Σάββατο 20 Ιουλίου 2024

«Η Αρπαγή» της Ιρίς Καλτενμπάκ | EDITORIAL

Πάνω στο αφηγηματικό μοτίβο του voice over είναι δομημένη η ταινία της Ιρίς Καλτενμπάκ «Η Αρπαγή» και του αφηγηματικού σχήματος της αναδρομής, ενός σχήματος που χρησιμοποιείται για να καλύψει τα κενά της πληροφόρησης σχετικά με τα παρελθοντικά γεγονότα μέσα από τα οποία ο Μιλός, ο αφηγητής, μας παρουσιάζει τις μνήμες της κοινής ζωής του με τη Λιντιά. Εδώ ο αφηγητής δεν είναι ο κεντρικός ήρωας της ταινίας , αλλά όπως και στην καθημερινότητά μας, έτσι και στην ταινία, στην πορεία διαπιστώνουμε ότι στη ζωή του καθενός δεν υπάρχουν κεντρικοί ήρωες , για την ακρίβεια το κέντρο δεν εντοπίζεται σε ένα πρόσωπο, αλλά στις σχέσεις του ατόμου με τους ανθρώπους που το περιβάλλουν και στον τρόπο που αυτές διαμορφώνουν τη στάση του. Η αναζήτηση λοιπόν της αιτιότητας των πράξεων εντοπίζεται στον τρόπο που οι ήρωες σχετίζονται μεταξύ τους δημιουργώντας ένα πλέγμα σχέσεων στο οποίο ο καθένας διαδραματίζει έναν εξίσου σημαντικό , κεντρικό ρόλο. 
Η Ιρίς Καλτενμπάκ χρησιμοποιεί το voice over, για να μας παρουσιάσει την ιστορία της Λιντιά , όχι από την οπτική του Μιλός που αφηγείται, αλλά από τη μεριά της Λιντιά που στον Μιλός βρίσκει τη δική της φωνή. Έτσι λοιπόν τα παρελθοντικά γεγονότα που ξαναζωντανεύουν στην οθόνη μέσα από τις αναμνήσεις του Μιλός ανασυνθέτουν σταδιακά το αληθινό πρόσωπο της Λιντιά, ενώ ταυτόχρονα παρακολουθούμε μέσα σε αυτό το παρελθόν τις ζωές των δύο άλλων κεντρικών προσώπων της ζωής της Λιντιά, του Μιλός και της αδελφικής της φίλης, της Σαλομέ. Δύο πολύ σημαντικών προσώπων στη ζωή της, η συμπεριφορά των οποίων παρουσιάζει μεγάλα χάσματα και αντιφάσεις, κάτι που μας οδηγεί σταδιακά να συγκρίνουμε τις συμπεριφορές των τριών ηρώων και στη συνέχεια να κατανοήσουμε τις πράξεις της Λιντιά, καθώς και την αιτιότητα αυτών. 
Ανάμεσα στο παρελθόν, ως γενικώς προϋπάρχον και στο παρόν, ως συνεσταλμένο παρελθόν, βρίσκονται όλοι οι κύκλοι του παρελθόντος. Και κάνοντας αναδρομή στο παρελθόν της Λιντιά, ο Μιλός ανατρέχει σε εκείνους τους κύκλους της ζωής της που θα του επιτρέψουν και θα μας επιτρέψουν, να ξεκαθαρίσουμε τους λόγους που η Λιντιά οδηγείται στο παράλογο των πράξεών της. Οι κύκλοι αυτοί αναφέρονται στην περίοδο της ζωής τους που οι δύο αυτοί άνθρωποι γνωρίζονται και έρχονται σε επαφή μεταξύ τους. Και αυτή η περίοδος περιλαμβάνει δύο κύκλους. Τη γνωριμία του μαζί της και τη σχέση τους, όπως αυτή εξελίχθηκε μετά τη γέννηση του μωρού της φίλης της Λιντιά, της Σαλομέ. 
Ακολουθώντας τη φύση της ανάμνησης που αναζητά ο Μιλός εκκινεί από ένα γεγονός της ζωής της Λιντιά στο οποίο κανένας από τους δύο ούτε ο ίδιος ούτε η Σαλομέ έχουν σημεία αναφοράς, αφού η ίδια η Λιντιά ποτέ δεν μίλησε σε κανέναν για αυτό. Είναι το σημείο του χωρισμού της Λιντιά με ένα άλλο πρόσωπο της ιστορίας τον Ζιλιέν με τον οποίο η Λιντιά διατηρούσε δεσμό τριών χρόνων και καθώς φαίνεται ήταν πολύ ερωτευμένη μαζί του. Όλα ξεκινούν από εκεί. Η Λιντιά δεν μιλά στην καλύτερη της φίλη για ένα τόσο σημαντικό γεγονός που συνέβη στη ζωή της. Και το μέγεθος του τραύματος που άφησε πίσω του αυτό το γεγονός, μάς γίνεται αντιληπτό ακριβώς από αυτή την απώθηση. Μόνο που η απώθηση φέρνει σταδιακά στην επιφάνεια όλες τις συνιστώσες αυτού του τραύματος που καταλήγουν σε μια βασική συνισταμένη . Την έλλειψη της αγάπης και τις υπερπροσπάθειες της Λιντιά στη ζωή της να καλύψει αυτή την έλλειψη. 
Η Λιντιά δεν έχει οικογένεια. Κουβαλάει την έλλειψη. Και προσπαθεί να αναπληρώσει αυτή την έλλειψη μέσω της φίλης της. Και μέσα από αυτή την έλλειψη νοηματοδοτεί την έννοια της αγάπης. Αγαπάει τη φίλη της ολοκληρωτικά. Ό,τι δεν της προσφέρθηκε το ανασυνιστά μόνη της. Του δίνει τα χαρακτηριστικά που έχει η πραγματική, η γνήσια, η άδολη αγάπη. Της αφοσίωσης, της ενσυναίσθησης, της συντροφικότητας, της αποδοχής του άλλου και των αλλαγών του, της συμπαράστασης στα πολύ δύσκολά του. 
Η Λιντιά ασκεί το επάγγελμα της μαίας. Και το επάγγελμα για την ίδια είναι λειτούργημα. Βρίσκεται κοντά στις πολύ σημαντικές στιγμές της ζωής των γυναικών- και οι στιγμές που γίνονται μητέρες ανήκουν φυσικά σε αυτές- όπως επίσης αφοσιώνεται εξ ολοκλήρου στη διαδικασία της γέννας, ώστε το γεγονός καθαυτό να καταστεί το λιγότερο τραυματικό για τον άνθρωπο που έρχεται στον κόσμο, αλλά και για τον άνθρωπο που τον φέρνει.
Ο χωρισμός με τον φίλο της, η γνωριμία της με τον Μιλός, καθώς και ο τρόπος που εξελίσσεται η σχέση της με τη Σαλομέ, τη βυθίζουν στην θλίψη, γιατί αρχίζει σιγά σιγά να αντιλαμβάνεται ότι το να επουλώνεις τις πληγές των άλλων δεν αρκεί, δεν φτάνει για να νιώσεις την πληρότητα, την ισορροπία και την ηρεμία που απορρέει από την αμφίδρομη σχέση του νοιαξίματος μιας σχέσης που δεν καθορίζεται από εξωτερικές νόρμες και κοινωνικά πλαίσια, μιας σχέσης που δεν επηρεάζεται από το πέρασμα του χρόνου και τις αλλαγές που αυτός επιφέρει στους ανθρώπους, αλλά μιας σχέσης που οι αλλαγές προσαρμόζονται στη σχέση αυτή και όχι η ίδια στις αλλαγές. Που αγαπάς τον άλλον για αυτό που είναι και που δεν τον θεωρείς δεδομένο, αλλά αγαπάς να βλέπεις την εξέλιξή του και μαζί να εξελίσσεσαι και εσύ. Που τολμάς να ρισκάρεις να αγαπήσεις βλέποντας τη σχέση με τον άλλον σαν ένα όμορφο, αλλά άγνωστο ταξίδι που θα σε ξεβολέψει από την ασφάλεια της ρουτίνας της καθημερινότητας σου και θα σε βυθίσει στην περιπέτεια του ταξιδιού της ανακάλυψης του άλλου. Που δεν θα είσαι αόρατος σε αυτή τη σχέση. Κάτι που αργά, αλλά σταθερά συνειδητοποιεί η Λιντιά .
Συνειδητοποιεί την αορατοποίησή της από τους άλλους. Και συνειδητοποιεί ταυτόχρονα ότι και η ίδια έχει συμβάλλει στο να γίνεται αόρατη από τους άλλους, να την ξεχνούν όταν εκείνη τους χρειάζεται και να την θυμούνται όταν η ίδια είναι χρήσιμη σε εκείνους. Μια αορατοποίηση που φέρει τα συστατικά μιας έλξης προς τη μοναχικότητά της, μιας όμως διαφορετικής μοναχικότητας από την μοναξιά της αποξένωσης των άλλων. Από εκείνη τη μοναξιά που δημιουργεί το περιχαράκωμα της σύμβασης ζώντας με άλλους ανθρώπους, διαμορφώνοντας ένα πλέγμα σχέσεων που παρέχει ασφάλεια μεν, ανολοκλήρωτες σχέσεις δε. 
Η Λιντιά καταφεύγει στο ψέμα και την απάτη θέλοντας να βιώσει την αλήθεια της σχέσης με τους ανθρώπους, μια αλήθεια που στην πραγματική της ζωή δεν της επιτρέπεται να βιώσει. Και καταφέρνει μέσα από το ψέμα της να γίνει ορατή. Από εκεί και μετά όλα ξεδιαλύνονται και η αλήθεια της Λιντιά φωτίζεται μέσα από την αφήγηση του Μιλός που καταφέρνει κάτι διόλου εύκολο. Να υπερπηδήσει τα εμπόδια που απομάκρυναν τον ίδιο από τους άλλους, αλλά και τα εμπόδια που η ίδια η Λιντιά έθετε στη συναναστροφή της μαζί του, μέσω των πράξεων της που η κοινωνία χαρακτηρίζει καταδικαστέες. 
Τα fade out των δύο βασικών κύκλων της ζωής της Λιντιά, το βαθμιαίο σκοτείνιασμα των κύκλων της ζωής της που κατέληγαν στο κέντρο της ύπαρξης της, αναδεικνύοντας το βάθος της μοναξιάς της, παραχωρούν τη θέση τους στην παράλληλη διαδρομή δύο ανθρώπων που ίσως στην πορεία τους συναντηθούν στο σημείο εκκίνησης ενός καινούριου κύκλου, όπου πάνω στο παρελθόν τους οι λέξεις τους θα ενδυθούν καινούριες έννοιες και οι σκέψεις τους νέες ιδέες. Σε έναν κύκλο όπου το παρελθόν θα πάψει να καταπίνει το συνειδησιακό παρόν και το παρόν μέσα από το συνειδησιακό παρελθόν θα εξαλείψει τις πληγές που άφησε πίσω του το παρελθόν, αποδεσμεύοντας τους ανθρώπους από ό,τι τους κρατά μακριά, από ό,τι εμποδίζει το ουσιαστικό πλησιάσμά τους. 
Από τις ωραιότερες, κατά τη γνώμη μου, ταινίες της φετινής σεζόν!

--------------------------------
Καλλίτσα Βλάχου
Εκπαιδευτικός, μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (ΠΕΚΚ) και  μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης Πετρούπολης. Είναι κάτοχος του Μεταπτυχιακού Διπλώματος (Master of Arts/MA) της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου, στα πλαίσια του οποίου εκπόνησε τη διπλωματική της εργασία με τίτλο: «Κινηματογραφικά είδη και κινήματα,ως αντανακλάσεις του κοινωνικού τους πλαισίου. Μετεξέλιξη αυτών, φτάνοντας στον κοινωνικό κινηματογράφο του σήμερα». Έχει παρακολουθήσει με επιτυχία τα παρακάτω Προγράμματα του ΕΚΠΑ: «Κινηματογραφική Γραφή: Αφήγηση και Ύφος», «Πρακτικές Ασκήσεις Δημιουργικής Γραφής» και  «Κινηματογράφος: Ιστορία, Πρακτικές και Βασικές Αρχές Σκηνοθεσίας».
Τον ελεύθερο χρόνο της, διαβάζει, βλέπει ταινίες, και παρακολουθεί τα τεκταινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Τον υπόλοιπο ελάχιστο ελεύθερο χρόνο της, απλά προσπαθεί να διατηρεί την ψυχραιμία της...

Δείτε ακόμη:

«Io Capitano» του Ματέο Γκαρόνε | EDITORIAL

Ένα οδοιπορικό φρίκης σε μία κοινωνία που ναυαγεί…
Στο φιλμικό σύμπαν του Γκαρόνε συνυπάρχουν η βία, η σκληρότητα και η ελπίδα. Με τα μάτια του δεκαεξάχρονου Σεϊντού ταξιδεύουμε από τη Σενεγάλη στη Μάλτα σε ένα ταξίδι φρίκης, σε ένα ταξίδι όπου οι ανθρώπινες ζωές δεν έχουν καμία απολύτως αξία. Η κάμερα του Γκαρόνε ακολουθεί βήμα βήμα τον Σεϊντού και τον ξάδελφό του τον Μούσα, που αποφασίζουν να φύγουν από τη χώρα τους, μη γνωρίζοντας τι τους περιμένει στην πορεία τους προς την Ευρώπη των ονείρων τους. Η δύναμη και η ορμή της νιότης τους, τους ωθούν στο να αφήσουν το μικρό αφρικάνικο χωριό τους για να περιπλανηθούν σε ένα ταξίδι ανθρώπινης κόλασης. 
Σε αυτό το ταξίδι των δύο νεαρών συμμετέχουμε μαζί τους, αντικρίζοντας όλα τα εμπόδια και τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν σε μία περιπέτεια που σφηνώνεται και αυτή μέσα στο πλήθος των συμφορών όλων των ανθρώπων που από τα διάφορα μέρη της Αφρικής αποφασίζουν το ταξίδι τους προς την Ευρώπη. Και μέσα από τα μάτια του Σεϊντού δεν «διαβάζουμε» μόνο τη δικές του αγωνίες , τους δικούς του φόβους όταν πλέον σιγά σιγά ανακαλύπτει το τι εστί «ταξίδι προς το όνειρο» , αλλά «διαβάζουμε» τα πάθη και τα βάσανα και των υπολοίπων της πορείας αυτής. Μιας πορείας που οι φρικαλεότητες που διαπράττονται εις βάρος αυτών των ανθρώπων όσο γνωστές και αν μας είναι από όλα αυτά που διαβάζουμε, ακούμε και βλέπουμε, μας προκαλούν πρωτόγνωρα συναισθήματα αποστροφής προς το ανθρώπινο είδος και κυρίως προς τις πολιτικές των «πολιτισμένων» κρατών που κρατούν τα μάτια κλειστά συμπαρασύροντας λαούς και έθνη στη στήριξη αυτών των πολιτικών. 
Πώς ο φόβος, η απογοήτευση, η αποδόμηση του ονείρου, η συνειδητοποίηση της απόλυτης μοναξιάς και της εγκατάλειψης από οποιαδήποτε πολιτική προστασία, μετατρέπονται σε πείσμα και ενδυνάμωση; Και πώς περνάμε από την ατομική περίπτωση του Σεϊντού, μέσα σε χίλια δράματα, στη συλλογική μοναξιά των θλίψεων και των συμφορών των λαών ενός κατώτερου Θεού; Την απάντηση σε αυτό το ερώτημα, μάς τη δίνει ο ίδιος ο Σεϊντού και ο πυρήνας της βρίσκεται στο ότι ο αγώνας για διεκδίκηση καλύτερης ζωής, γίνεται αποτελεσματικός όταν αποδεσμεύεται από την κλειστή προσωπική θέαση του ατομικού δράματος και όταν η θέαση περιλαμβάνει το συλλογικό δράμα. 
Ο Σεϊντού στην πορεία του προς τον δυτικό κόσμο, που αποτελεί ταυτόχρονα και πορεία ωρίμανσης και ενηλικίωσής του, έχει πάψει να ονειρεύεται μια ζωή με κέντρο την ατομική του ευτυχία. Σκέφτεται μια ζωή όπου η δική του ευτυχία είναι άμεσα συνυφασμένη με τις ίδιες τις πράξεις του και τα κίνητρα αυτών, που στο επίκεντρό τους βρίσκεται η διάσωση των άλλων ανθρώπων. Ο Σεϊντού αναλαμβάνει να κάνει αυτό που δεν κάνουν οι ηγέτες των «εξελιγμένων» και «προηγμένων» κοινωνιών. Να σώσει ανθρώπους. Να γίνει αυτός καπετάνιος και να σώσει ό,τι σώζεται από μία κοινωνία που έχει από καιρό ναυαγήσει… 
Μία σκληρή και ταυτόχρονα συγκινητική ταινία, με το στοιχείο της μυθοπλασίας να υπάρχει σαν να έχει σκοπό να λειτουργήσει ως αντιστάθμισμα στον ρεαλισμό της ωμής βίας που προβάλλεται με μια ντοκιμενταρίστικη σχεδόν ματιά. Ο Γκαρόνε μας έχει συνηθίσει άλλωστε, σε αυτόν τον τρόπο καταγραφής της σκληρής πραγματικότητας που βιώνουν οι ξεχασμένοι από Θεούς και ανθρώπους, ήρωές του. Θυμόμαστε την ταινία «Dogman» καθώς και το αριστουργηματικό του «Γόμορρα» όπου τα πλοκάμια της Καμόρα απλώνονταν ανεξέλεγκτα και υπό την κρατική ανοχή, παρασύροντας στον θάνατο δεκάδες ανήλικα παιδιά και νέους  φτωχών και ξεχασμένων συνοικιών της Νάπολης, που αποτελούσαν την εργατική μηχανή της Καμόρα. 
Η νέα ταινία του Ματέο Γκαρόνε «Εγώ, Καπετάνιος» έχει  αποσπάσει τον Αργυρό Λέοντα Σκηνοθεσίας και το  Βραβείο Καλύτερου Πρωτοεμφανιζόμενου Ηθοποιού από το Φεστιβάλ Βενετίας.
--------------------------------
Καλλίτσα Βλάχου
Εκπαιδευτικός, μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (ΠΕΚΚ) και  μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης Πετρούπολης. Είναι κάτοχος του Μεταπτυχιακού Διπλώματος (Master of Arts/MA) της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου, στα πλαίσια του οποίου εκπόνησε τη διπλωματική της εργασία με τίτλο: «Κινηματογραφικά είδη και κινήματα,ως αντανακλάσεις του κοινωνικού τους πλαισίου. Μετεξέλιξη αυτών, φτάνοντας στον κοινωνικό κινηματογράφο του σήμερα». Έχει παρακολουθήσει με επιτυχία τα παρακάτω Προγράμματα του ΕΚΠΑ: «Κινηματογραφική Γραφή: Αφήγηση και Ύφος», «Πρακτικές Ασκήσεις Δημιουργικής Γραφής» και  «Κινηματογράφος: Ιστορία, Πρακτικές και Βασικές Αρχές Σκηνοθεσίας».
Τον ελεύθερο χρόνο της, διαβάζει, βλέπει ταινίες, και παρακολουθεί τα τεκταινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Τον υπόλοιπο ελάχιστο ελεύθερο χρόνο της, απλά προσπαθεί να διατηρεί την ψυχραιμία της...

Δείτε ακόμη:

Παρασκευή 19 Ιουλίου 2024

«Τοτέμ» της Λίλα Άβιλες | EDITORIAL

Ένας ευτυχισμένος θάνατος...
Πώς θρηνείς την απώλεια; Όταν είσαι παιδί; Όταν είσαι σύντροφος; Όταν αντικρίζεις καθημερινά τον αδελφό σου, τον γιο σου, τον φίλο σου να σβήνει; Να χάνεται; Να ετοιμάζεται για το ταξίδι που δεν έχει επιστροφή; Και πώς εσύ ο ίδιος προετοιμάζεσαι για αυτό το ταξίδι; Πώς αποχαιρετάς και πώς βιώνεις τους αποχαιρετισμούς των άλλων; 
Σε μια γιορτή αποχαιρετισμού μας καλεί η μεξικάνα σκηνοθέτιδα Λίλα Άβιλες. Μια γιορτή που την παρακολουθούμε μέσα από τα μάτια της μικρής Σολ που ξέρει ότι ο μπαμπάς της είναι βαριά άρρωστος. Δεν της το κρύβουν. Και ακριβώς γι' αυτό η Σολ βιώνει όλα τα συναισθήματα, της λύπης, της στενοχώριας, της ελπίδας, του φόβου, της μελαγχολίας του θανάτου. Τα ερωτήματά της δεν απαντώνται, γιατί κανείς δεν μπορεί να απαντήσει στο μυστήριο και παράλογο της ζωής. Και είναι αυτή η ειλικρίνεια των ανθρώπων του περιβάλλοντός της, που διαπνέει όλη την ταινία. Μία ειλικρίνεια που απελευθερώνει τη δύναμη και την ένταση των αντιφατικών συναισθημάτων που βιώνει όχι μόνο η Σολ, αλλά και όλα τα αγαπημένα πρόσωπα του μπαμπά της. Και είναι αυτή η ελευθερία ίσως ο μόνος τρόπος, όχι να σταματήσεις να θλίβεσαι, αλλά μέσα από τη θλίψη σου να απελευθερώνεσαι, ζωντανεύοντας κάθε στιγμή που έχεις ζήσει με τον άνθρωπο που ξέρεις ότι σε λίγο θα φύγει από κοντά σου και να απομυζείς κάθε λεπτό, κάθε στιγμή που βρίσκεσαι δίπλα του. 
Κλειστά κοντινά πλάνα που αντανακλούν το περιορισμένο της ανθρώπινης ύπαρξης, το αναπόδραστο του κάθε ανθρώπου από το αναπόφευκτο του θανάτου, αλλά και που αντανακλούν επίσης τη ζεστασιά της επαφής με το περιβάλλον, της μικρής απόστασης ανάμεσα στους ανθρώπους που αγγίζονται διαρκώς, που βιώνουν βουβά εσωτερικά το δράμα τους, χωρίς την έξαρση και την υπερβολή συναισθηματικών αποφορτίσεων, σαν να νιώθουν ότι κάθε υπερβολή, κάθε ηχηρή συναισθηματική τους έκρηξη, θα λειτουργήσει αρνητικά. Θα διαταράξει την ισορροπία σε ένα περιβάλλον όπου καταφέρνουν να εναρμονίζουν τη ζωή με τον θάνατο, το κωμικό με το τραγικό, την ταραχώδη συνύπαρξη τους σε ένα σπίτι που παραφορτώνεται από την ανθρώπινη παρουσία και τη ζωή που ξεχειλίζει σε αυτό- μέσα από τις φωνές, τις γκρίνιες, τις συγκρούσεις- με το σκοτάδι και τη μοναξιά του θανάτου που υπάρχει σε ένα άλλο κλειστό, σκοτεινό δωμάτιο, το δωμάτιο του άρρωστου πατέρα. Ένα περιβάλλον όπου χαρακτηρίζεται από την αντίστιξη όλων των αντιφάσεων της ανθρώπινης ύπαρξης, και που σε βοηθά να ευχηθείς, όχι τόσο αναμένοντας την πραγματοποίηση μιας ευχής ,που ξέρεις κατά βάθος ότι το θαύμα στο οποίο ελπίζεις δεν θα βρει την πραγμάτωσή του, αλλά να νιώσεις την ευχή σου,συνοδοιπόρο στη μετάβασή σου, από το σκοτάδι της απώλειας ενός κόσμου που χάνεται, του δικού σου κόσμου, προς το φως της ζωής που πάντα θα συνεχίζει να υπάρχει, αφήνοντας πίσω της όλα αυτά που θα ’θελες να ζήσεις με τους ανθρώπους που έφυγαν από αυτή. Να νιώσεις ότι αυτή η τελευταία σου ευχή, μπορεί να μην πραγματοποιεί το θαύμα, διατηρεί όμως ζωντανό ό,τι σου άφησε πίσω του το πέρασμα του ανθρώπου που αγάπησες πολύ. Και έτσι ο θάνατός του να είναι για εσένα,ίσως και για εκείνον, ένας «Ευτυχισμένος θάνατος» που θα έλεγε και ο Καμύ...
Η ταινία απέσπασε το Βραβείο Οικουμενικής Επιτροπής στο Φεστιβάλ Βερολίνου (2023) και το Βραβείο Καλύτερης Σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ Πεκίνου. Για τη δε μικρή πρωταγωνίστρια, Ναΐμα Σεντίες, ο χαρακτηρισμός «εξαιρετική», νομίζω ότι δεν αρκεί για να περιγράψει ό,τι νιώθουμε παρακολουθώντας την και απολαμβάνοντάς της σε όλη τη διάρκεια της ταινίας.
--------------------------------
Καλλίτσα Βλάχου
Εκπαιδευτικός, μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (ΠΕΚΚ) και  μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης Πετρούπολης. Είναι κάτοχος του Μεταπτυχιακού Διπλώματος (Master of Arts/MA) της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου, στα πλαίσια του οποίου εκπόνησε τη διπλωματική της εργασία με τίτλο: «Κινηματογραφικά είδη και κινήματα,ως αντανακλάσεις του κοινωνικού τους πλαισίου. Μετεξέλιξη αυτών, φτάνοντας στον κοινωνικό κινηματογράφο του σήμερα». Έχει παρακολουθήσει με επιτυχία τα παρακάτω Προγράμματα του ΕΚΠΑ: «Κινηματογραφική Γραφή: Αφήγηση και Ύφος», «Πρακτικές Ασκήσεις Δημιουργικής Γραφής» και  «Κινηματογράφος: Ιστορία, Πρακτικές και Βασικές Αρχές Σκηνοθεσίας».
Τον ελεύθερο χρόνο της, διαβάζει, βλέπει ταινίες, και παρακολουθεί τα τεκταινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Τον υπόλοιπο ελάχιστο ελεύθερο χρόνο της, απλά προσπαθεί να διατηρεί την ψυχραιμία της...

Δείτε ακόμη:

"Πλάνο 75" της Τσι Χαγιακάουα | EDITORIAL

Από την «Μπαλάντα του Ναραγιάμα» ως το «Πλάνο 75» ο κοινωνικός κινηματογράφος των Γιαπωνέζων και όχι μόνο, δεν παύει να μας υπενθυμίζει ότι το πλάνο της ζωής μας έχουμε τη δυνατότητα να το σχεδιάζουμε και να το προσδιορίζουμε εμείς...
«Τη γέννησή μας δεν την επιλέγουμε. Τον θάνατό μας όμως μπορούμε να τον επιλέξουμε». Αυτό είναι το διαφημιστικό μότο του προγράμματος «Πλάνο 75» ένα κρατικό πρόγραμμα που παρέχει στους άνω των 75 ετών πολίτες της Ιαπωνίας να κάνουν ευθανασία προκειμένου να απαλλάξουν το έθνος από την αύξηση των ηλικιωμένων που κοστίζουν στον κρατικό προϋπολογισμό και ζουν τελικά εις βάρος των νέων, εις βάρος της κοινωνίας. Γιατί το κράτος έχει στεγνά και ξεκάθαρα αποφασίσει ότι οι φτωχοί ηλικιωμένοι ανήκουν πλέον στο περιθώριο. Δεν αποτελούν κομμάτι του κοινωνικού ιστού, αφού παραγωγικά δεν μπορούν πλέον να συνεισφέρουν σε αυτό. Και το παραγωγικό κομμάτι έχει να κάνει με το κατά πόσο η εργασία τους μπορεί να συνεισφέρει στον οικονομικό προϋπολογισμό των ιδιωτικών εταιρειών πάνω στις οποίες στηρίζεται η οικονομία της χώρας. Όποιος αποφασίσει να συμμετάσχει στο πρόγραμμα κερδίζει και ένα ποσό (δωράκι του «καλού» κράτους) που μπορεί να το δαπανήσει όπως ο ίδιος επιθυμεί, όπως για παράδειγμα είτε σε κάποιο ξενοδοχείο απολαμβάνοντας τις τελευταίες διακοπές της ζωής του είτε στα έξοδα της κηδείας του, αν επιθυμεί η αποχώρησή του από τη ζωή να έχει την πολυτέλεια ή την άνεση που η ίδια η ζωή του στέρησε. Και μπορεί βέβαια το κρατικό πρόγραμμα «Πλάνο 75» που δίνει τη δυνατότητα στους άνω των 75 να «επιλέξουν» τον θάνατο και την ταφή τους να αποτελεί το μυθοπλαστικό στοιχείο της ταινίας, όμως η κατάσταση που περιγράφεται στην ταινία είναι άκρως ρεαλιστική οπότε και το μυθοπλαστικό της στοιχείο δεν στηρίζεται σε ένα σενάριο επιστημονικής φαντασίας, αλλά σε μία δυνάμει κατάσταση που στο μέλλον ίσως τη δούμε και να πραγματοποιείται. 
Η Ιαπωνία μπορεί να είναι από τις πλουσιότερες χώρες του κόσμου, όμως οι μισθοί των εργαζομένων έχουν παραμείνει στάσιμοι εδώ και 30 περίπου χρόνια. Και μπορεί βέβαια η Ιαπωνία να παράγει πάρα πολλά προϊόντα, από αυτοκίνητα μέχρι μηχανήματα υψηλής τεχνολογίας, ο πλούτος όμως εισρέει στις επιχειρήσεις, που όσο πιο κερδοφόρες γίνονται τόσο πιο πολύ εξαθλιώνονται οι εργαζόμενοι σε αυτές. Καμία βελτίωση στις ζωές των εργαζομένων δεν έχει παρατηρηθεί, η φτώχεια διευρύνεται συνεχώς για τα λαϊκά στρώματα και το βιοτικό επίπεδο χειροτερεύει καθημερινά. Ωράρια εργασίας εξαντλητικά, εργαζόμενοι που κοιμούνται στα παγκάκια είτε γιατί τα έξοδα μεταφοράς τους είναι δυσβάσταχτα είτε γιατί τα ωράρια εργασίας τους δεν τους επιτρέπουν την «πολυτέλεια» ξεκούρασης στο σπίτι τους, αποτελούν χαρακτηριστικά σημεία αναφοράς της κατάστασης που επικρατεί. Και βέβαια δεν βρίσκονται μόνο οι μισθοί στα κατώτερα επίπεδα αλλά και οι συντάξεις, γι αυτό και οι συνταξιούχοι και οι άνθρωποι ηλικίας 80 και 85 ετών, για να μπορέσουν να συμπληρώσουν το εισόδημά τους και να μπορούν να αγοράσουν φαγητό, αναγκάζονται να καθαρίζουν πάρκα, να κάνουν τους τροχονόμους ή τους φύλακες. Αυτό δεν είναι μυθοπλασία, είναι η πραγματικότητα που επικρατεί στην κοινωνία της χώρας,η οποία στην κατάταξη των πλουσιότερων χωρών του κόσμου, κατέχει την Τρίτη θέση. 
Η ηρωίδα της ταινίας μας, η 78χρονη Μίτσι είναι ένας μοναχικός άνθρωπος που ανήκει στην παραπάνω κατηγορία, των ανθρώπων δηλαδή που αναγκάζονται να δουλεύουν μέχρι το τέλος της ζωής τους για να τα φέρνουν βόλτα. Και όχι μόνο αναγκάζεται να εργάζεται μέχρι αυτή την ηλικία για να εξασφαλίσει τα προς το ζην, αλλά ταυτόχρονα έρχεται αντιμέτωπη και με τον ηλικιακό ρατσισμό των εργοδοτών στους οποίους καταφεύγει προς αναζήτηση εργασίας. Η Μίτσι δεν θέλει να μπει στο πρόγραμμα "Πλάνο 75". Οι συνθήκες όμως της ζωής της την αναγκάζουν. Βιώνει την απόλυτη μοναξιά, κανένα χέρι δεν απλώνεται για βοήθεια, εκλιπαρεί για λίγη ανθρώπινη επαφή, για λίγη επικοινωνία αποδεχόμενη να πληρώσει πολύ ακριβά το αντίτιμο. Ταυτόχρονα στην ταινία παρακολουθούμε τις ζωές των νέων εργαζόμενων που δουλεύουν στο πρόγραμμα, που αναγκάζονται για την ακρίβεια να δουλέψουν σε αυτό, και που έρχονται αντιμέτωποι με πολλά ηθικά διλήμματα όπως για παράδειγμα μέχρι που οι προσωπικές σου αντιστάσεις μπορεί να αμβλυνθούν, μέχρι πού μπορείς να αντιμετωπίζεις τον συνάνθρωπό σου ως αντικείμενο εκμετάλλευσης της εταιρείας που εργάζεσαι,ως αναλώσιμο προϊόν αυτής, και τελικά μέχρι πού μπορείς να διακρίνεις τον δικό σου εαυτό μέσα από το καθρέφτισμα του άλλου. 
Στην αριστουργηματική ταινία του Σοέι Ιμαμούρα « Η μπαλάντα του Ναραγιάμα» που είχε προβληθεί το μακρινό 1983, το κομφουκιανό έθιμο επέβαλλε στους ηλικιωμένους να πάνε στο όρος Ναραγιάμα και να μείνουν εκεί μέχρι να τους βρει ο θάνατος. Ο λόγος ήταν για να ελαφρυνθεί η οικογένεια οικονομικά αφού θα είχε λιγότερα στόματα να θρέψει. Και η ηρωίδα εκείνης της ταινίας, η Ορίν είχε πειθήνια δεχτεί το έθιμο θεωρώντας πρώτιστο καθήκον της να το τηρήσει, προσπαθώντας μάλιστα να κάμψει με κάθε τρόπο τους ηθικούς ενδοιασμούς του γιου της που δεν του πήγαινε η καρδιά να εγκαταλείψει τη μητέρα του στο βουνό. Ο Β. Ραφαηλίδης τότε είχε παρατηρήσει και επισημάνει κάτι πολύ σημαντικό σε εκείνη την ταινία: Το γεγονός ότι ο σκηνοθέτης της ταινίας, ο Ιμαμούρα, δεν είχε χρονολογήσει την ιστορία του. Δεν ξέραμε αν η ιστορία αυτή τοποθετούνταν στο μεσαίωνα ή σε ένα σύγχρονο ιαπωνικό χωριό όπου το «ιαπωνικό θαύμα» δεν είχε τελεστεί ακόμη. 
Στο «Πλάνο 75», το «ιαπωνικό θαύμα» έχει τελεστεί. Όμως οι αδύναμες ομάδες εξακολουθούν να μένουν στο περιθώριο και να αποτελούν βάρος για την κοινωνία. Το «ιαπωνικό θαύμα» δεν έχει επιφέρει καμία αλλαγή στον τρόπο που αντιμετωπίζονται οι οικονομικά ασθενέστερες ομάδες. Όμως αν η Ορίν στην «Μπαλάντα του Ναραγιάμα» αποδέχεται τυφλά το κομφουκιανό έθιμο αποδεχόμενη ότι άλλοι ορίζουν τις ζωή και τη μοίρα της, η Μίτσι στο «Πλάνο 75» λειτουργεί διαφορετικά. Μέχρι το τέλος της ταινίας παρακολουθούμε τη μοναχική της πορεία, τη βία που το σύστημα ασκεί πάνω της, τις προσπάθειες που καταβάλλει να διατηρήσει την ανθρώπινη αξιοπρέπειά της, σαν ένας άλλος Ντάνιελ Μπλέηκ, μπλεγμένη στα γρανάζια ενός κράτους μηδενικής πρόνοιας και αδιαφορίας συγκαλυμμένης από τα ψεύτικα χαμόγελα των υπαλλήλων-που απλά εκτελούν εντολές, προσπαθεί να διεκδικήσει τα ελάχιστα απ΄αυτά που δικαιωματικά της ανήκουν.
Παρά το «βάρος» της ταινίας «Πλάνο 75» βγαίνεις από το σινεμά με την αίσθηση ότι την ελευθερία σου, όσο και να σου τη στερούν, εσύ θα βρίσκεις πάντα τον τρόπο να την διεκδικείς και να την κερδίζεις. Θα είσαι εσύ που θα σχεδιάζεις το δικό σου πλάνο για να μπορείς μέσα από αυτό να νιώθεις έστω και λίγο ελεύθερος...
Η ταινία βραβεύτηκε στις Κάννες (μνεία Χρυσής Κάμερας) και στη Θεσσαλονίκη (Χάλκινος Αλέξανδρος).
--------------------------------
Καλλίτσα Βλάχου
Εκπαιδευτικός, μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (ΠΕΚΚ) και  μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης Πετρούπολης. Είναι κάτοχος του Μεταπτυχιακού Διπλώματος (Master of Arts/MA) της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου, στα πλαίσια του οποίου εκπόνησε τη διπλωματική της εργασία με τίτλο: «Κινηματογραφικά είδη και κινήματα,ως αντανακλάσεις του κοινωνικού τους πλαισίου. Μετεξέλιξη αυτών, φτάνοντας στον κοινωνικό κινηματογράφο του σήμερα». Έχει παρακολουθήσει με επιτυχία τα παρακάτω Προγράμματα του ΕΚΠΑ: «Κινηματογραφική Γραφή: Αφήγηση και Ύφος», «Πρακτικές Ασκήσεις Δημιουργικής Γραφής» και  «Κινηματογράφος: Ιστορία, Πρακτικές και Βασικές Αρχές Σκηνοθεσίας».
Τον ελεύθερο χρόνο της, διαβάζει, βλέπει ταινίες, και παρακολουθεί τα τεκταινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Τον υπόλοιπο ελάχιστο ελεύθερο χρόνο της, απλά προσπαθεί να διατηρεί την ψυχραιμία της...

Δείτε ακόμη:

Κινηματογραφική Λέσχη Πετρούπολης dimos petroupolis petroupoli.gov.gr pkdp.gr σινέ πετρούπολις Δήμος Πετρούπολης Θερινός Κινηματογράφος Πετρούπολης δημοτικός κινηματογράφος πετρούπολης Θερινό Σινεμά Πετρούπολης Πνευματικό Κέντρο Πετρούπολης editorial πολιτιστικό κέντρο πετρούπολης άρθρα πρόγραμμα 2017 Κινηματοθέατρο Πετρούπολις Ελεύθερη είσοδος παιδική ταινία πρόγραμμα 2018 όσκαρ πρόγραμμα 2019 ελληνική ταινία cinelesxi_petroupolis Petroupoli Πετρούπολη καλοκαίρι 2022 Ταινίες Ινστιτούτο Θερβάντες Σινεμά Πετρούπολη καλοκαίρι 2018 πρόγραμμα 2020 καλοκαίρι 2019 καλοκαίρι 2021 Ισπανική πρεσβεία καλοκαίρι 2020 καλοκαίρι 2023 κωμωδία Πρεσβεία Αργεντινής καλοκαίρι 2025 πρόγραμμα 2025 Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης γαλλική ταινία καλοκαίρι 2024 Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών ισπανική ταινία πρεσβεία βενεζουέλας ιταλική ταινία χειμώνας 2019-2020 Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο Φεστιβάλ ταινιών μικρού μήκους Δράμας ιρανική πρεσβεία Πρεσβεία Νορβηγίας ιρανική ταινία Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης Απρίλιος 2019 Ιούνιος 2023 πρόγραμμα 2021 Ιανουάριος 2024 Μάρτιος 2024 Πρεσβεία Ουρουγουάης πρεσβεία Ισημερινού