Τρίτη 8 Απριλίου 2025

"Πικρές Αλήθειες" του Μάικ Λι | EDITORIAL

Πολύ αγαπημένος σκηνοθέτης ο Μάικ Λι, ο σκηνοθέτης των βλεμμάτων, των ανθρώπινων εκφράσεων, ο σκηνοθέτης που χαρτογραφεί σπιθαμή προς σπιθαμή την ανθρώπινη ψυχή, μας μιλάει για τις πικρές, σκληρές αλήθειες της ζωής μας, και μας τις αποκαλύπτει με μεγάλη ευαισθησία, απλά, λιτά, ανθρώπινα.
Ο Μάικ Λι, μαζί με τον  Στίβεν Φρίαρς και τον Κεν Λόουτς απαρτίζουν τη μεγάλη τριάδα του σύγχρονου αγγλικού κινηματογράφου, που στις δεκαετίες του ’80 και του ’90 το έργο τους καταξιώνεται και οι ίδιοι καθίστανται οι βασικοί εκπρόσωποι του νέου ρεαλισμού στον βρετανικό κινηματογράφο. Ενός κινήματος  που σαφώς και φέρει πολλές επιρροές από τον ιταλικό νεορεαλισμό και το κίνημα του free cinema που είχαν προηγηθεί μερικές δεκαετίες πριν, και που ένα από τα βασικά του χαρακτηριστικά είναι ότι η  θεματολογία των ταινιών τους αντλεί από τις συνθήκες ζωής των απλών ανθρώπων. Συνθήκες που τους κάνουν να βρίσκονται σε δύσκολη κοινωνική ή οικονομική ή  ψυχολογική κατάσταση  από  όπου καλούνται να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους. Και ενώ ο Φρίαρς δείχνει να επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στους περιθωριακούς και απόκληρους, τις φυλετικές ή σεξουαλικές μειονότητες και το προλεταριάτο, ο δε Λόουτς ασκεί κριτική στο καθεστώς, προσανατολίζοντας τη θεματολογία του στα προβλήματα της εργατικής τάξης, ο τρίτος της παρέας ο Μάικ Λι, επικεντρώνεται θεματικά στα υπαρξιακά προβλήματα των ηρώων του και με το οξυδερκές του βλέμμα καταφέρνει να ανασύρει στην επιφάνεια τις αιτίες των προβλημάτων. Έτσι που ακόμη και αν οι συμπεριφορές των ηρώων του φτάνουν στα άκρα, αυτό να μην μας ξενίζει, καθώς εστιάζουμε  την προσοχή μας όχι στο πώς, αλλά στο γιατί της συμπεριφοράς. Οι δυσλειτουργικές οικογένειες, η δυσκολία έκφρασης και επικοινωνίας των μελών , η μοναξιά,  οι απαξιωτικές συμπεριφορές και τα βαθιά ψυχικά τραύματα που αυτές προκαλούν, αποτελούν τα βασικά θέματα που βρίσκονται στο επίκεντρο των περισσοτέρων  ταινιών του Μαικ Λι, ανάμεσα στις οποίες και η τελευταία του ταινία "Πικρές Αλήθειες". 
Τίποτα δεν πάει καλά στη ζωή της Πάνσι (η νεαρή πρωταγωνίστρια Μαριάν Ζαν-Μπατίστ που την είχαμε γνωρίσει στην ταινία "Μυστικά και Ψέματα", μεγάλωσε και υποδύεται άψογα των ρόλο της νευρωτικής νοικοκυράς) της μεσήλικης μικροαστής γυναίκας που ζει σε ένα άνετο διαμέρισμα σε κάποιο προάστιο του Λονδίνου με τον σύζυγο και τον 22χρονο γιο της. Νευρωτική, υποχόνδρια, μικροβιοφοβική , διαρκώς θυμωμένη , αγοραφοβική με πολλές κρίσεις πανικού και ανήσυχους ύπνους που την κάνουν να πετάγεται απότομα με το παραμικρό. Άκρως καταπιεστική απέναντι  στον γιο και στον άντρα της που διαρκώς τους κατακρίνει και τους απαξιώνει. Η ίδια ασφυκτιά συναισθηματικά στην πολυτελή φυλακή του διαμερίσματος της που ίσως κάποτε αποτελούσε το όνειρό της. ‘Ενα όνειρο που μάλλον απόδραση από το μεγάλο υπαρξιακό κενό της ήταν, παρά όνειρο εκπλήρωσης πραγματικών επιθυμιών. Ποτέ της δεν αφουγκράστηκε τις πραγματικές της επιθυμίες η Πάνσι, κουβαλώντας και αυτή τις παθογένειες της οικογένειας των παιδικών της χρόνων και μεταφέροντάς τες στην δική της. Ετεροκαθορισμένες επιθυμίες που όσο τις εκπλήρωνε τόσο μεγάλωνε το κενό μέσα της, έτσι που τώρα η ίδια να μιλάει ακατάπαυστα, αλλά να μην λέει τίποτα και να μην την ακούει κανείς.  Μόνο σαν  απεγνωσμένη κραυγή βοήθειας καταλήγουμε στο τέλος να ακούμε τα λόγια της. Σύζυγος και γιος στέκουν ανήμποροι να παράσχουν την όποια βοήθεια προς αυτή τη γυναίκα. Η συμπεριφορά της τους κουράζει, τους καταρρακώνει, τους ακινητοποιεί. Ο μεν σύζυγος αντιδρά στωικά, λιγομίλητος σαν να έχει αποδεχτεί το μόνιμο της κατάστασης, της έλλειψης επικοινωνίας με τη γυναίκα του και σαν να έχει κανονικοποιήσει τη συμπεριφορά της, θεωρώντας την δεδομένη και ακίνδυνη. Ο δε γιος ξεσπά όλη την πίεση  της οικογένειας που δέχεται στο φαγητό . Μόνο εκεί νιώθει ζωντανός. Όλος ο άλλος χρόνος βιώνεται στην απόλυτη απομόνωση, στην παντελή έλλειψη επικοινωνίας. 
Ο Μάικ Λι υιοθετεί ένα λιτό ρεαλιστικό ύφος μέσα από το οποίο δεν καταγράφει μόνο τη συμπεριφορά  των τριών μελών της οικογένειας, αλλά με την ευαίσθητη και διορατική ματιά του, καταγράφει και τον τρόπο που αντιμετωπίζεται αυτή η οικογένεια από τους άλλους. Από τη μία η οικογένεια της Πάνσι με τα κραυγαλέα και ολοφάνερα προβλήματα, τη νευρωτική μητέρα, τον υπέρβαρο απομονωμένο γιο, τον σιωπηλό πατέρα, και από την άλλη η οικογένεια της αδελφής της με τις δύο νεαρές κόρες της, που έχουν επιλέξει έναν άλλον τρόπο επίλυσης των δικών τους προβλημάτων. Να μην τα πολυσυζητούν και να δείχνουν προς τα έξω την εικόνα της χαρούμενης, αρμονικά δεμένης οικογένειας, όπου στο εσωτερικό της υπάρχει μία αυτονομία και ένας σεβασμός μεταξύ των μελών της, τα προβλήματα όμως που απασχολούν το κάθε μέλος δεν μπαίνουν στο τραπέζι, προσπερνιούνται. Έτσι που η εικόνα προς τα έξω της χαρούμενης και ευτυχισμένης οικογένειας να λειτουργεί ανατροφοδοτικά προς την ίδια, όχι φυσικά λύνοντας τα προβλήματα που υπάρχουν,  αλλά επικαλύπτοντάς τα, παρατείνοντας τη στιγμή της αποκάλυψής τους, κάτι όμως που φαινομενικά δεν δείχνει να τις απασχολεί ιδιαίτερα. Και εδώ ο εμπειρότατος στην ανατομία των ανθρωπίνων σχέσεων, Μάικ Λι, με τα σκηνοθετικά  ταιριασμένα στιγμιότυπα της καθημερινότητας όλων των ηρώων του, καταφέρνει να μας μιλήσει για το μυστήριο της μοναξιάς που βρίσκεται στην καρδιά των σχέσεων  και για τον μεγάλο φόβο των ανθρώπων να αποκαλυφθεί  η ευαλωτότητά τους , να αποκαλυφθεί η αδυναμία τους να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους, καταλήγοντας να φτιάχνουν ένα μικρό περιχαρακωμένο σύστημα, όπου οι υπόλοιποι είναι οι «παρείσακτοι» που τους υποδέχονται με ζεστασιά μεν, γιατί αυτό συνηθίζουν να κάνουν οι άνθρωποι, αλλά με απουσία ειλικρίνειας. 
Ο Μάικ Λι πλησιάζει με ενδιαφέρον και στοργή όλους τους ήρωές του, γιατί δεν το ενδιαφέρει να κατακρίνει συμπεριφορές αλλά να διακρίνει το αίτιο και το αιτιατό σε αυτές. Και ξεσκεπάζει αυτό που δεν φαίνεται. Αυτό που κρύβεται πίσω από το βόλεμα του «όλα πάνε καλά». Κι ας φαίνεται ότι «όλα πάνε καλά». Καταφέρνει να αποσπάσει την προσοχή μας  από τις κραυγές της Πάνσι, που δεν κρύβει τα προβλήματά της, από την απομόνωση του υπέρβαρου γιου που και αυτός «φωνάζει» για συντροφικότητα και επικοινωνία, και να μας αποκαλύψει την υποκρισία των άλλων. Μια υποκρισία που όχι μόνο δεν βοηθά την Πάνσι και την οικογένειά της να βγει από το αδιέξοδο της, αλλά την κάνει να βουλιάζει ακόμη περισσότερο σε αυτό. Οι άνθρωποι, μας λέει ο Μάικ Λι, στις μεταξύ τους συναναστροφές,  ώρες ώρες, γίνονται πολύ σκληροί, όχι σκόπιμα, αλλά περισσότερο για λόγους ευκολίας.  Γιατί τους είναι πιο εύκολο να κρίνουν τις συμπεριφορές των άλλων, να τις αξιολογούν σύμφωνα με τα κοινωνικά πρότυπα συμπεριφοράς που και οι ίδιοι έχουν αποδεχτεί, ακόμη κι αν "στριμώχνονται" πολύ και οι ίδιοι μέσα σε αυτά, από το να σταθούν σαν ίσος προς ίσον απέναντι στον άλλον και να μιλήσουν με απόλυτη ειλικρίνεια για τους δικούς τους φόβους, τις δικές τους ανασφάλειες, τις δικές τους πιέσεις, και τις δικές τους πραγματικές ανάγκες . Από το να μοιραστούν αληθινά. 
Πολύ αγαπημένος σκηνοθέτης ο Μάικ Λι, ο σκηνοθέτης των βλεμμάτων, των ανθρώπινων εκφράσεων, ο σκηνοθέτης που χαρτογραφεί σπιθαμή προς σπιθαμή την ανθρώπινη ψυχή, μας μιλάει για τις πικρές, σκληρές αλήθειες της ζωής μας, και μας τις αποκαλύπτει με μεγάλη ευαισθησία, απλά, λιτά, ανθρώπινα.

--------------------------------
Καλλίτσα Βλάχου
Εκπαιδευτικός, μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (ΠΕΚΚ) και  μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης Πετρούπολης. Είναι κάτοχος του Μεταπτυχιακού Διπλώματος (Master of Arts/MA) της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου, στα πλαίσια του οποίου εκπόνησε τη διπλωματική της εργασία με τίτλο: «Κινηματογραφικά είδη και κινήματα,ως αντανακλάσεις του κοινωνικού τους πλαισίου. Μετεξέλιξη αυτών, φτάνοντας στον κοινωνικό κινηματογράφο του σήμερα». Έχει παρακολουθήσει με επιτυχία τα παρακάτω Προγράμματα του ΕΚΠΑ: «Κινηματογραφική Γραφή: Αφήγηση και Ύφος», «Πρακτικές Ασκήσεις Δημιουργικής Γραφής» και  «Κινηματογράφος: Ιστορία, Πρακτικές και Βασικές Αρχές Σκηνοθεσίας».
Τον ελεύθερο χρόνο της, διαβάζει, βλέπει ταινίες, και παρακολουθεί τα τεκταινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Τον υπόλοιπο ελάχιστο ελεύθερο χρόνο της, απλά προσπαθεί να διατηρεί την ψυχραιμία της...

"Armand" του Χάλφνταν Ούλμαν Τέντελ | EDITORIAL

Η Ελίζαμπεθ, μητέρα του εξάχρονου Αρμάντ και οι γονείς του Γιον -συμμαθητή του Αρμάντ- η Σάρα και ο Άντερς καλούνται από τη διεύθυνση του σχολείου, προκειμένου να συζητήσουν ένα πρόβλημα που έχει προκύψει στις σχέσεις των παιδιών τους. Ένα πρόβλημα για το οποίο η Ελίζαμπεθ δεν έχει ενημερωθεί, αντίθετα οι γονείς του Γιον είναι ενήμεροι από τον ίδιο τους τον γιο, που ισχυρίζεται ότι έχει υποστεί σεξουαλική παρενόχληση από τον Αρμάντ. Η συνάντηση των γονέων γίνεται  στο σχολείο, το οποίο σταδιακά, από τόπος συνάντησης μετατρέπεται σε πεδίο μάχης. Ένα πεδίο μάχης στο οποίο ο τελικός σκοπός της συνάντησης που είναι να ερευνηθεί το περιστατικό, να αποκαλυφθεί η αλήθεια των γεγονότων και να ληφθούν μέτρα προς όφελος και των δύο παιδιών για οτιδήποτε έχει συμβεί, καθίσταται ανέφικτος. Ο χώρος του σχολείου μετατρέπεται σε ένα πεδίο έντονων συγκρούσεων και διαξιφισμών που ανασύρουν πολλές αθέατες όψεις της προσωπικότητας, όχι όμως των παιδιών, αλλά των γονιών τους. Γι αυτό και από το κάδρο απουσιάζουν εντελώς τα παιδιά . Στον χώρο του σχολείου λείπουν οι μαθητές, όχι όμως και τα παθογενή περιβάλλοντα μέσα στα οποία αυτοί ζουν. Αυτά τα περιβάλλοντα που κουβαλούν μαζί τους στη σχολική τάξη και που επηρεάζουν άμεσα τη συμπεριφορά τους, χωρίς όμως να μπορούν να ανιχνευθούν εύκολα, πολλές φορές ούτε καν γίνονται αντιληπτά. Η εκπαιδευτικός των δύο μικρών μαθητών, ο διευθυντής και η ψυχολόγος του σχολείου, προσπαθώντας να συντονίσουν τη συζήτηση, καταλήγουν στο τέλος απλά να εποπτεύουν μια κατάσταση την οποία καθίστανται και οι ίδιοι ανίκανοι να ελέγξουν. 
Μία υποβόσκουσα βία που εκδηλώνεται με αφορμή ένα περιστατικό ανάμεσα σε δύο εξάχρονους μικρούς μαθητές σε ένα Δημοτικό Σχολείο στη Νορβηγία, αρχίζει σιγά σιγά να ανεβαίνει προς την επιφάνεια και από λεπτό σε λεπτό να γίνεται όλο και πιο ανεξέλεγκτη, όλο και πιο ορμητική, έτσι που κάθε προσπάθεια ελέγξιμου της κατάστασης μέσω της πολιτικής ορθότητας από τη μεριά της διεύθυνσης του σχολείου, να πέφτει στο κενό. Μία βαθιά ριζωμένη βία που απλώνει τις ρίζες της  σε όλους τους χώρους των κοινωνικών ομάδων που απαρτίζουν το περιβάλλον των μαθητών, καθώς και των θεσμών όπως το σχολείο και η οικογένεια.  
Μία εκπαιδευτικός που νοιάζεται πραγματικά για τα παιδιά, αλλά που δεν μπορεί να παραβλέψει την εντολή του διευθυντή της, που της συστήνει σύνεση και διπλωματία και που της υπενθυμίζει ότι εκπροσωπεί το σχολείο, επομένως η δική της γνώμη δεν μετράει. 
Ένας κουρασμένος διευθυντής που θέλει η υπόθεση των παιδιών να κλείσει όσο το δυνατό πιο σύντομα και πιο μυστικά, για να μην διασυρθεί η φήμη του σχολείου. 
Μια ψυχολόγος που έχει έτοιμο το αλφαβητάρι των ατομικών και γενικών μέτρων που πρέπει να εφαρμοστούν με σκοπό την τροποποίηση της συμπεριφοράς, χωρίς να επιχειρεί μία σε βάθος ανίχνευση των αιτίων της εκάστοτε συμπεριφοράς. 
Και γονείς. Έτοιμοι να δικάσουν. Έτοιμοι να αποδώσουν κατηγορίες, ακόμη κι αν τα στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους είναι φήμες. Γονείς που δημιουργούν μια εικόνα για το παιδί τους που καθρεφτίζει τις δικές τους προσδοκίες, τις δικές τους επιθυμίες, τα δικά τους ανεκπλήρωτα. Και που αντιμετωπίζουν με μεγάλη καχυποψία οτιδήποτε ή οποιονδήποτε επιχειρεί να χαλάσει αυτή την εικόνα. Γονείς τέλος, που δημιουργούν τους δικούς τους ψεύτικους κόσμους για να ξεφύγουν από τις δικές τους ανασφάλειες και τα δικά τους δισεπίλυτα χρόνια καταχωνιασμένα προβλήματα. Που όλη τους η ενεργητικότητα αναλώνεται στη διατήρηση αυτών των κόσμων. Των κόσμων της υποκρισίας, της ψευδαίσθησης, της ματαιότητας.  
Και από την άλλη μεριά η Ελίζαμπεθ (εξαιρετική η ερμηνεία της Ρενάτε Ρέισβε, την έχουμε δει στην ταινία. "Ο Χειρότερος Άνθρωπος στον Κόσμο" και προσφάτως στην ταινία "A Different Man" που προβλήθηκε στο 65ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης) με τον γιο της τον Αρμάντ, αντιμέτωπη με όλους τους παραπάνω. Αγωνιά, ξαφνιάζεται, τρομάζει, ασφυκτιά, νιώθει μόνη, εγκαταλελειμμένη, γεμίζει ενοχές για το αν τελικά είναι καλή μάνα, ξεσπά σε νευρικό γέλιο,μεγάλης διάρκειας, που καταλήγει σε κλάμα εκτονώνοντας όλη την ασφυκτικά βίαιη πίεση που ασκείται πάνω της, και καταδεικνύοντας ταυτόχρονα, την υποκρισία μέσα στην οποία βουλιάζει ένα ολόκληρο σχολείο. 
Στο κινηματογραφικό του ντεμπούτο, ο 35χρονος Χάλφνταν Ούλμαν Τέντελ, εγγονός των Ίνγκμαρ Μπέργκμαν και Λιβ Ούλμαν μας παραδίδει μία ταινία που μπορεί σε κάποια σημεία να χάνει τον ρυθμό της – με την κάπως αταίριαστη, όχι νοηματικά, αλλά σε επίπεδο μορφής, παρεμβολή σκηνών όπου το όνειρο και η φαντασίωση υποκαθιστούν την πραγματικότητα- δείχνει όμως ότι έχει μάθει πολλά από τον παππού του, ξέροντας να χειρίζεται σωστά την κάμερα, που με τα κοντινά πλάνα αναδεικνύει με εξαιρετική πλαστικότητα και φωτισμό τις παραμικρές λεπτομέρειες των προσώπων, εντείνοντας έτσι την αίσθηση του πλησιάσματος και της εμβάθυνσης των χαρακτήρων. 
Θυμίζοντάς μας Θέατρο Δωματίου, λίγα πρόσωπα σε περιορισμένο χώρο, όπου ο κινηματογραφικός χρόνος ταυτίζεται με τον πραγματικό και όπου διερευνάται η ψυχολογία των ηρώων μέσω της οικειότητας και της εγγύτητας που νιώθει ο θεατής με τα πρόσωπα, ο Τέντελ επιχειρεί μια λεπτομερή και βαθιά  ανάλυση του φαινομένου της εσωτερικευμένης βίας ανθρώπων και θεσμών, η οποία όσο και αν επιχειρείται να συγκαλυφθεί, γίνεται αντιληπτή από τα παιδιά, που  τη νιώθουν και αντιδρούν σε αυτήν καλώντας με τον δικό τους τρόπο  σε βοήθεια. 
Παραμένει πάντα ένα ζητούμενο όμως,  αν και κατά πόσο μπορούν αυτές οι  φωνές να ακουστούν, να φτάσουν στους δέκτες τους...
Η ταινία απέσπασε το Βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη στο τμήμα «Ένα Κάποιο Βλέμμα» στο Φεστιβάλ των Καννών και το βραβείο της ΠΕΚΚ (Πανελλήνια Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου) στις 30ές Νύχτες Πρεμιέρας.

--------------------------------
Καλλίτσα Βλάχου
Εκπαιδευτικός, μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (ΠΕΚΚ) και  μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης Πετρούπολης. Είναι κάτοχος του Μεταπτυχιακού Διπλώματος (Master of Arts/MA) της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου, στα πλαίσια του οποίου εκπόνησε τη διπλωματική της εργασία με τίτλο: «Κινηματογραφικά είδη και κινήματα,ως αντανακλάσεις του κοινωνικού τους πλαισίου. Μετεξέλιξη αυτών, φτάνοντας στον κοινωνικό κινηματογράφο του σήμερα». Έχει παρακολουθήσει με επιτυχία τα παρακάτω Προγράμματα του ΕΚΠΑ: «Κινηματογραφική Γραφή: Αφήγηση και Ύφος», «Πρακτικές Ασκήσεις Δημιουργικής Γραφής» και  «Κινηματογράφος: Ιστορία, Πρακτικές και Βασικές Αρχές Σκηνοθεσίας».
Τον ελεύθερο χρόνο της, διαβάζει, βλέπει ταινίες, και παρακολουθεί τα τεκταινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Τον υπόλοιπο ελάχιστο ελεύθερο χρόνο της, απλά προσπαθεί να διατηρεί την ψυχραιμία της...

Δείτε ακόμη:

"Το Παρίσι του Σουλεϊμάν" του Μπορίς Λοζκίν | EDITORIAL

Το Παρίσι του Σουλεϊμάν δεν είναι η Πόλη του φωτός ,των μεγάλων μουσείων, των φημισμένων κήπων, των ανακτόρων . Δεν είναι το  Παρίσι της κοσμοπολίτικης νυχτερινής ζωής, των ρομαντικών περιπάτων στις όχθες του Σηκουάνα και στα πλακόστρωτα της Μονμάρτρης, στα υποφωτισμένα  μπιστρό με τους πελάτες να απολαμβάνουν το ακριβό  γαλλικό κρασί συνοδευόμενο από μελωδίες τύπου "Sous le ciel de Paris" (Κάτω από τον παριζιάνικο ουρανό). Δεν είναι το Παρίσι της μόδας και των διάσημων  σχεδιαστών, των πανάκριβων ρούχων, των  αξεσουάρ και των αρωμάτων. 
Το Παρίσι του Σουλεϊμάν είναι η σκοτεινή και αθέατη πλευρά εκείνης της πόλης που παραμένει μακριά από τους χώρους επίσκεψης των τουριστών με τα γερά πορτοφόλια. 
Και εμείς μαζί τους ως ενεργοί θεατές, δεν περιοριζόμαστε στη θέαση, ούτε στην απλή ανάγνωση της ταινίας, αλλά συνειδητοποιούμε και νιώθουμε έντονα ότι στα όρια αυτών των αντοχών κάποτε πρέπει να μπει ένα τέλος, μία κόκκινη γραμμή, μέσω μιας συλλογικής πολιτικής πρακτικής που θα ανατρέπει τους κυρίαρχους ιδεολογικούς μηχανισμούς, έτσι που να πάψει ο κάθε Σουλεϊμάν να αναγκάζεται να αντέχει την ύπαρξή του, και απλά να χαίρεται και να απολαμβάνει που ζει και υπάρχει. 
Το Παρίσι του Σουλεϊμάν είναι η πόλη των μεγάλων ταξικών αντιθέσεων, εκεί όπου η φτώχεια και η αθλιότητα δεν έχουν καμία απολύτως φωτογένεια. Είναι η αθέατη μεριά της τουριστικής γκλαμουριάς, είναι ο άλλος κόσμος που δεν αποτελεί πόλο έλξης για τους επισκέπτες του. Είναι η πόλη των ντελιβεράδων, των μεταναστών, της προσφυγιάς, των ανθρώπων που περνούν τα βράδια τους σε εστίες φιλοξενίας, που αν δεν προλάβουν το νυχτερινό λεωφορείο μπορεί και να περάσουν τη βραδιά τους στην είσοδο μιας πολυκατοικίας. Είναι το Παρίσι των μοναχικών ανθρώπων που αναζητούν τη χαμένη τους ταυτότητα. Των ανθρώπων που αναγκάστηκαν να αναζητήσουν αλλού την τύχη τους και που διαπιστώνουν ότι για αυτούς τα περιθώρια βελτίωσης της ζωής τους είναι ελάχιστα. Των ανθρώπων που αντικρίζουν κατάματα το σκληρό, εχθρικό, βίαιο πρόσωπο του καπιταλισμού και που διαπιστώνουν έντρομοι ότι ελάχιστα απέχει από αυτό που  τους ανάγκασε να εγκαταλείψουν τη δική τους πατρίδα. 
Αντίστροφα μετράει ο χρόνος για τον Σουλεϊμάν τον πρόσφυγα από τη Γουινέα, που στον φιλμικό χρόνο που διαρκεί μιάμιση ώρα, συμπυκνώνεται η ζωή δύο ημερών, όπου μέσα σε αυτές δίνει έναν τιτάνιο αγώνα, προκειμένου να κερδίσει την πολυπόθητη άδεια παραμονής του σε μία χώρα, που με πίκρα διαπιστώνει ότι είναι εξίσου αφιλόξενη- παρά το υψηλό οικονομικό και πολιτιστικό της επίπεδο- με τη χώρα από την οποία προέρχεται. Δεν είναι το ταξίδι, δεν είναι οι κακουχίες, δεν είναι η φρίκη που πέρασε ο Σουλεϊμάν για να φτάσει στον τελικό του προορισμό. Το χειρότερο είναι αυτό που αντικρίζει . Που διαπιστώνει ότι στη νέα του ζωή πρέπει να απαρνηθεί την προηγούμενη. Που πρέπει να γίνει ένας άλλος άνθρωπος ξεριζωμένος, αποκομμένος από τους συναισθηματικούς δεσμούς που τον ενώνουν με ό,τι άφησε πίσω του. Που πρέπει να επινοήσει ένα παραμύθι γιατί το σύστημα τον απορρίπτει. Έχει συγκεκριμένες φόρμες ο καπιταλισμός, στις οποίες εντάσσει τους ανθρώπους στη χοάνη του. Είναι το παράλογο που δεν μπορεί να κατανοήσει, ο Σουλεϊμάν, που μέσα στον ξέφρενο ρυθμό να πραγματοποιήσει τον τελικό του στόχο, που είναι η διαμονή του, συνειδητοποιεί ότι τελικά αυτός ο στόχος είναι ανούσιος. 
Ο Λοζκίν μας παραδίδει μια αμιγώς πολιτική ταινία που αναδεικνύει τους κοινωνικούς σχηματισμούς μέσα στους οποίους εγγράφεται η ιστορία του Σουλεϊμάν, η ιστορία των προσφύγων, των κατατρεγμένων, των ανθρώπων που προσπαθούν να επιβιώσουν στις μεγάλες μητροπόλεις, των ανθρώπων που αντέχουν και όλο αντέχουν... Και εμείς μαζί τους ως ενεργοί θεατές, δεν περιοριζόμαστε στη θέαση, ούτε στην απλή ανάγνωση της ταινίας, αλλά συνειδητοποιούμε και νιώθουμε έντονα ότι στα όρια αυτών των αντοχών κάποτε πρέπει να μπει ένα τέλος, μία κόκκινη γραμμή, μέσω μιας συλλογικής πολιτικής πρακτικής που θα ανατρέπει τους κυρίαρχους ιδεολογικούς μηχανισμούς, έτσι που να πάψει ο κάθε Σουλεϊμάν να αναγκάζεται να αντέχει την ύπαρξή του, και απλά να χαίρεται και να απολαμβάνει που ζει και υπάρχει. 
"Το Παρίσι του Σουλεϊμάν" παρουσιάστηκε στο Φεστιβάλ Καννών 2024 στο τμήμα "Ένα Κάποιο Βλέμμα" και κέρδισε το Βραβείο της Κριτικής Επιτροπής και το Βραβείο Ανδρικής Ερμηνείας για τον Αμπού Σανγκαρέ (ερασιτέχνης ηθοποιός), τιμήθηκε με 3 Σεζάρ αλλά και με το Βραβείο Ανδρικής Ερμηνείας στα Ευρωπαϊκά Βραβεία Κινηματογράφου.

--------------------------------
Καλλίτσα Βλάχου
Εκπαιδευτικός, μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (ΠΕΚΚ) και  μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης Πετρούπολης. Είναι κάτοχος του Μεταπτυχιακού Διπλώματος (Master of Arts/MA) της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου, στα πλαίσια του οποίου εκπόνησε τη διπλωματική της εργασία με τίτλο: «Κινηματογραφικά είδη και κινήματα,ως αντανακλάσεις του κοινωνικού τους πλαισίου. Μετεξέλιξη αυτών, φτάνοντας στον κοινωνικό κινηματογράφο του σήμερα». Έχει παρακολουθήσει με επιτυχία τα παρακάτω Προγράμματα του ΕΚΠΑ: «Κινηματογραφική Γραφή: Αφήγηση και Ύφος», «Πρακτικές Ασκήσεις Δημιουργικής Γραφής» και  «Κινηματογράφος: Ιστορία, Πρακτικές και Βασικές Αρχές Σκηνοθεσίας».
Τον ελεύθερο χρόνο της, διαβάζει, βλέπει ταινίες, και παρακολουθεί τα τεκταινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Τον υπόλοιπο ελάχιστο ελεύθερο χρόνο της, απλά προσπαθεί να διατηρεί την ψυχραιμία της...

Δείτε ακόμη:
Κινηματογραφική Λέσχη Πετρούπολης dimos petroupolis petroupoli.gov.gr pkdp.gr σινέ πετρούπολις Δήμος Πετρούπολης Θερινός Κινηματογράφος Πετρούπολης δημοτικός κινηματογράφος πετρούπολης Θερινό Σινεμά Πετρούπολης Πνευματικό Κέντρο Πετρούπολης πολιτιστικό κέντρο πετρούπολης editorial άρθρα πρόγραμμα 2017 Κινηματοθέατρο Πετρούπολις Ελεύθερη είσοδος παιδική ταινία πρόγραμμα 2018 όσκαρ πρόγραμμα 2019 ελληνική ταινία cinelesxi_petroupolis Petroupoli Πετρούπολη καλοκαίρι 2022 Ταινίες Ινστιτούτο Θερβάντες Σινεμά Πετρούπολη καλοκαίρι 2018 πρόγραμμα 2020 καλοκαίρι 2019 καλοκαίρι 2021 Ισπανική πρεσβεία καλοκαίρι 2020 καλοκαίρι 2023 κωμωδία Πρεσβεία Αργεντινής Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης γαλλική ταινία καλοκαίρι 2024 Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών ισπανική ταινία πρεσβεία βενεζουέλας ιταλική ταινία χειμώνας 2019-2020 Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο Φεστιβάλ ταινιών μικρού μήκους Δράμας ιρανική πρεσβεία Πρεσβεία Νορβηγίας ιρανική ταινία Απρίλιος 2019 Ιούνιος 2023 πρόγραμμα 2021 Ιανουάριος 2024 Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης καλοκαίρι 2025 Μάρτιος 2024 Πρεσβεία Ουρουγουάης πρεσβεία Ισημερινού πρόγραμμα 2025