίας, η εγκατάλειψη, η κρίση ,η δυσκολία πραγματοποίησης οραμάτων , η ποιότητα των τροφών που τρώμε… Τα ηθικά διλήμματα του τύπου, «να κάνω έκπτωση στην ποιότητα προκειμένου να εξασφαλίσω κέρδος ή να παραμείνω σταθερός στις ηθικές μου αξίες , που όμως γνωρίζω ότι ποτέ δε θα με κάνουν πλούσιο…» Πολλά λοιπόν τα ζητήματα που τίθενται…
Άνθρωποι βασανισμένοι που η αγάπη τους για τον τόπο τους και οι συνεκτικοί δεσμοί που δημιουργούνται μεταξύ τους και που οι δυσκολίες της ζωής τους και οι απώλειες που συνοδεύουν αυτές, τους ενδυναμώνουν ακόμα περισσότερο.
Μέσα από το φακό της σκηνοθέτιδας, Μαριάννας Οικονόμου, αναδεικνύονται τα ξεχωριστά γνωρίσματα του καθενός. Αγνότητα, καθαρότητα ψυχής και βλέμματος, φυσικότητα, ειλικρίνεια, όρεξη για ζωή, δόσιμο, προσφορά, συνεργασία, πραγματικές φιλίες…
Ένας μικρόκοσμος, οργανωμένος στα ιδανικά πρότυπα οργάνωσης των κοινωνιών που πολύ απέχουν όμως από τη σύγχρονη πραγματικότητα.
Και όλα αυτά επενδυμένα με ένα λεπτό, εκλεπτυσμένο, ιδιαίτερο χιούμορ που καθιστά τη θέαση ιδιαίτερα ευχάριστη ενώ ταυτόχρονα διαχέει μια αισιόδοξη αύρα που τόσο την έχουμε ανάγκη και πρωταγωνιστές και θεατές.
Η μουσική, δημοτική και κλασική (Βάγκνερ), κυρίαρχο στοιχείο και αυτή του ντοκιμαντέρ. Ένα παιχνίδι, ένας κώδικας επικοινωνίας, των ανθρώπων του χωριού. Στη δική μου τη ματιά, με τον Αλέξανδρο και τον ξάδερφό του ενορχηστρωτές, εμπλουτίζει τη ζωή των κατοίκων εντάσσοντας σε αυτή το άλλο το διαφορετικό αυτό που ανοίγει παράθυρα θέασης και άλλης οπτικής … Και όχι μόνο η μουσική. Η τέχνη γενικά. Εξαιρετική η σκηνή που ο Αλέξανδρος αφηγείται στις γυναίκες του χωριού το παραμύθι με την «Λουλουδένια».
Ένα ακόμα εξαιρετικό ντοκιμαντέρ, έρχεται να ανεβάσει τον πήχη των ελληνικών παραγωγών που νομίζω ότι κάθε χρόνο ανεβαίνει όλο και περισσότερο. Και προσωπικά αυτό με χαροποιεί ιδιαίτερα, γιατί πιστεύω πολύ στην τέχνη και στις ανατροπές που μπορεί να επιφέρει στη ζωή μας. Είναι ο θεματοφύλακας των ονείρων μας…
Γιατί είναι πολύ σημαντικό να μην τους αφήνεις να σου κλέβουν τα όνειρά σου…
Έτσι μόνο μπορεί και κάποτε να τα πραγματοποιήσεις…
---------------------------------