Τρίτη 8 Απριλίου 2025

"The Brutalist" του Μπρέιντι Κορμπέ | EDITORIAL

"Κανείς δεν είναι πιο υποδουλωμένος από αυτόν που ψευδώς νομίζει ότι είναι ελεύθερος" - Γκαίτε
Αντικρίζοντας το Άγαλμα της Ελευθερίας, επιστρέφοντας από τη φρίκη του στρατοπέδου συγκέντρωσης, ο Ούγγρος αρχιτέκτονας εβραϊκής καταγωγής, Λάζλο Τοτ,αρχίζει να ξαναζεί. Να ελπίζει πως δεν πρόκειται να ξαναζήσει τις φρικαλεότητες που έζησε, ούτε ο ίδιος ούτε η ανθρωπότητα. Ελπίζει πως όλη η κατασταλαγμένη γνώση του, από την εμπειρία του βασανισμού του, μία γνώση που ξεπερνά τα όρια της φρίκης, θα αντισταθμιστεί από την ανθρώπινη επικοινωνία  που τόσο στερήθηκε, έτσι που να αποκτήσει ξανά την εμπιστοσύνη του στους ανθρώπους , στο ανθρώπινο είδος που στα χρόνια εγκλεισμού του στο στρατόπεδο, του φανέρωσε τα χαρακτηριστικά ενός άλλου φρικτού κτηνώδους απόκοσμου είδους. Ελπίζει ότι θα απαλλαχτεί από τις τρομερές αναμνήσεις που τον στοιχειώνουν και τον ταπεινώνουν ταυτόχρονα. 
Βρισκόμαστε στην Αμερική το 1947. Ο Λάζλο ανήκει στους τυχερούς που επέζησαν από τα στρατόπεδα και καταφέρνει να φτάσει στη χώρα της "ελευθερίας" κάνοντας μια νέα αρχή στη ζωή του. Ταυτόχρονα περιμένει την επιστροφή των δύο πολυαγαπημένων του  ανθρώπων,  της γυναίκας του και της ανιψιάς του, που κατάφεραν και εκείνες στηρίζοντας η μία την άλλη να βγουν ζωντανές από το κολαστήριο του Νταχάου. 
Ένας πολύ πλούσιος επιχειρηματίας προσλαμβάνει  τον Λάζλο, προκειμένου να χτίσει ένα μνημείο- πολυχώρο  στη μνήμη  της μητέρας του. Για τον Λάζλο η πρόταση αυτή αποτελεί μια πρόκληση. Η παραμονή του στην Αμερική αρχίζει να του αποκαλύπτει ένα πρόσωπο που απέχει πολύ από αυτό που φαντάζονταν ή ήλπιζε ότι θα συναντήσει κατά την άφιξή του  στη χώρα αυτή. Κατά τη διάρκεια της διαμονής του, τα βαθιά τραύματα δεν επουλώνονται, το αντίθετο συμβαίνει. Η σταδιακή αποκάλυψη του κόσμου των ταξικών ανισοτήτων σε μια χώρα που την ύπαρξή της την οφείλει στην αποικιοκρατία και στη διάπραξη πλήθους γενοκτονιών εις βάρος γηγενών πληθυσμών , επιβεβαιώνει στον ίδιο πως η κόλαση και η φρίκη στην οποία υπήρξε θύμα και μάρτυρας μαζί δεν τελείωσε. Συνεχίζεται κάτω από άλλες συνθήκες όπου οι βασανιστές φορούν κοστούμια και όχι στρατιωτικές στολές. Το μίσος τους όμως προς τους "κατώτερους"- αυτούς τους οποίους φοβούνται πως αν συνειδητοποιήσουν τη δύναμη που διαθέτουν θα γίνουν το ορμητικό ποτάμι που θα τους πνίξει- εξακολουθεί να είναι αβυσσαλέο.  Ο αφανισμός έχει αντικατασταθεί από την υποδούλωση. Τα στρατόπεδα συγκέντρωσης έχουν μετατραπεί σε εργοτάξια όπου πλήθος εργατικών χεριών χτίζει την υπερδύναμη. 
Ο Λάζλο συνειδητοποιεί αργά, σταθερά και επώδυνα πως ο πόλεμος δεν τελείωσε. Συνειδητοποιεί πως ο ίδιος από θύμα μιας απροσδιόριστης μοίρας που τον έστειλε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, έχει μετατραπεί σε θύμα της δύναμης του Κεφαλαίου που κυβερνά και διαπράττει πλήθος εγκλημάτων. Εγκλήματα, εις βάρος όχι μόνο μιας μειονότητας, αλλά εις βάρος όλων όσων εξακολουθούν να σκέφτονται ελεύθερα, να οραματίζονται ένα καλύτερο μέλλον για την ανθρωπότητα, να αρνούνται να γίνουν υποχείρια του καθενός με αντάλλαγμα φρούδες ελπίδες, να μην τους ενδιαφέρουν οι υλικές απολαβές και να μην θυσιάζουν τη συνείδησή τους στον βωμό αυτών.  
Δεν θα τη θυμόμαστε όμως για τα βραβεία της. Αλλά για αυτό που κατάφερε ο Κορμπέ να μας μεταδώσει μέσα από την  ερμηνεία του Μπρόντι. Να μας περιγράψει κινηματογραφικά το ανθρώπινο μεγαλείο απέναντι στην  ανθρώπινη κτηνωδία. Στο ταξίδι, συναντάμε την ανθρώπινη κτηνωδία. Στον προορισμό όμως, το ανθρώπινο μεγαλείο θριαμβεύει.
Το μπρουταλιστικής αρχιτεκτονικής κτίσμα, το οποίο για τον Λάζλο αποτελεί έργο ζωής, χτίζεται σταδιακά διατρέχοντας τις  μεταπολεμικές δεκαετίες του 50  και του 60  στην Αμερική της εκμετάλλευσης, των "δυνάμει" εκατομμυριούχων υποδούλων στο λόμπι των κυβερνώντων που διαπραγματεύεται ανέξοδα τον θάνατο. Το έργο αυτό δεν αποτελεί απόρροια  μιας προσωπικής φιλοδοξίας, αλλά στοχεύει στο να  λειτουργήσει αφυπνιστικά προς τις μελλοντικές γενιές. Έτσι που ο αέναος κύκλος των εγκλημάτων κάποτε να λάβει ένα τέλος. Η εμμονή όχι στην αισθητική, αλλά στα δομικά υλικά και στη λειτουργικότητα του χώρου (χαρακτηριστικά της μπρουταλιστικής αρχιτεκτονικής) ανάγεται στην εμμονή σε μια βαθιά πίστη που απορρέει όχι από κάτι ουτοπικό αλλά από την ελπίδα  ότι στο ταξίδι της ζωής, ακόμη και αν αυτό κυριαρχείται από φρικαλεότητες, υπάρχει πάντα ένας κρυμμένος πυρήνας ομορφιάς. Το κτίριο κάνει αναφορά όχι μόνο στα στρατόπεδα συγκέντρωσης- μεταφέροντας το κλειστοφοβικό των μικρών σκοτεινών δωματίων που  αν κοιτάξεις πολύ ψηλά τότε  θα αντικρίσεις ένα κομμάτι ουρανού που το φως του καταφέρνει να εισχωρήσει μέσα από τον γυάλινο θόλο της οροφής- αλλά μετουσιώνει την ανθρώπινη εμπειρία σε τέχνη, με σκοπό να αναδειχτεί η αλήθεια. Ο γυάλινος θόλος, το  διαχωριστικό επίπεδο  ανάμεσα στο άτομο  και την ελευθερία, εξαρτάται από το κατά πόσο το άτομο είναι σε θέση να αντιληφθεί τη δική του υπόσταση μέσα στο συλλογικό εμείς. Έτσι που να μην είναι δυσδιάκριτο το ποιος είναι εγκλωβισμένος πίσω ή έξω από τους τοίχους του κτιρίου. Και έτσι που ο άνθρωπος να μπορεί να αντιληφθεί αν το φως που διαπερνά τον γυάλινο θόλο  είναι το απατηλό, που εμποδίζει το δικό του εσωτερικό φως να φωτίσει τα σκοτάδια του έξω κόσμου. 
Η τέχνη δεν μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Μπορεί όμως να αναπαραστήσει με διαύγεια ιστορικές αλήθειες που στο πέρασμα του χρόνου ξεχνιούνται η θάβονται. Και ο Λάζλο απέκτησε αυτήν τη διαύγεια πολύ επώδυνα,όταν βγαίνοντας από το στρατόπεδο συγκέντρωσης μετά τη λήξη του πολέμου, βρέθηκε σε έναν κόσμο που παρουσίαζε πολλά κοινά με αυτόν του στρατοπέδου.  Έναν κόσμο όπου η ανθρώπινη ζωή απαξιώνεται, οι ταπεινώσεις και οι εξευτελισμοί δεν έχουν τέλος. Και ο Λάζλο θέλησε όλη αυτή την εμπειρία να μην την αφήσει να χαθεί. Γιατί αυτή ήταν η ζωή του. Θέλησε να την αναπαραστήσει  προσκαλώντας και προκαλώντας  τους μελλοντικούς επισκέπτες του κτιρίου σε ένα υπαρξιακό ταξίδι πέρα από τον χώρο και τον χρόνο, προς τα ενδότερα της ανθρώπινης ύπαρξης, εκεί που βρίσκεται η ομορφιά της ελεύθερης βούλησης, της ελεύθερης σκέψης που στέκει πάνω από κάθε είδους καταναγκασμό, που δραπετεύει από κάθε φυλακή.
Η εσωτερική ερμηνεία του Έιντριεν Μπρόντι, μας συγκλονίζει. Στέκει σιωπηλός υπομένοντας κάθε είδους βασανιστήριο, αντλώντας  δύναμη από τη σκληρή συνειδητοποίηση ότι ναι, σημασία έχει ο προορισμός και όχι το ταξίδι. Το ταξίδι είναι γεμάτο κακουχίες και οδυνηρές μνήμες. Ο προορισμός όμως για τον Λάζλο είναι το ταξίδι αυτό να  καταφέρει να μεταφέρει στους επόμενους την εμπειρία, με την προσδοκία ποτέ κανείς να μην ξαναπεράσει αυτά που πέρασε ο ίδιος. Τρεισήμισι  ώρες περνούν δίχως να το καταλάβουμε, όπως  περνά γρήγορα από την οθόνη  ο χρόνος από το 1947 μέχρι και το 1980, όπως περνά γρήγορα και ο χρόνος στις πραγματικές μας ζωές. Δεν περνά όμως γρήγορα ο εσωτερικός χρόνος του ήρωά μας, που μαζί με αυτόν βιώνουμε και εμείς αργά, τις εσωτερικές του αλλαγές, εκείνες που τον κάνουν να αντέχει, να προχωρεί, να δημιουργεί και να μοιράζεται. Να αποκαθιστά δηλαδή την πραγματική έννοια του Ανθρώπου και να επαναπροσδιορίζει τα θεμέλια της ανθρώπινης ύπαρξης. 
Η ταινία απέσπασε το Βραβείο Σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ Βενετίας, 3 "Χρυσές Σφαίρες" (Καλύτερης Ταινίας, Καλύτερης Σκηνοθεσίας και Α' Ανδρικού Ρόλου) και  τρία Όσκαρ ( Καλύτερης Φωτογραφίας, Καλύτερης Πρωτότυπης Μουσικής και Α΄ Ανδρικού Ρόλου).
Δεν θα τη θυμόμαστε όμως για τα βραβεία της. Αλλά για αυτό που κατάφερε ο Κορμπέ να μας μεταδώσει μέσα από την  ερμηνεία του Μπρόντι. Να μας περιγράψει κινηματογραφικά το ανθρώπινο μεγαλείο απέναντι στην  ανθρώπινη κτηνωδία. Στο ταξίδι, συναντάμε την ανθρώπινη κτηνωδία. Στον προορισμό όμως, το ανθρώπινο μεγαλείο θριαμβεύει.

--------------------------------
Καλλίτσα Βλάχου
Εκπαιδευτικός, μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (ΠΕΚΚ) και  μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης Πετρούπολης. Είναι κάτοχος του Μεταπτυχιακού Διπλώματος (Master of Arts/MA) της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου, στα πλαίσια του οποίου εκπόνησε τη διπλωματική της εργασία με τίτλο: «Κινηματογραφικά είδη και κινήματα,ως αντανακλάσεις του κοινωνικού τους πλαισίου. Μετεξέλιξη αυτών, φτάνοντας στον κοινωνικό κινηματογράφο του σήμερα». Έχει παρακολουθήσει με επιτυχία τα παρακάτω Προγράμματα του ΕΚΠΑ: «Κινηματογραφική Γραφή: Αφήγηση και Ύφος», «Πρακτικές Ασκήσεις Δημιουργικής Γραφής» και  «Κινηματογράφος: Ιστορία, Πρακτικές και Βασικές Αρχές Σκηνοθεσίας».
Τον ελεύθερο χρόνο της, διαβάζει, βλέπει ταινίες, και παρακολουθεί τα τεκταινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Τον υπόλοιπο ελάχιστο ελεύθερο χρόνο της, απλά προσπαθεί να διατηρεί την ψυχραιμία της...

"Πικρές Αλήθειες" του Μάικ Λι | EDITORIAL

Πολύ αγαπημένος σκηνοθέτης ο Μάικ Λι, ο σκηνοθέτης των βλεμμάτων, των ανθρώπινων εκφράσεων, ο σκηνοθέτης που χαρτογραφεί σπιθαμή προς σπιθαμή την ανθρώπινη ψυχή, μας μιλάει για τις πικρές, σκληρές αλήθειες της ζωής μας, και μας τις αποκαλύπτει με μεγάλη ευαισθησία, απλά, λιτά, ανθρώπινα.
Ο Μάικ Λι, μαζί με τον  Στίβεν Φρίαρς και τον Κεν Λόουτς απαρτίζουν τη μεγάλη τριάδα του σύγχρονου αγγλικού κινηματογράφου, που στις δεκαετίες του ’80 και του ’90 το έργο τους καταξιώνεται και οι ίδιοι καθίστανται οι βασικοί εκπρόσωποι του νέου ρεαλισμού στον βρετανικό κινηματογράφο. Ενός κινήματος  που σαφώς και φέρει πολλές επιρροές από τον ιταλικό νεορεαλισμό και το κίνημα του free cinema που είχαν προηγηθεί μερικές δεκαετίες πριν, και που ένα από τα βασικά του χαρακτηριστικά είναι ότι η  θεματολογία των ταινιών τους αντλεί από τις συνθήκες ζωής των απλών ανθρώπων. Συνθήκες που τους κάνουν να βρίσκονται σε δύσκολη κοινωνική ή οικονομική ή  ψυχολογική κατάσταση  από  όπου καλούνται να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους. Και ενώ ο Φρίαρς δείχνει να επικεντρώνει το ενδιαφέρον του στους περιθωριακούς και απόκληρους, τις φυλετικές ή σεξουαλικές μειονότητες και το προλεταριάτο, ο δε Λόουτς ασκεί κριτική στο καθεστώς, προσανατολίζοντας τη θεματολογία του στα προβλήματα της εργατικής τάξης, ο τρίτος της παρέας ο Μάικ Λι, επικεντρώνεται θεματικά στα υπαρξιακά προβλήματα των ηρώων του και με το οξυδερκές του βλέμμα καταφέρνει να ανασύρει στην επιφάνεια τις αιτίες των προβλημάτων. Έτσι που ακόμη και αν οι συμπεριφορές των ηρώων του φτάνουν στα άκρα, αυτό να μην μας ξενίζει, καθώς εστιάζουμε  την προσοχή μας όχι στο πώς, αλλά στο γιατί της συμπεριφοράς. Οι δυσλειτουργικές οικογένειες, η δυσκολία έκφρασης και επικοινωνίας των μελών , η μοναξιά,  οι απαξιωτικές συμπεριφορές και τα βαθιά ψυχικά τραύματα που αυτές προκαλούν, αποτελούν τα βασικά θέματα που βρίσκονται στο επίκεντρο των περισσοτέρων  ταινιών του Μαικ Λι, ανάμεσα στις οποίες και η τελευταία του ταινία "Πικρές Αλήθειες". 
Τίποτα δεν πάει καλά στη ζωή της Πάνσι (η νεαρή πρωταγωνίστρια Μαριάν Ζαν-Μπατίστ που την είχαμε γνωρίσει στην ταινία "Μυστικά και Ψέματα", μεγάλωσε και υποδύεται άψογα των ρόλο της νευρωτικής νοικοκυράς) της μεσήλικης μικροαστής γυναίκας που ζει σε ένα άνετο διαμέρισμα σε κάποιο προάστιο του Λονδίνου με τον σύζυγο και τον 22χρονο γιο της. Νευρωτική, υποχόνδρια, μικροβιοφοβική , διαρκώς θυμωμένη , αγοραφοβική με πολλές κρίσεις πανικού και ανήσυχους ύπνους που την κάνουν να πετάγεται απότομα με το παραμικρό. Άκρως καταπιεστική απέναντι  στον γιο και στον άντρα της που διαρκώς τους κατακρίνει και τους απαξιώνει. Η ίδια ασφυκτιά συναισθηματικά στην πολυτελή φυλακή του διαμερίσματος της που ίσως κάποτε αποτελούσε το όνειρό της. ‘Ενα όνειρο που μάλλον απόδραση από το μεγάλο υπαρξιακό κενό της ήταν, παρά όνειρο εκπλήρωσης πραγματικών επιθυμιών. Ποτέ της δεν αφουγκράστηκε τις πραγματικές της επιθυμίες η Πάνσι, κουβαλώντας και αυτή τις παθογένειες της οικογένειας των παιδικών της χρόνων και μεταφέροντάς τες στην δική της. Ετεροκαθορισμένες επιθυμίες που όσο τις εκπλήρωνε τόσο μεγάλωνε το κενό μέσα της, έτσι που τώρα η ίδια να μιλάει ακατάπαυστα, αλλά να μην λέει τίποτα και να μην την ακούει κανείς.  Μόνο σαν  απεγνωσμένη κραυγή βοήθειας καταλήγουμε στο τέλος να ακούμε τα λόγια της. Σύζυγος και γιος στέκουν ανήμποροι να παράσχουν την όποια βοήθεια προς αυτή τη γυναίκα. Η συμπεριφορά της τους κουράζει, τους καταρρακώνει, τους ακινητοποιεί. Ο μεν σύζυγος αντιδρά στωικά, λιγομίλητος σαν να έχει αποδεχτεί το μόνιμο της κατάστασης, της έλλειψης επικοινωνίας με τη γυναίκα του και σαν να έχει κανονικοποιήσει τη συμπεριφορά της, θεωρώντας την δεδομένη και ακίνδυνη. Ο δε γιος ξεσπά όλη την πίεση  της οικογένειας που δέχεται στο φαγητό . Μόνο εκεί νιώθει ζωντανός. Όλος ο άλλος χρόνος βιώνεται στην απόλυτη απομόνωση, στην παντελή έλλειψη επικοινωνίας. 
Ο Μάικ Λι υιοθετεί ένα λιτό ρεαλιστικό ύφος μέσα από το οποίο δεν καταγράφει μόνο τη συμπεριφορά  των τριών μελών της οικογένειας, αλλά με την ευαίσθητη και διορατική ματιά του, καταγράφει και τον τρόπο που αντιμετωπίζεται αυτή η οικογένεια από τους άλλους. Από τη μία η οικογένεια της Πάνσι με τα κραυγαλέα και ολοφάνερα προβλήματα, τη νευρωτική μητέρα, τον υπέρβαρο απομονωμένο γιο, τον σιωπηλό πατέρα, και από την άλλη η οικογένεια της αδελφής της με τις δύο νεαρές κόρες της, που έχουν επιλέξει έναν άλλον τρόπο επίλυσης των δικών τους προβλημάτων. Να μην τα πολυσυζητούν και να δείχνουν προς τα έξω την εικόνα της χαρούμενης, αρμονικά δεμένης οικογένειας, όπου στο εσωτερικό της υπάρχει μία αυτονομία και ένας σεβασμός μεταξύ των μελών της, τα προβλήματα όμως που απασχολούν το κάθε μέλος δεν μπαίνουν στο τραπέζι, προσπερνιούνται. Έτσι που η εικόνα προς τα έξω της χαρούμενης και ευτυχισμένης οικογένειας να λειτουργεί ανατροφοδοτικά προς την ίδια, όχι φυσικά λύνοντας τα προβλήματα που υπάρχουν,  αλλά επικαλύπτοντάς τα, παρατείνοντας τη στιγμή της αποκάλυψής τους, κάτι όμως που φαινομενικά δεν δείχνει να τις απασχολεί ιδιαίτερα. Και εδώ ο εμπειρότατος στην ανατομία των ανθρωπίνων σχέσεων, Μάικ Λι, με τα σκηνοθετικά  ταιριασμένα στιγμιότυπα της καθημερινότητας όλων των ηρώων του, καταφέρνει να μας μιλήσει για το μυστήριο της μοναξιάς που βρίσκεται στην καρδιά των σχέσεων  και για τον μεγάλο φόβο των ανθρώπων να αποκαλυφθεί  η ευαλωτότητά τους , να αποκαλυφθεί η αδυναμία τους να τα βγάλουν πέρα μόνοι τους, καταλήγοντας να φτιάχνουν ένα μικρό περιχαρακωμένο σύστημα, όπου οι υπόλοιποι είναι οι «παρείσακτοι» που τους υποδέχονται με ζεστασιά μεν, γιατί αυτό συνηθίζουν να κάνουν οι άνθρωποι, αλλά με απουσία ειλικρίνειας. 
Ο Μάικ Λι πλησιάζει με ενδιαφέρον και στοργή όλους τους ήρωές του, γιατί δεν το ενδιαφέρει να κατακρίνει συμπεριφορές αλλά να διακρίνει το αίτιο και το αιτιατό σε αυτές. Και ξεσκεπάζει αυτό που δεν φαίνεται. Αυτό που κρύβεται πίσω από το βόλεμα του «όλα πάνε καλά». Κι ας φαίνεται ότι «όλα πάνε καλά». Καταφέρνει να αποσπάσει την προσοχή μας  από τις κραυγές της Πάνσι, που δεν κρύβει τα προβλήματά της, από την απομόνωση του υπέρβαρου γιου που και αυτός «φωνάζει» για συντροφικότητα και επικοινωνία, και να μας αποκαλύψει την υποκρισία των άλλων. Μια υποκρισία που όχι μόνο δεν βοηθά την Πάνσι και την οικογένειά της να βγει από το αδιέξοδο της, αλλά την κάνει να βουλιάζει ακόμη περισσότερο σε αυτό. Οι άνθρωποι, μας λέει ο Μάικ Λι, στις μεταξύ τους συναναστροφές,  ώρες ώρες, γίνονται πολύ σκληροί, όχι σκόπιμα, αλλά περισσότερο για λόγους ευκολίας.  Γιατί τους είναι πιο εύκολο να κρίνουν τις συμπεριφορές των άλλων, να τις αξιολογούν σύμφωνα με τα κοινωνικά πρότυπα συμπεριφοράς που και οι ίδιοι έχουν αποδεχτεί, ακόμη κι αν "στριμώχνονται" πολύ και οι ίδιοι μέσα σε αυτά, από το να σταθούν σαν ίσος προς ίσον απέναντι στον άλλον και να μιλήσουν με απόλυτη ειλικρίνεια για τους δικούς τους φόβους, τις δικές τους ανασφάλειες, τις δικές τους πιέσεις, και τις δικές τους πραγματικές ανάγκες . Από το να μοιραστούν αληθινά. 
Πολύ αγαπημένος σκηνοθέτης ο Μάικ Λι, ο σκηνοθέτης των βλεμμάτων, των ανθρώπινων εκφράσεων, ο σκηνοθέτης που χαρτογραφεί σπιθαμή προς σπιθαμή την ανθρώπινη ψυχή, μας μιλάει για τις πικρές, σκληρές αλήθειες της ζωής μας, και μας τις αποκαλύπτει με μεγάλη ευαισθησία, απλά, λιτά, ανθρώπινα.

--------------------------------
Καλλίτσα Βλάχου
Εκπαιδευτικός, μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (ΠΕΚΚ) και  μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης Πετρούπολης. Είναι κάτοχος του Μεταπτυχιακού Διπλώματος (Master of Arts/MA) της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου, στα πλαίσια του οποίου εκπόνησε τη διπλωματική της εργασία με τίτλο: «Κινηματογραφικά είδη και κινήματα,ως αντανακλάσεις του κοινωνικού τους πλαισίου. Μετεξέλιξη αυτών, φτάνοντας στον κοινωνικό κινηματογράφο του σήμερα». Έχει παρακολουθήσει με επιτυχία τα παρακάτω Προγράμματα του ΕΚΠΑ: «Κινηματογραφική Γραφή: Αφήγηση και Ύφος», «Πρακτικές Ασκήσεις Δημιουργικής Γραφής» και  «Κινηματογράφος: Ιστορία, Πρακτικές και Βασικές Αρχές Σκηνοθεσίας».
Τον ελεύθερο χρόνο της, διαβάζει, βλέπει ταινίες, και παρακολουθεί τα τεκταινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Τον υπόλοιπο ελάχιστο ελεύθερο χρόνο της, απλά προσπαθεί να διατηρεί την ψυχραιμία της...

"Armand" του Χάλφνταν Ούλμαν Τέντελ | EDITORIAL

Η Ελίζαμπεθ, μητέρα του εξάχρονου Αρμάντ και οι γονείς του Γιον -συμμαθητή του Αρμάντ- η Σάρα και ο Άντερς καλούνται από τη διεύθυνση του σχολείου, προκειμένου να συζητήσουν ένα πρόβλημα που έχει προκύψει στις σχέσεις των παιδιών τους. Ένα πρόβλημα για το οποίο η Ελίζαμπεθ δεν έχει ενημερωθεί, αντίθετα οι γονείς του Γιον είναι ενήμεροι από τον ίδιο τους τον γιο, που ισχυρίζεται ότι έχει υποστεί σεξουαλική παρενόχληση από τον Αρμάντ. Η συνάντηση των γονέων γίνεται  στο σχολείο, το οποίο σταδιακά, από τόπος συνάντησης μετατρέπεται σε πεδίο μάχης. Ένα πεδίο μάχης στο οποίο ο τελικός σκοπός της συνάντησης που είναι να ερευνηθεί το περιστατικό, να αποκαλυφθεί η αλήθεια των γεγονότων και να ληφθούν μέτρα προς όφελος και των δύο παιδιών για οτιδήποτε έχει συμβεί, καθίσταται ανέφικτος. Ο χώρος του σχολείου μετατρέπεται σε ένα πεδίο έντονων συγκρούσεων και διαξιφισμών που ανασύρουν πολλές αθέατες όψεις της προσωπικότητας, όχι όμως των παιδιών, αλλά των γονιών τους. Γι αυτό και από το κάδρο απουσιάζουν εντελώς τα παιδιά . Στον χώρο του σχολείου λείπουν οι μαθητές, όχι όμως και τα παθογενή περιβάλλοντα μέσα στα οποία αυτοί ζουν. Αυτά τα περιβάλλοντα που κουβαλούν μαζί τους στη σχολική τάξη και που επηρεάζουν άμεσα τη συμπεριφορά τους, χωρίς όμως να μπορούν να ανιχνευθούν εύκολα, πολλές φορές ούτε καν γίνονται αντιληπτά. Η εκπαιδευτικός των δύο μικρών μαθητών, ο διευθυντής και η ψυχολόγος του σχολείου, προσπαθώντας να συντονίσουν τη συζήτηση, καταλήγουν στο τέλος απλά να εποπτεύουν μια κατάσταση την οποία καθίστανται και οι ίδιοι ανίκανοι να ελέγξουν. 
Μία υποβόσκουσα βία που εκδηλώνεται με αφορμή ένα περιστατικό ανάμεσα σε δύο εξάχρονους μικρούς μαθητές σε ένα Δημοτικό Σχολείο στη Νορβηγία, αρχίζει σιγά σιγά να ανεβαίνει προς την επιφάνεια και από λεπτό σε λεπτό να γίνεται όλο και πιο ανεξέλεγκτη, όλο και πιο ορμητική, έτσι που κάθε προσπάθεια ελέγξιμου της κατάστασης μέσω της πολιτικής ορθότητας από τη μεριά της διεύθυνσης του σχολείου, να πέφτει στο κενό. Μία βαθιά ριζωμένη βία που απλώνει τις ρίζες της  σε όλους τους χώρους των κοινωνικών ομάδων που απαρτίζουν το περιβάλλον των μαθητών, καθώς και των θεσμών όπως το σχολείο και η οικογένεια.  
Μία εκπαιδευτικός που νοιάζεται πραγματικά για τα παιδιά, αλλά που δεν μπορεί να παραβλέψει την εντολή του διευθυντή της, που της συστήνει σύνεση και διπλωματία και που της υπενθυμίζει ότι εκπροσωπεί το σχολείο, επομένως η δική της γνώμη δεν μετράει. 
Ένας κουρασμένος διευθυντής που θέλει η υπόθεση των παιδιών να κλείσει όσο το δυνατό πιο σύντομα και πιο μυστικά, για να μην διασυρθεί η φήμη του σχολείου. 
Μια ψυχολόγος που έχει έτοιμο το αλφαβητάρι των ατομικών και γενικών μέτρων που πρέπει να εφαρμοστούν με σκοπό την τροποποίηση της συμπεριφοράς, χωρίς να επιχειρεί μία σε βάθος ανίχνευση των αιτίων της εκάστοτε συμπεριφοράς. 
Και γονείς. Έτοιμοι να δικάσουν. Έτοιμοι να αποδώσουν κατηγορίες, ακόμη κι αν τα στοιχεία που έχουν στη διάθεσή τους είναι φήμες. Γονείς που δημιουργούν μια εικόνα για το παιδί τους που καθρεφτίζει τις δικές τους προσδοκίες, τις δικές τους επιθυμίες, τα δικά τους ανεκπλήρωτα. Και που αντιμετωπίζουν με μεγάλη καχυποψία οτιδήποτε ή οποιονδήποτε επιχειρεί να χαλάσει αυτή την εικόνα. Γονείς τέλος, που δημιουργούν τους δικούς τους ψεύτικους κόσμους για να ξεφύγουν από τις δικές τους ανασφάλειες και τα δικά τους δισεπίλυτα χρόνια καταχωνιασμένα προβλήματα. Που όλη τους η ενεργητικότητα αναλώνεται στη διατήρηση αυτών των κόσμων. Των κόσμων της υποκρισίας, της ψευδαίσθησης, της ματαιότητας.  
Και από την άλλη μεριά η Ελίζαμπεθ (εξαιρετική η ερμηνεία της Ρενάτε Ρέισβε, την έχουμε δει στην ταινία. "Ο Χειρότερος Άνθρωπος στον Κόσμο" και προσφάτως στην ταινία "A Different Man" που προβλήθηκε στο 65ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης) με τον γιο της τον Αρμάντ, αντιμέτωπη με όλους τους παραπάνω. Αγωνιά, ξαφνιάζεται, τρομάζει, ασφυκτιά, νιώθει μόνη, εγκαταλελειμμένη, γεμίζει ενοχές για το αν τελικά είναι καλή μάνα, ξεσπά σε νευρικό γέλιο,μεγάλης διάρκειας, που καταλήγει σε κλάμα εκτονώνοντας όλη την ασφυκτικά βίαιη πίεση που ασκείται πάνω της, και καταδεικνύοντας ταυτόχρονα, την υποκρισία μέσα στην οποία βουλιάζει ένα ολόκληρο σχολείο. 
Στο κινηματογραφικό του ντεμπούτο, ο 35χρονος Χάλφνταν Ούλμαν Τέντελ, εγγονός των Ίνγκμαρ Μπέργκμαν και Λιβ Ούλμαν μας παραδίδει μία ταινία που μπορεί σε κάποια σημεία να χάνει τον ρυθμό της – με την κάπως αταίριαστη, όχι νοηματικά, αλλά σε επίπεδο μορφής, παρεμβολή σκηνών όπου το όνειρο και η φαντασίωση υποκαθιστούν την πραγματικότητα- δείχνει όμως ότι έχει μάθει πολλά από τον παππού του, ξέροντας να χειρίζεται σωστά την κάμερα, που με τα κοντινά πλάνα αναδεικνύει με εξαιρετική πλαστικότητα και φωτισμό τις παραμικρές λεπτομέρειες των προσώπων, εντείνοντας έτσι την αίσθηση του πλησιάσματος και της εμβάθυνσης των χαρακτήρων. 
Θυμίζοντάς μας Θέατρο Δωματίου, λίγα πρόσωπα σε περιορισμένο χώρο, όπου ο κινηματογραφικός χρόνος ταυτίζεται με τον πραγματικό και όπου διερευνάται η ψυχολογία των ηρώων μέσω της οικειότητας και της εγγύτητας που νιώθει ο θεατής με τα πρόσωπα, ο Τέντελ επιχειρεί μια λεπτομερή και βαθιά  ανάλυση του φαινομένου της εσωτερικευμένης βίας ανθρώπων και θεσμών, η οποία όσο και αν επιχειρείται να συγκαλυφθεί, γίνεται αντιληπτή από τα παιδιά, που  τη νιώθουν και αντιδρούν σε αυτήν καλώντας με τον δικό τους τρόπο  σε βοήθεια. 
Παραμένει πάντα ένα ζητούμενο όμως,  αν και κατά πόσο μπορούν αυτές οι  φωνές να ακουστούν, να φτάσουν στους δέκτες τους...
Η ταινία απέσπασε το Βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη στο τμήμα «Ένα Κάποιο Βλέμμα» στο Φεστιβάλ των Καννών και το βραβείο της ΠΕΚΚ (Πανελλήνια Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου) στις 30ές Νύχτες Πρεμιέρας.

--------------------------------
Καλλίτσα Βλάχου
Εκπαιδευτικός, μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου (ΠΕΚΚ) και  μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης Πετρούπολης. Είναι κάτοχος του Μεταπτυχιακού Διπλώματος (Master of Arts/MA) της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών του Ελληνικού Ανοιχτού Πανεπιστημίου, στα πλαίσια του οποίου εκπόνησε τη διπλωματική της εργασία με τίτλο: «Κινηματογραφικά είδη και κινήματα,ως αντανακλάσεις του κοινωνικού τους πλαισίου. Μετεξέλιξη αυτών, φτάνοντας στον κοινωνικό κινηματογράφο του σήμερα». Έχει παρακολουθήσει με επιτυχία τα παρακάτω Προγράμματα του ΕΚΠΑ: «Κινηματογραφική Γραφή: Αφήγηση και Ύφος», «Πρακτικές Ασκήσεις Δημιουργικής Γραφής» και  «Κινηματογράφος: Ιστορία, Πρακτικές και Βασικές Αρχές Σκηνοθεσίας».
Τον ελεύθερο χρόνο της, διαβάζει, βλέπει ταινίες, και παρακολουθεί τα τεκταινόμενα που λαμβάνουν χώρα στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Τον υπόλοιπο ελάχιστο ελεύθερο χρόνο της, απλά προσπαθεί να διατηρεί την ψυχραιμία της...

Δείτε ακόμη:
Κινηματογραφική Λέσχη Πετρούπολης dimos petroupolis petroupoli.gov.gr pkdp.gr σινέ πετρούπολις Δήμος Πετρούπολης Θερινός Κινηματογράφος Πετρούπολης δημοτικός κινηματογράφος πετρούπολης Θερινό Σινεμά Πετρούπολης Πνευματικό Κέντρο Πετρούπολης πολιτιστικό κέντρο πετρούπολης editorial άρθρα πρόγραμμα 2017 Κινηματοθέατρο Πετρούπολις Ελεύθερη είσοδος παιδική ταινία πρόγραμμα 2018 όσκαρ πρόγραμμα 2019 ελληνική ταινία cinelesxi_petroupolis Petroupoli Πετρούπολη καλοκαίρι 2022 Ταινίες Ινστιτούτο Θερβάντες Σινεμά Πετρούπολη καλοκαίρι 2018 πρόγραμμα 2020 καλοκαίρι 2019 καλοκαίρι 2021 Ισπανική πρεσβεία καλοκαίρι 2020 καλοκαίρι 2023 κωμωδία Πρεσβεία Αργεντινής Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης γαλλική ταινία καλοκαίρι 2024 Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών ισπανική ταινία πρεσβεία βενεζουέλας ιταλική ταινία καλοκαίρι 2025 χειμώνας 2019-2020 Ιταλικό Μορφωτικό Ινστιτούτο Φεστιβάλ ταινιών μικρού μήκους Δράμας ιρανική πρεσβεία πρόγραμμα 2025 Πρεσβεία Νορβηγίας ιρανική ταινία Απρίλιος 2019 Ιούνιος 2023 πρόγραμμα 2021 Ιανουάριος 2024 Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης Μάρτιος 2024 Πρεσβεία Ουρουγουάης πρεσβεία Ισημερινού